Κατά τη διάρκεια της εισήγησής του ανέφερε τα εξής: «Η σημερινή εκδήλωση έχει στόχο την ενημέρωση και την προετοιμασία των ελληνικών επιχειρήσεων, ενόψει μιας άνευ συμφωνίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρόκειται για ένα σενάριο, το οποίο γίνεται όλο και πιο πιθανό όσο οι μέρες περνούν. Από τη μια συνεχιζόμενη αδυναμία της βρετανικής κυβέρνησης να αποσπάσει την έγκριση της Βουλής για το σχέδιο συμφωνίας και από την άλλη η άρνηση των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανοίξουν εκ νέου τη διαπραγμάτευση, φέρνουν τη χώρα αντιμέτωπη με μια έξοδο χωρίς συμφωνία, στο τέλος Μαρτίου.
Η προοπτική αυτή ήδη δημιουργεί συνθήκες ακραίας αβεβαιότητας, καθώς οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες για τη βρετανική οικονομία, για τους πολίτες και για τις επιχειρήσεις της χώρας, αλλά και για τους οικονομικούς της εταίρους.
Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας: είναι γνωστό ότι η Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο συνδέονται με στενούς οικονομικούς, εμπορικούς, αλλά και ανθρώπινους δεσμούς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2017, το Ηνωμένο Βασίλειο καταλαμβάνει την 11η θέση μεταξύ των εμπορικών εταίρων της Ελλάδος και την 8η μεταξύ των πελατών της χώρας μας. Ο όγκος του διμερούς εμπορίου αγαθών ανήλθε σε 2,3 δισ. ευρώ, με τις ελληνικές εξαγωγές να ανέρχονται σε 1,12 δισ. ευρώ και τις εισαγωγές σε 1,18 δισ. ευρώ.
Ως προς το εμπόριο υπηρεσιών, το ισοζύγιο είναι ξεκάθαρα πλεονασματικό για τη χώρα μας. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, οι ελληνικές εξαγωγές υπηρεσιών, με αιχμή τους κλάδους του τουρισμού και της ναυτιλίας ανέρχονται σε 3,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Στο απευκταίο – αλλά υπαρκτό – σενάριο μη επίτευξης συμφωνίας και μη παράτασης της ημερομηνίας αποχώρησης, οι σχέσεις αυτές θα δοκιμαστούν.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα περιέλθει από τις 30 Μαρτίου σε καθεστώς τρίτης χώρας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς το διμερές εμπόριο να διέπεται από κάποια διμερή εμπορική συμφωνία. Η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων θα πάψει και οι εμπορικές συναλλαγές θα διέπονται από τους γενικούς κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Όλα αυτά συνεπάγονται την επιβολή εθνικών δασμών και πρόσθετων τελωνειακών ή εισαγωγικών διατυπώσεων. Μεγάλη σημασία για την πορεία των εμπορικών σχέσεων Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου – και ιδιαίτερα για τις ελληνικές εξαγωγές – θα έχει η συγκεκριμένη εμπορική πολιτική που θα επιλέξει η χώρα, μετά την έξοδο. Αν ακολουθήσει, με άλλα λόγια, μια προστατευτική ή πιο ανοιχτή εμπορική πολιτική και – βεβαίως – αν η πολιτική αυτή θα προσαρμόζεται επιλεκτικά ανά τομέα. Τα εργαλεία πολιτικής που μπορούν να αξιοποιηθούν είναι αρκετά και περιλαμβάνουν από την επιβολή δασμών και ποσοστώσεων, μέχρι επιδοτήσεις, διμερείς και πολυμερείς εμπορικές συμφωνίες.
Το μόνο βέβαιο, είναι ότι αυτή τη στιγμή κινούμαστε όλοι σε αχαρτογράφητα νερά.
Αυτό που εμείς, ως επιχειρηματική κοινότητα επιδιώκουμε, να ελαχιστοποιηθούν όσο αυτό είναι δυνατόν οι επιπτώσεις μιας άτακτης εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου για τις ελληνικές επιχειρήσεις, για την εξωστρέφεια και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Κι αυτό μπορεί να επιτευχθεί αφενός μέσω της σωστής ενημέρωσης και προετοιμασίας των ελληνικών επιχειρήσεων, απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο.
Αφετέρου, με αποτελεσματική κινητοποίηση σε επίπεδο πολιτικής και οικονομικής διπλωματίες, ώστε να διασφαλιστούν οι καλύτεροι δυνατοί όροι για τη συνέχιση των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών, την επόμενη ημέρα».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr