Πωλήσεις
Σύμφωνα με την έρευνα, «όπως και το 2010, στην κατάταξη των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών δυνάμεων, με κριτήριο τις πωλήσεις του 2011, επικρατούν οι γαλλικοί όμιλοι Vinci και Bouygues. Η Ισπανία παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη παρουσία (6 συνολικά εταιρείες) στην κατάταξη των 20 μεγαλύτερων κατασκευαστικών δυνάμεων του 2011, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο καταλαμβάνει την τρίτη θέση στην κατάταξη των πωλήσεων ανά χώρα.
Οι συνολικές πωλήσεις των ευρωπαϊκών κατασκευαστικών εταιρειών αυξήθηκαν κατά 7,5%, συγκριτικά με τον περασμένο χρόνο, αύξηση η οποία προήλθε, κυρίως, από την πορεία των 20 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών δυνάμεων. Η ισπανική ACS σημειώνει τη μεγαλύτερη αύξηση στις πωλήσεις, ως αποτέλεσμα της ενοποίησης της γερμανικής Hochtief. Αντίθετα, η ισπανική Ferrovial σημείωσε πτώση στις πωλήσεις, ως συνέπεια της πώλησης του 5,88% της BAA.
Οι όμιλοι, που συμπεριλήφθηκαν στις 50 και τις 20 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές κατασκευαστικές δυνάμεις του 2011, με κριτήριο τις πωλήσεις, παρέμειναν οι ίδιοι, σε σύγκριση με το 2010. Ανάμεσά τους, εντοπίζεται ελληνική παρουσία με δύο από τις σημαντικότερες ελληνικές κατασκευαστικές εταιρίες, την Ελλάκτωρ (θέση 43) και την J&P-Αβαξ (θέση 50).
Χρηματιστηριακή αξία
Το 2011, οι χρηματιστηριακές αξίες των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών δυνάμεων εμφάνισαν πτωτικές τάσεις κατά 20%, σε σύγκριση με τη μείωση 19% στο Euro Stoxx 50 Index, ως συνέπεια της τρέχουσας οικονομικής και χρηματοοικονομικής συγκυρίας.
Προοπτικές
Η κατασκευαστική δραστηριότητα είναι ιδιαίτερα κυκλική, καθώς επηρεάζεται, μεταξύ άλλων, από την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, τα επιτόκια και τα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων. Από το 2008, η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών άρχισε να μειώνεται και, μέχρι σήμερα, οι επενδύσεις στις κατασκευές δεν έχει ακόμη ανακάμψει. Η μείωση των επενδύσεων σε Πορτογαλία, Ελλάδα και Ιρλανδία, ήταν ιδιαίτερα έντονη, λόγω των πολιτικών μείωσης των ελλειμμάτων, που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών. Από το 2009 έως το 2012, οι επενδύσεις σε αυτές τις χώρες μειώνονταν κάθε χρόνο.
Μετά από μία μικρή πτώση, το 2008, οι επενδύσεις σε κατασκευές στην Ευρωπαϊκή Ένωση μειώθηκαν κατά 11%, το 2009 και, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα δεν θα μεταβληθούν σημαντικά, το 2012 ή το 2013, αν και οι κατασκευές σε ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία και η Πολωνία, συνεχίζουν να αποδίδουν σχετικά καλά.
Αντιθέτως, άλλες χώρες, όπως η Ιρλανδία, η Σλοβενία και η Ελλάδα, μειώνουν τις επενδύσεις τους σε κατασκευές περισσότερο από 10% από έτος σε έτος. Ως αποτέλεσμα αυτών των στοιχείων, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ανάπτυξη των επενδύσεων σε υποδομές θα είναι αρνητική κατά μέσο όρο, από το 2010 έως το 2013.
Η Γερμανία και η Γαλλία συνεχίζουν να είναι οι μεγαλύτερες κατασκευαστικές αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με παρόμοιο μέγεθος. Ακολουθεί η ιταλική, η ισπανική και η βρετανική κατασκευαστική αγορά, όπου καθεμία αντιπροσωπεύει περίπου το 60% του μεγέθους της γερμανικής και της γαλλικής αγοράς και σχεδόν τρεις φορές το μέγεθος της Ολλανδίας, που είναι η έκτη μεγαλύτερη αγορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Διαφοροποίηση και χρηματοοικονομικοί δείκτες
Ως συνέπεια της τρέχουσας οικονομικής και χρηματοοικονομικής ύφεσης και με στόχο την περικοπή των ελλειμμάτων, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υιοθέτησαν περιοριστικές πολιτικές, που μείωσαν τόσο τις επενδύσεις στις υποδομές όσο και τις επιχειρηματικές ευκαιρίες για τις μεγάλες ευρωπαϊκές κατασκευαστικές δυνάμεις του 2011. Προκειμένου να αντισταθμιστεί αυτό το δυσμενές οικονομικό και χρηματοοικονομικό περιβάλλον, αλλά και για να αναπτυχθούν, οι μεγάλες ευρωπαϊκές κατασκευαστικές δυνάμεις επιδίωξαν στρατηγικές διαφοροποίησης.
Περιορισμένες επενδύσεις, συμπιεσμένα περιθώρια κέρδους και περιορισμός των αναγκών σε κεφάλαιο κίνησης, χαρακτήρισαν τον κατασκευαστικό κλάδο, που παραδοσιακά χρηματοδοτεί τις λειτουργίες του με σημαντικούς ιδίους πόρους.
Ωστόσο, οι στρατηγικές διαφοροποίησης, που υιοθετήθηκαν από τις περισσότερες από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές κατασκευαστικές δυνάμεις, αύξησαν την ανάγκη για εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης. Το συνολικό καθαρό χρέος των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών κατασκευαστικών δυνάμεων μειώθηκε κατά 15%, το 2011, φτάνοντας τα 74,283 δισ. ευρώ, στις 31 Δεκεμβρίου 2011.
Από την ανάλυση των πωλήσεων προκύπτει μία συσχέτιση μεταξύ του βαθμού διαφοροποίησης και των περιθωρίων κέρδους, αλλά, επίσης, είναι σαφές ότι περαιτέρω διαφοροποίηση συνοδεύεται συνήθως από υψηλότερο καθαρό χρέος».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr