Το διεθνές παράδειγμα
Οι ψηφιακές τεχνολογίες αποτελούν μια πολύ ισχυρή κινητήριο δύναμη για την παγκόσμια οικονομία, δημιουργώντας πάνω από το 1/5 του ΑΕΠ στις ψηφιακά ώριμες αγορές του κόσμου. Σύμφωνα με τη μελέτη «Digital Disruption, the growth multiplier» των Accenture Strategy και του Oxford Economics, το ποσοστό αυτό αναμένεται να διευρυνθεί μέχρι το 2020, με την ψηφιακή οικονομία να αγγίζει το 1/4 του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Ο κλάδος πρωτοστατεί στον μετασχηματισμό της οικονομίας, οδηγώντας πολλούς τομείς της, ακόμα και τους πλέον παραδοσιακούς, προς την ψηφιακή εποχή.
Η παραπάνω έρευνα παρουσιάζει τις επιδόσεις 11 κρατών σε μια σειρά τομέων, που σχετίζονται με την ψηφιοποίηση της οικονομίας και εκτιμά την επίδραση του ψηφιακού μοντέλου στο ΑΕΠ αυτών των χωρών.
Σύμφωνα με τα πορίσματα, οι χώρες που επιθυμούν να επιτύχουν υψηλότερα ποσοστά ανάπτυξης, θα πρέπει να ενισχύσουν την ψηφιακή δυναμική τους και την κατάταξή τους στο δείκτη «Digital Density Index» (Δείκτης Ψηφιακής Ωριμότητας).
Αυτή η στρατηγική, όπως δείχνουν τα συμπεράσματα, θα μπορούσε έως το 2020 να προσθέσει 2,4% στο ΑΕΠ της Αυστραλίας, 6,6% στο ΑΕΠ της Βραζιλίας, 3,7% στο ΑΕΠ Κίνας και 3,1% στο ΑΕΠ της Γαλλίας. Επιπλέον, θα βελτίωνε κατά 2,5% το ΑΕΠ της Γερμανίας, κατά 4,2% της Ιταλίας, ενώ θα προσέθετε 3,3% στο ΑΕΠ της Ιαπωνίας, 1,6% στο ΑΕΠ της Ολλανδίας, 3,2% στην περίπτωση της Ισπανίας, 2,5% στη Μεγάλη Βρετανία και 2,1% στο ΑΕΠ των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τη μελέτη, οι ψηφιακή «υπεροχή» του εργατικού δυναμικού φέρνει σημαντικά οικονομικά οφέλη. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην πιο ψηφιακή οικονομία του κόσμου, αυτή των ΗΠΑ, σχεδόν ένας στους δύο εργαζόμενους (το 43% του εργατικού δυναμικού) είναι σε θέση να υποστηρίξει την ψηφιακή στρατηγική των επιχειρήσεων της χώρας.
Ενδεικτικό της μετάβασης των επιχειρήσεων σε μια νέα εποχή είναι το γεγονός ότι όλο και αυξάνεται ο αριθμός των επιχειρήσεων που δημιουργούν θέση επικεφαλής ψηφιακής τεχνολογίας (Chief Digital Officer- CDO), προκειμένου να γίνει ταχύτερα ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους. Σήμερα ωστόσο, μόλις το 6% των 1.500 κορυφαίων εταιρειών έχουν ορίσει τέτοια θέση. Σύμφωνα όμως με μελέτη της Strategy, του κλάδου παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών στρατηγικής της PwC, το ποσοστό αυτό συνεχώς αυξάνεται.
Η επανάσταση του 5G
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας βρίσκεται ψηλά στην λίστα προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-ΚλόντΓιούνκερ, να θέτει συνεχώς ως προτεραιότητα στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της ΕΕ τις τηλεπικοινωνίες και την ευρυζωνικότητα, καθώς θεωρείται ότι θα επιταχύνουν τον αναιμικό ρυθμό ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό σχεδιασμό, η Ένωση στοχεύει στην πλήρη ανάπτυξη των δικτύων 5G για κάθε κράτος μέλος της μέχρι το 2025. Τα δίκτυα εξαιρετικά υψηλών ταχυτήτων αναμένεται να δημιουργήσουν 1,3 εκατ. θέσεις εργασίας, ενώ οι νέες επενδύσεις προς αυτή την κατεύθυνση υπολογίζονται σε 500 δισ. ευρώ, με την αύξηση του ΑΕΠ της ΕΕ να εκτιμάται σε 900 δισ. ευρώ.
Το όραμα αυτό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής περιλαμβάνει τρεις στρατηγικούς στόχους ψηφιακής ανάπτυξης:
1) Έως το 2025 κομβικά σημεία δημόσιου ή ιδιωτικού χαρακτήρα, όπως εκπαιδευτικά ιδρύματα, νοσοκομεία, συγκοινωνιακοί κόμβοι και δημόσιες υπηρεσίες, θα πρέπει να έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε ψηφιακές τεχνολογίες εξαιρετικά υψηλών ταχυτήτων.
2) Ανάπτυξη δικτύων πολύ υψηλών ταχυτήτων τόσο στον αστικό ιστό όσο και στις αγροτικές περιοχές, με ταχύτητα κατεβάσματος τουλάχιστον 100 Mbps, η οποία να μπορεί να αναβαθμιστεί σε Gbps.
3) Ενδιάμεσος στόχος είναι η κάλυψη 5G, να είναι εμπορικά διαθέσιμη τουλάχιστον σε μία μεγάλη πόλη σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ μέχρι το 2020.
Ενδεικτικό του τι συμβαίνει διεθνώς είναι το ότι το 2018 αναμένεται η πρώτη εκδοχή του δικτύου 5G από την Κίνα. Η ομάδα του υπουργείου Βιομηχανίας και Τεχνολογίας Πληροφορικής της Κίνας στοχεύει ήδη από το 2020 να προβεί στην εμπορική λειτουργία των δικτύων πέμπτης γενιάς και να προχωρήσει σε μεγάλης κλίμακας εφαρμογή τους το 2022 ή το 2023.
«Τα δίκτυα 5G συγκεντρώνουν σε ένα κοινό δίκτυο όλες τις τεχνολογίες αιχμής, κινητή – σταθερή – δορυφορική, επιτρέπουν πολλαπλάσια ταχύτητα και χωρητικότητα μεταφοράς δεδομένων, με αποτέλεσμα το σχεδιασμό και την ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών για επιχειρήσεις, πολίτες και δημόσια διοίκηση», εξηγεί στο Reporter ο Γιώργος Στεφανόπουλος, γενικός διευθυντής της Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ).
«Ήδη στον προθάλαμο του, οι αλλαγές που έχουν φέρει τα δίκτυα τέταρτης γενιάς είναι θεαματικές για πολλούς επιχειρηματικούς κλάδους όπως είναι ο τουρισμός, οι μεταφορές, η αυτοκινητοβιομηχανία, η μεταποίηση, τα logistics, η υγεία, η ενέργεια, τα ΜΜΕ, η Ψυχαγωγία και οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, με τις υπηρεσίες που προσφέρονται σε καταναλωτές και επιχειρήσεις να επιτρέπουν σημαντική εξοικονόμηση πόρων, χρόνου και απόστασης. Υπηρεσίες όπως η online διασύνδεση οχημάτων, παράδοση εμπορευμάτων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και εικονική πραγματικότητα για ειδικές επαγγελματικές συνεργασίες, είναι μόνο μερικές από τις καινοτόμες υπηρεσίες που περιμένουμε», προσθέτει.
Η Ελλάδα χρειάζεται ψηφιακό… restart
Τα οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει η Ελλάδα από αυτήν την «Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση» της ψηφιακής τεχνολογίας είναι τεράστια. Προς το παρόν, η μικρή διείσδυσή της στη χώρα μας, τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, αποτελούν μια βασική αιτία για την έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, ενώ μεγάλη ευθύνη για το γεγονός αυτό φέρει η απουσία (τουλάχιστον μέχρι τώρα) μιας ενιαίας και με συνέχεια ψηφιακής στρατηγικής από την πλευρά της ελληνικής Πολιτείας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στην ομάδα των χωρών που παρουσιάζουν υστέρηση ως προς τον μέσο όρο της Ένωσης, αλλά και σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη 2015.
Μάλιστα, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 26η θέση μεταξύ των 28 κρατών-μελών ως προς τις ψηφιακές επιδόσεις, ενώ μόνο το 63% είναι τακτικοί χρήστες του διαδικτύου και το 30% δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ διαδίκτυο. Οι Έλληνες έχουν χαμηλό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων και εμπιστοσύνης, ενώ οι περισσότεροι εξακολουθούν να μην πραγματοποιούν ηλεκτρονικές αγορές-συναλλαγές.
Γεγονός είναι ότι στη χώρα μας οι ταχύτητες του ίντερνετ συχνά μετρώνται σε χαμηλά διψήφια νούμερα Mbps. Η επιτάχυνση των ιδιωτικών επενδύσεων και η ύπαρξη ευνοϊκού προς τις επενδύσεις νομοθετικού και ρυθμιστικού πλαισίου είναι απαραίτητες προκειμένου οι ελληνικές επιχειρήσεις να επωφελούνται πλήρως από τα οφέλη των νέων τεχνολογιών και να αυξήσουν την παραγωγικότητα της εργασίας και την εξωστρέφειά τους, αλλά και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες του on-line εμπορίου.
Παράλληλα, ένα μεγάλο όφελος για την Ελλάδα θα μπορούσε να προκύψει από τη διασύνδεση των δημόσιων υπηρεσιών και την on-line εξυπηρέτηση των πολιτών. Η χρήση των ΤΠΕ στη δημόσια διοίκηση θα έχει πολύ θετικές συνέπειες σε μια χώρα τόσο υψηλών επιπέδων διαφθοράς και γραφειοκρατίας, καθώς θα ενισχύσει τη διαφάνεια και κατ’επέκταση την αναπτυξιακή δυναμική, ενώ θα βοηθήσει και στον εκσυγχρονισμό, την αναβάθμιση και τη μείωση του κόστους λειτουργίας των υπηρεσιών που παρέχονται σε επιχειρήσεις και πολίτες.
Διεθνείς μελέτες καταδεικνύουν ότι, η αναβάθμιση από δίκτυα 2ης γενιάς (2G) σε δίκτυα 3ης γενιάς (3G) σε μια χώρα με 100% χρήση κινητών υπηρεσιών συμβάλλει σε ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,7%. Αντίστοιχα, για τα δίκτυα 4ης γενιάς (4G), (από 2ης γενιάς) η αύξηση αγγίζει το 1% κατ’ έτος.
«Οι τεχνολογίες cloud και οι νέες πλατφόρμες υπηρεσιών ΙοΤ δηλαδή εφαρμογών επικοινωνίας Μ2Μ, φέρουν ήδη τεράστιες αλλαγές σε πολλούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Η δημόσια διοίκηση εξελίσσεται, καθώς οι ΨΕ δημιουργούν νέες δυνατότητες παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, έξυπνης διακυβέρνησης, πάταξης της φοροδιαφυγής και προστασίας ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Νεοφυείς επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, με εξωστρεφή προσανατολισμό, αναδύονται πλέον στην παγκόσμια αγορά, προσελκύοντας σημαντικές άμεσες ξένες επενδύσεις», επισημαίνει ο κ. Στεφανόπουλος και σημειώνει:
«Όπως πρόσφατα υπολόγισε το ΟΠΑ στην τελευταία μελέτη του για τον Κλάδο, η διευκόλυνση του επενδυτικού περιβάλλοντος, μπορεί να οδηγήσει στη σύγκλιση της Ελλάδας με την Ευρώπη στη χρήση δεδομένων, η οποία απαιτεί δίκτυα νέας γενιάς και να φέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% και επιπλέον δημόσια έσοδα 2 δισ. ευρώ ως το 2020».
Μια επιπρόσθετη και βαρύνουσας σημασίας ωφέλεια που μπορεί να φέρει στην Ελλάδα η ανάπτυξη των ΤΠΕ είναι ο περιορισμός του brain drain. Το ανθρώπινο δυναμικό του κλάδου στη χώρα μας διαθέτει υψηλή εκπαίδευση και τεχνογνωσία, με αποτέλεσμα να είναι περιζήτητο στο εξωτερικό. Για του λόγου το αληθές, σύμφωνα με στοιχεία του World Economic Forum, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 10η θέση ανάμεσα σε 138 χώρες όσον αφορά την τεχνολογική εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού. Τα κατάλληλα κίνητρα στις επιχειρήσεις για ενσωμάτωση των τεχνολογιών στη λειτουργία τους θα μπορούσαν να περιορίσουν τη φυγή των υψηλού επιπέδου αυτών επιστημόνων.
Τι θετικό έγινε το 2016 ως προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας μας; «Η ίδρυση του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής είναι ίσως η σημαντικότερη κυβερνητική πρωτοβουλία των τελευταίων ετών για τον Κλάδο του ICT», απαντά ο κ. Στεφανόπουλος. «Η δημιουργία του σηματοδοτεί την πρόθεση της Κυβέρνησης για ένταξη της ψηφιακής οικονομίας στις προτεραιότητες του κυβερνητικού έργου και στοίχιση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Στρατηγική. Γιατί οι πρόσφατες δηλώσεις Γιουνκέρ δίνουν ξεκάθαρα το μήνυμα για φιλικό επενδυτικό περιβάλλον και ξεκλείδωμα επενδύσεων, στο πλαίσιο της ανάπτυξης των δικτύων 5G, τα οποία θα σημάνουν ανάπτυξη νέων θέσεων εργασίας στην ΕΕ και αύξηση δημοσίων εσόδων», προσθέτει.
Μαρία Μιχάλη
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr