Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
![Reporter.gr on Google News](/images/google%20news/reporter%20news%20300x100.png)
Οι συνολικές πωλήσεις 238 παραγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων του χώρου αυξήθηκαν από 9,36δισ. ευρώ το 2005 σε 10,39 δισ. ευρώ το 2006, άνοδος που μεταφράζεται σε 11%. Αντίστοιχα, τα κέρδη προ φόρων ανέβηκαν από 494,4 εκατομμύρια ευρώ το 2005 σε 586,6εκατομμύρια ευρώ το 2006. Η αύξηση της συνολικής κερδοφορίας ήταν 18,6%
Ειδικότερα, οι 71 βιομηχανικές επιχειρήσεις φαρμάκων, καλλυντικών και ειδών ατομικής υγιεινής αύξησαν τις συνολικές πωλήσεις τους κατά 10,5% για να φτάσουν τα 4,47 δισεκατομμύρια ευρώ, Επίσης τα συνολικά τους κέρδη κατά 30,76% για να φτάσουν τα 352,2 εκατομμύρια ευρώ.
Αντιστοίχως, οι 167 εισαγωγικές και εμπορικές εταιρίες που δραστηριοποιούνται στους παραπάνω τομείς αύξησαν τις συνολικές τους πωλήσεις κατά 11% για να φτάσουν τα 5,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Αντιστοίχως τα συνολικά κέρδη προ φόρων των εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν 4,1%.
Η αγορά φαρμάκου
Μειούμενος βαίνει τα τελευταία χρόνια ο ρυθμός ανάπτυξης της αγοράς φαρμάκων, που ωστόσο εξακολουθεί να κινείται με διψήφιο ποσοστό αύξησης. Το 2006, σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΦ, οι πωλήσεις σε νοσοκομεία, φαρμακεία και φαρμακαποθήκες (περιλαμβανομένων των παράλληλων εξαγωγών) έφτασαν τα 6,168 δισ. ευρώ, 11,11% υψηλότερα έναντι της προηγούμενης χρονιάς. Είχε προηγηθεί ανάλογη πορεία και το 2005. Τότε ο τζίρος είχε φτάσει τα 5,548 δισ. ευρώ διευρυμένος κατά 10,78% έναντι του 2005.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στην αγορά παγιώνονται μεταβολές λίγο πάνω από το 10% και αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο κλάδος μάλλον αποχαιρετά τη χρυσή περίοδο των αρχών της δεκαετίας, οπότε ο τζίρος έτρεχε με ρυθμό αύξησης άνω του 20% για τέσσερα συναπτά έτη (1999 2002).
Αυτό δεν είναι ο μοναδικός γρίφος που καλείται να λύσει ο κλάδος. Οι καθυστερήσεις στην κυκλοφορία φαρμάκων (που έχουν λάβει άδεια κυκλοφορίας), οι ανισότητες στη πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμα φάρμακα, οι συχνές ελλείψεις φαρμάκων λόγω παράλληλων εξαγωγών-, το διαρκώς μεταβαλλόμενο θεσμικό πλαίσιο, τα χρέη των νοσοκομείων αποτελούν βασικά προβλήματα της εγχώριας αγοράς.
Το θεσμικό πλαίσιο
Το 2006 έγιναν ριζικές αλλαγές στο πλαίσιο λειτουργίας του κλάδου. Το Μάιο δημοσιεύτηκε ο νόμος για τη μεταρρύθμιση του συστήματος περίθαλψης στο πλαίσιο του οποίου καταργήθηκε η λίστα και πλέον όλα τα φάρμακα καλύπτονται από την κοινωνική ασφάλιση. Παράλληλα υιοθετήθηκε ο νέος τρόπος καθορισμού τιμών (με βάση τις χαμηλότερες τιμές δυο χωρών της «παλαιάς» Ευρώπης και της φθηνότερης χώρας από τα νέα μέλη) και χορηγούνται πλέον αυξήσεις -και όχι μόνο μειώσεις- στα φάρμακα που το δικαιούνται, ενώ ρυθμίστηκε το χρόνιο αίτημα για έκδοση δελτίου τιμών κάθε 90 ημέρες.
Παράλληλα τον περασμένο Αύγουστο δημοσιεύτηκε υπουργική απόφαση που οδηγεί σε αύξηση των παράβολων της τάξης του 318%, ποσοστό που σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει το 2.500%. Το γεγονός κινητοποίησε το Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) που υπέβαλε αίτηση θεραπείας.
Η κίνηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αποφασιστεί η συγκρότηση επιτροπής για τον επαναπροσδιορισμό του ύψους των παράβολων. Επιπλέον ο ΣΦΕΕ ζήτησε από τον ΙΟΒΕ την εκπόνηση μελέτης σχετικά με το θέμα προκειμένου να συγκριθεί το κόστος των παράβολων στην Ελλάδα έναντι των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών. Από αυτή προέκυψε ότι, μετά την απόφαση του Αυγούστου, το σχετικό κόστος στην χώρα μας είναι από τα υψηλότερα στη γηραιά ήπειρο, γεγονός που έχει αρνητικές συνέπειες, ειδικά στις μικρές ελληνικές επιχειρήσεις. Αίτημα του ΣΦΕΕ είναι το αντίτιμο για τα παράβολα να προσδιορίζεται από τον μέσο όρο των τριών χαμηλότερων στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Στο πλαίσιο της απόφασης να αναπροσαρμόζονται οι τιμές των φαρμάκων κάθε 90 ημέρες, στα τέλη Φεβρουαρίου του 2007 δημοσιεύθηκε το τελευταίο δελτίο τιμών. Σύμφωνα με το υπουργείο Ανάπτυξης από τις αλλαγές προκύπτει για το κοινωνικό σύνολο και τα ασφαλιστικά ταμεία όφελος 32,19 εκατ. ευρώ. Αν αυτό συνδυαστεί με το αμέσως προηγούμενο δελτίο συνολικά εξοικονομήθηκαν περί τα 140 εκατ.