Η υπόθεση είναι σύνθετη και έχει μεγάλο καταναλωτικό αλλά και κοινωνικό ενδιαφέρον. Την περιγράψαμε χθές στο ρεπορτάζ «Βράζουν» τα τσίπουρα και σήμερα επανερχόμαστε λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος των αναγνωστών του Reporter για το ζήτημα, αλλά και λόγω του ενδιαφέροντος που έχει το θέμα για πάρα πολλούς Έλληνες, παραγωγούς και καταναλωτές.
Οι αμπελουργοί που έχουν δικαίωμα να αποστάζουν τσίπουρο δεν είναι πολλοί σε σχέση με όσους έχουν αμπέλια. Λίγοι και με αυστηρές προυποθέσεις έχουν δικαίωμα να έχουν καζάνι απόσταξης, το καζάνι σφραγίζεται και ξεσφραγίζεται απο τον υπάλληλο του τελωνείου ή την αστυνομία της περιοχής, οι οποίοι εκδίδουν και την άδεια απόσταξης.
Η άδεια είναι πολύ περιορισμένης διάρκειας, η ποσότητα των σταφυλιών που θα αποσταχθούν δηλώνεται, το ίδιο και η ποσότητα που θα παραχθεί.
Με λίγα λόγια, όποιος έχει αμπέλια δεν μπορεί νομίμως να παράγει τσίπουρο, ούτε όποιος παράγει νομίμως μπορεί να παράγει απεριόριστες ποσότητες όποτε θέλει.
Οι νόμιμοι τσιπουράδες λοιπόν πληρώνουν φόρο οινοπνέυματος (20% έναντι 60% που πληρώνουν τα μεγάλα οινοποιεία). Έχουν όμως πολύ περιορισμένες και αυστηρά ελεγχόμενες απο το κράτος δυνατότητες απόσταξης.
Δυστυχώς (ή ευτυχώς για πολλές ελληνικές κοινότητες) πάρα πολλοί άλλοι που δεν έχουν την άδεια και δεν το δηλώνουν, παράγουν κάθε λογής αποστάγματα.
«Οι χαράδρες τέτοια εποχή είναι γεμάτες καζάνια απόσταξης» λέει φίλος του Reporter που έχει βαθειά γνώση του θέματος.
Στα καζάνια λοιπόν αυτά που βρίσκονται στις χαράδρες, παράγεται πολύ τσίπουρο. Κανείς δεν ξέρει πόσο, αλλά «όλοι έχουν το δικό τους». Άρα πολύ. Κανείς απο αυτούς δεν δηλώνει τίποτα, κανείς δεν πληρώνει ούτε ένα ευρώ φόρο, όλοι το πίνουν, το δίνουν στην ευρύτερη οικογένεια και σε φίλους και πουλάνε (παρανόμως και αφορολόγητα) το υπόλοιπο.
Η επίσημη και μεγάλη οινοβιομηχανία, με το δίκιο της ενοχλείται απο αυτή την κατάσταση. Αλλά χειρίζεται το θέμα με λάθος τρόπο. Ζητάει απο το Υπουργείο Οικονομικών να βάλει όριο στην παραγωγή τσίπουρου απο μικρούς παραγωγούς. Δηλαδή απο τους νόμιμους μικρούς παραγωγούς. Διότι οι παράνομοι ούτως ή άλλως θα συνεχίσουν να παράγουν παρανόμως το τσίπουρο στις χαράδρες.
Οι νόμιμοι παραγωγοί τελικά, είναι οι μόνοι που θίγονται. Διότι αυτοί πλήρωναν (μειωμένους πράγματι) φόρους για ολόκληρες τις ποσότητες που απέσταζαν. Σε κάθε περίπτωση, λίγο ή πολύ, κάτι πλήρωναν. Φέτος που ξαφνικά ενεργοποιήθηκε ο περιορισμός σε 80 κιλά τσίπουρο (ήτοι 400 κιλά φλούδια σταφυλιών, διότι απο αυτά παράγεται το τσίπουρο) οι αμπελουργοί που φύλαγαν τα φλούδια τους πρέπει ή να τα πετάξουν ή ... να τα πουλήσουν σε αστείες τιμές στις οινοβιομηχανίες που παράγουν τσίπουρο.
Δύσκολο απ’ ότι καταλαβαίνουμε απο το ρεπορτάζ. Μάλλον θα πάνε και αυτοί στις χαράδρες.
Με λίγα λόγια, οι λίγοι νόμιμοι παραγωγοί θα γίνουν και αυτοί παράνομοι.
Με τον περιορισμό που επιβάλει το υπουργείο οικονομικών, θα έχουμε τα εξής αποτελέσματα:
Το νομίμως αποσταχθέν τσίπουρο θα μειωθεί.
Το παρανόμως αποσταχθέν τσίπουρο θα αυξηθεί διότι οι νόμιμοι παραγωγοί θα παράγουν παράνομα.
Ο φόρος που θα εισπράξει το Υπουργείο απο τους νόμιμους τσιπουράδες θα μειωθεί (αφού θα μειωθεί η παραγωγή τους).
Οι οινοποιοί δεν θα κερδίσουν τίποτα αφού το συνολικό τσίπουρο που κυκλοφορεί θα μείνει το ίδιο, απλώς θα είναι περισσότερο παράνομο και λιγότερο νόμιμο.
Μια ομάδα έντιμων και νομοταγών πολιτών, οι νόμιμοι τσιπουράδες, θα μετατραπούν σε παράνομους με ότι αυτό συνεπάγεται για την εν γένει συμπεριφορά τους στις υπόλοιπες σχέσεις τους με το κράτος αλλά και για την νοοτροπία του λαού μας ο οποίος ρέπει στην παρανομία.
Γιατί λοιπόν να γίνουν όλα αυτά;
Ουδείς γνωρίζει. Ουδείς οφελείται. Όλοι χάνουν.
Για να πούμε την αλήθεια, αν ήθελε το κράτος να ελέγξει την αγορά τσίπουρου, θα πρέπει πρώτα να την νομιμοποιήσει.
Άρα αυτό που θα έπρεπε να κάνει είναι να δώσει ειδικά κίνητρα παραγωγής τσίπουρου σε μικρούς παραγωγούς (όπως ο πολύ χαμηλός φόρος αλλά και περισσότερες άδειες παραγωγής και μάλιστα μεγαλύτερων ποσοτήτων) έτσι ώστε να αυξήσει τα έσοδα του απο φόρους και ταυτόχρονα να δημιουργήσει κίνητρα αλλά και δυνατότητα να γίνουν νόμιμοι οι παράνομοι.
Παράλληλα θα έπρεπε (αφού όμως έχει δώσει τη δυαντότητα της νομιμοποίησης) να κυνηγήσει τους παράνομους.
Σε αυτή την περίπτωση θα είχαμε γνώση και έλεγχο της παραγωγής, θα εξυπηρετούντο οι τοπικές κοινωνίες, θα εισέπραττε έσοδα το δημόσιο και θα μειωνόταν η παρανομία.
Το γιατί το υπουργείο δεν έκανε αυτό, αλλά ακριβώς το αντίθετο, το λάθος, δεν μπορούμε να πούμε. Μάλλον επειδή υιοθέτησε τη λογική των μεγάλων οινοποιών που και εκείνοι όμως τελικά δεν θα οφεληθούν απο την επιβολή περιορισμών που θα οδηγήσει σε αύξηση του παράνομου τσίπουρου.
Γ.Ν.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr