Ανεξέλεγκτες διαστάσεις, απειλώντας τη δημόσια υγεία και διευρύνοντας τη «μαύρη τρύπα» των δημόσιων οικονομικών έχει λάβει η παραγωγή και διακίνηση χύμα-παράνομου τσίπουρου. Το χύμα «σπιτικό» τσίπουρο, πέρα από τους κινδύνους που κρύβει για την υγεία των ανύποπτων καταναλωτών λόγω έλειψης ποιοτικών και υγειονομικών ελέγχων, τείνει από μια τοπική παράδοση να καταλήξει σε ένα παρεμπόριο και όργιο φοροδιαφυγής τη στιγμή που κάθε πολίτης κάνει καθημερινές θυσίες από τον οικογενειακό του προϋπολογισμό προς όφελος της οικονομίας της χώρας.
Η πρακτική διακίνησης χύμα τσίπουρου που ανθεί το τελευταίο διάστημα λόγω κρίσης και στροφής των Ελλήνων προς τα ελληνικά προϊόντα βρίσκεται εκτός ελέγχου απειλώντας την υγεία των καταναλωτών και η πολιτεία φαίνεται να κωφεύει στις προειδοποιητικές σειρήνες. Το χύμα τσίπουρο είναι το μοναδικό αλκοολούχο ποτό, το οποίο δεν υπόκειται σε κανενός είδους ποιοτικό έλεγχο, ενώ η συσκευασία του δεν πληροί σε κανένα επίπεδο τις αναγκαίες προδιαγραφές ιχνηλασιμότητας.
Επιπλέον, διατίθεται συνήθως σε πλαστικές συσκευασίες κατά παράβαση του νόμου που ορίζει ρητά τη χρήση γυάλινων μπουκαλιών για ποτά με περιεκτικότητα αλκοόλης άνω του 20% χωρίς ωστόσο οποιαδήποτε μορφή τυποποίησης, ενώ η ενδεχόμενη χρήση οινοπνεύματος αμφιβόλου ποιότητας, δεδομένης της απουσίας οποιουδήποτε ελέγχου κατά τη διαδικασίας παραγωγής, θέτει την υγεία των ανυποψίαστων καταναλωτών σε σοβαρό κίνδυνο. Ειδικότερα, η χρήση συχνά ακατάλληλων αποστακτήρων μεταφέρει στο απόσταγμα μόλυβδο, η χρόνια χρήση του οποίου καταστρέφει το νευρικό σύστημα, ενώ το «πρωτόρακο», δηλαδή το προϊόν της πρώτης απόσταξης, περιέχει υψηλά ποσοστά μεθανόλης, μιας αλκοόλης που σε μεγάλη δόση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, όπως δηλητηρίαση ή ακόμα και τύφλωση.
Σε αντίθεση με το εμφιαλωμένο τσίπουρο, ο χαρακτηρισμός του χύμα τσίπουρου από την ελληνική πολιτεία ως «αγροτικό προϊόν», αγνοώντας επί σειρά ετών τις υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέπει την προνομιακή φορολόγησή του, δημιουργεί σημαντικές στρεβλώσεις στη νόμιμη αγορά, αυξάνει τα κίνητρα για λαθρεμπόριο και στερεί πολύτιμα έσοδα από τα ταμεία του κράτους λόγω διαφυγόντων φόρων.
Υπολογίζεται ότι το κράτος χάνει συνολικά περίπου 300 εκ. ευρώ ετησίως από την παράνομη διακίνηση τσίπουρου εκ των οποίων τα 150 εκ. αντιστοιχούν στη μη απόδοση ΕΦΚΟΠ και ΦΠΑ. Σε αντίθεση με το εμφιαλωμένο τσίπουρο και τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά που έχουν υποστεί απανωτές φορολογικές επιβαρύνσεις -σημειωτέον ότι ο ΕΦΚΟΠ έχει αυξηθεί κατά 125% από το 2009 με παράλληλη αύξηση του ΦΠΑ από 19% σε 23%- το λεγόμενο «τσίπουρο διημέρων» δεν καταβάλλει κανέναν ειδικό φόρο αφήνοντας τεράστια περιθώρια κέρδους στους διήμερους παραγωγούς που καταστρατηγώντας τη σχετική νομοθεσία δρουν σε βάρος των επίσημων αποσταγματοποιών που διατηρούν μικρά αποστακτήρια και στηρίζουν την τοπική οικονομία σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Οι τελευταίοι καλούνται να λειτουργήσουν σε συνθήκες ασφυκτικού αθέμιτου ανταγωνισμού, τη στιγμή που όλος ο κλάδος έχει πληγεί από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος που έχει στρέψει την κατανάλωση σε προϊόντα χαμηλότερης ή μηδενικής φορολογίας. Συγκεκριμένα, το τσίπουρο διημέρων υπόκειται σε ΕΦΚΟΠ 1,70€ ανά λίτρο άνυδρης αλκοόλης, καθώς δεν προορίζεται για εμπορία, αλλά για ιδία κατανάλωση, ενώ στο εμφιαλωμένο τσίπουρο (όπως και στο ούζο) ο ΕΦΚΟΠ ανέρχεται σε 12,75€ αντίστοιχα.
Οι αρμόδιες αρχές της Ε.Ε. έχουν ήδη εγείρει διαδικασία σε βάρος της χώρας μας για παραβίαση του κοινοτικού δικαίου και η Ελλάδα κινδυνεύει να της επιβληθεί υψηλό πρόστιμο εάν δεν συμμορφωθεί το συντομότερο με τα προβλεπόμενα από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυβέρνηση επανεξετάζει το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο σχετικά με το χύμα τσίπουρο προς άρση των στρεβλώσεων, πάταξη της κερδοσκοπίας και του λαθρεμπορίου με παράλληλο στόχο την εξασφάλιση φορολογικών εσόδων και κυρίως την προάσπιση της δημόσιας υγείας.
Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr