Σύμφωνα με το δελτίο του Ινστιτούτου ΕΝΑ, εν μέσω εντεινόμενων αβεβαιοτήτων, η Ελλάδα καλείται να επιλέξει μεταξύ δύο διακριτών στρατηγικών στήριξης και διάσωσης επιχειρήσεων, επιλογή κρίσιμη για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της οικονομίας, της παραγωγής και της εργασίας: Της διάσωσης άνευ όρων με διατήρηση της «business-as-usual» συνθήκης και της διάσωσης και στήριξης επιχειρήσεων με το κράτος «επενδυτή πρώτης επιλογής» και μέτοχο πλήρων δικαιωμάτων, με γνώμονα το μετασχηματισμό της οικονομίας προς βιώσιμες δραστηριότητες.
Παράλληλα, με τη διαμόρφωση του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε. να εκκρεμεί, η χώρα θα κληθεί σύντομα να αξιοποιήσει τους πόρους από αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο, η διαμόρφωση μιας νέας σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα κρίνεται ως μεταρρύθμιση-προτεραιότητα για την Ελλάδα.
Επιπλέον, το Ινστιτούτο ΕΝΑ επισημαίνει πως η συνθήκη της πανδημίας φαίνεται να παραμένει ενεργή. Οι αβεβαιότητες όχι μόνο δεν υποχωρούν αλλά ενισχύονται. Στο επίπεδο της οικονομίας, ο Covid-19 από συμμετρική εξωτερική διαταραχή, που οδήγησε σε lockdown των οικονομιών έχει προκαλέσει ασύμμετρες συνέπειες που οφείλονται στην αρχική ένταση της πανδημίας, στην ταχύτητα κρατικής ανταπόκρισης και στους οικονομικούς πόρους που μπορούσε να επιστρατεύσει η κάθε χώρα.
Σε πρώτο χρόνο, οι δημόσιες παρεμβάσεις για τη στήριξη των επιχειρήσεων ακολούθησαν κοινή προσέγγιση, καθώς επικεντρώθηκαν στη διασφάλιση της ρευστότητας των επιχειρήσεων μέσω εγγυήσεων, δανείων και της αναβολής των υποχρεώσεών τους προς το κράτος. Η σύγκλιση όμως των προβλέψεων προς τα μετριοπαθή και απαισιόδοξα σενάρια για το βάθος της ύφεσης, φέρνουν μπροστά το ενδεχόμενο μετεξέλιξης της σημερινής κρίσης ρευστότητας σε μια γενικευμένη κρίση φερεγγυότητας και αλυσιδωτών πτωχεύσεων. Αυτή η πιθανότητα επιβάλει αναπροσανατολισμό των δημόσιων πολιτικών προς σχήματα κεφαλαιακής ενίσχυσης και διάσωσης των επιχειρήσεων (bailout).
Διάσωση στη λογική «business-as-usual» ή στήριξη με στόχο τη βιωσιμότητα
Αν και οι κυβερνήσεις κλήθηκαν πρόσφατα να συγκροτήσουν και να εφαρμόσουν σχέδια διάσωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η διάσωση εκτεταμένων τμημάτων του παραγωγικού ιστού της οικονομίας δεν αποτέλεσε ανάγκη ή δεν αναγνωρίστηκε ως προτεραιότητα για περίπου δύο δεκαετίες.
Σήμερα, η στρατηγική διάσωσης δεν περιορίζεται μόνο στο επίπεδο των μεγάλων στρατηγικών επενδύσεων και δεν αφορά αποκλειστικά τις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες, αλλά αγγίζει το σύνολο των οικονομιών. Οι απαντήσεις στα ερωτήματα «Ποιες Επιχειρήσεις», «Με Ποιους Όρους», «Με Ποια Εργαλεία» και «Με Ποιους Εμπλεκόμενους» διαμορφώνουν διακριτές στρατηγικές, που λειτουργούν με όρους αντιθετικού δίπολου.
Στρατηγική I - Διάσωση άνευ όρων με διατήρηση της «business-as-usual» συνθήκης στην οικονομία:
Η δημόσια παρέμβαση προσεγγίζεται ως παροδικό «αναγκαίο κακό». Η θέσπιση όρων κοινωνικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα στις επιχειρήσεις που θα λάβουν στήριξη κρίνεται ως αντιπαραγωγικό μέτρο που ενέχει κίνδυνο επιβράδυνσης της οικονομικής ανάκαμψης.
Οι παρεμβάσεις επικεντρώνονται στις μεγάλες -too big to fail- επιχειρήσεις και δεν κρίνεται αναγκαία η διαμόρφωση ειδικών μηχανισμών κεφαλαιακής ενίσχυσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αντιθέτως, εκτιμάται ότι η διατήρηση στην αγορά ενός βαθμού «δημιουργικής καταστροφής» μπορεί να συνεισφέρει στην εξυγίανση της οικονομίας και στην κατάργηση στρεβλώσεων που ανακύπτουν από τη λειτουργία λιγότερο αποδοτικών -και κατά βάση μικρομεσαίων- επιχειρήσεων.
Ο παραγωγικός μετασχηματισμός επαφίεται στους μηχανισμούς της αγοράς. Τέλος, απορρίπτεται η πρόβλεψη οποιασδήποτε μορφής ουσιαστικής ρύθμισης της μερισματικής πολιτικής των εισηγμένων επιχειρήσεων για την προστασία της απασχόλησης και της παραγωγικής δραστηριότητας.
Στρατηγική II - Διάσωση και στήριξη των επιχειρήσεων με γνώμονα το μετασχηματισμό της οικονομίας προς βιώσιμες δραστηριότητες:
Η «παρεμβατική προσέγγιση» θέτει σαφή κριτήρια και προϋποθέσεις για τις επιχειρήσεις, που θα ενταχθούν σε σχέδια κεφαλαιακής ενίσχυσης. Στόχο αποτελεί η αξιοποίηση της παρούσας συγκυρίας για την υποστήριξη πολιτικών που θα συντείνουν στο μετασχηματισμό των επιχειρήσεων προς ανθεκτικές, βιώσιμες και έντασης γνώσης δραστηριότητες.
Το κράτος ασκεί τα πλήρη δικαιώματά του ως μέτοχος. Αντί να περιορίζεται σε ρόλο απλού δανειστή ύστατης καταφυγής, λειτουργεί ως «επενδυτής πρώτης καταφυγής» για την υποστήριξη μεγάλων μετασχηματισμών και προκλήσεων (π.χ δίκαιη κλιματική μετάβαση). Η διαδικασία αυτή προϋποθέτει πιο ολοκληρωμένες μορφές δημόσιας παρέμβασης μέσω της αξιοποίησης σύγχρονων αναπτυξιακών φορέων που λειτουργούν βάσει υψηλών επαγγελματικών προδιαγραφών και συνθήκων διαφάνειας. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται, οι δημόσιες αναπτυξιακές τράπεζες, οι εταιρίες συμμετοχών, οι φορείς στήριξης μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι πολιτικές μικροπιστώσεων και μεταβίβασης επιχειρήσεων σε εργαζόμενους. Παράλληλα, εισάγονται ρυθμίσεις στη μερισματική πολιτική των εταιρειών για τα διασφάλιση των συμφερόντων των φορολογούμενων.
Η θέση της Ελλάδας και οι κρίσιμες αποφάσεις για την οικονομία
Η Ελλάδα θα κληθεί, ως χώρα, να προσδιορίσει τη θέση τους στο δίπολο, θέση η οποία και θα είναι καθοριστική για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα της οικονομίας. Η μετεξέλιξη της κρίσης ρευστότητας σε κρίση φερεγγυότητας αποτελεί μια πιθανότητα που κανείς δεν πρέπει να υποτιμήσει, καθώς όχι μόνο οι προβλέψεις ύφεσης έχουν σταθεροποιηθεί σε υψηλά επίπεδα για το 2020, αλλά κυρίως γιατί «βλέπουν» μια ασθενική δυναμική της ανάκαμψης μέσα στην επόμενη διετία.
Η συζήτηση περί δυναμικής της ελληνικής οικονομίας δε θα πρέπει να παραβλέπει την προ-Covid19 πορεία της. Ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του 2019 είχε διαφανεί μία «κόπωση» στην ελληνική οικονομία, η οποία είχε αποτυπωθεί στην πτώση του ΑΕΠ σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο (Δ΄ τρίμηνο 2019 πτώση κατά 0,7% σε σχέση με το Γ’ τρίμηνο 2019). Οι κατευθύνσεις και οι όροι που θα τεθούν στο πλαίσιο δημόσιων πολιτικών που θα σχεδιασθούν για τη διάσωση των επιχειρήσεων είναι καθοριστικές για την απασχόληση, η οποία αναμένεται να πληγεί σοβαρά λόγω της κρίσης της Covid-19.
Το Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. και η αξιοποίηση των πόρων
Ο χαρακτήρας της διαταραχής του Covid-19 και η αβεβαιότητα των επιπτώσεών του, έχουν οδηγήσει την Ε.Ε. στην υιοθέτηση ενός διαφορετικού μίγματος πολιτικής σε σχέση με το παρελθόν. Από το δόγμα της σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, προσανατολίζεται -έστω και με βραχύ χρονικό ορίζοντα εφαρμογής- στην ενεργοποίηση σημαντικών δημόσιων πόρων για τα κράτη -μέλη.
Με βασικό εργαλείο το Ταμείο Ανάκαμψης οι δημόσιες πολιτικές θα επανέλθουν στον πυρήνα της οικονομικής ατζέντας και πολιτικής. Αν και δεν έχει οριστικοποιηθεί το εργαλείο καθώς η διαπραγμάτευση για τα επίδικα της πρότασης της Επιτροπής αναμένεται να έχει αρκετά ακόμη επεισόδια, η χώρα θα πρέπει να επεξεργαστεί σχέδιο αξιοποίησης των πόρων που θα διεκδικήσει.
Η σημασία μιας νέας σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
Απέναντι στις «παραδοσιακές» και ξεπερασμένες προσεγγίσεις που ταυτίζουν τον όρο της μεταρρύθμισης με τον όρο της απορρύθμισης, θα πρέπει να αντιπαρατεθεί ως μεταρρύθμιση-προτεραιότητα, η διαμόρφωση μιας νέας σχέσης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Σε ένα πλαίσιο αυστηρών κανόνων και διακριτών ρόλων, η σύμπραξη επιχειρήσεων, τραπεζών, κοινωνικών εταίρων και των σύγχρονων δημόσιων αναπτυξιακών φορέων και πολιτικών συνιστά αναγκαία συνθήκη για την προώθηση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της οικονομίας και την αποφυγή του ρίσκου εισόδου σε ένα νέο παρατεταμένο φαύλο κύκλο αστάθειας, αναπτυξιακής υστέρησης, ανισοτήτων και ανεργίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr