Η έκθεση βασίζεται στην επισκόπηση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων για το οικονομικό έτος 2005 σε 65 από τις μεγαλύτερες (βάσει κεφαλαιοποίησης) επιχειρήσεις παγκοσμίως που εφαρμόζουν τα ΔΠΧΠ. Στόχος είναι η διερεύνηση των τάσεων και εξελίξεων που εμφανίστηκαν κατά τον πρώτο χρόνο της εφαρμογής των ΔΠΧΠ σε επιχειρήσεις της Ε.Ε. και της ενσωμάτωσης τους στα εθνικά λογιστικά πρότυπα άλλων χωρών, όπως η Αυστραλία.
«Κατά μια άποψη, η έγκαιρη εφαρμογή των ΔΠΧΠ μπορεί να θεωρηθεί μεγάλη επιτυχία, ιδιαίτερα εάν σκεφτούμε ότι η μετάβαση στα ΔΠΧΠ συνεπαγόταν σημαντικές αλλαγές σε σχέση με τις προηγούμενες απαιτήσεις χρηματοοικονομικής πληροφόρησης. Απομένει, ωστόσο, πολύς δρόμος προκειμένου να επιτευχθεί η επιθυμητή συνέπεια και συγκρισιμότητα. Είναι υποχρέωση όλων των εμπλεκομένων να επιτύχουν μια κοινή βάση κατανόησης, να προωθήσουν τις βέλτιστες πρακτικές και να εξαλείψουν τις ασυνέπειες στα υφιστάμενα πρότυπα, ώστε τα ΔΠΧΠ να αποτελέσουν πραγματική υπεραξία τόσο για τους επενδυτές όσο και για τις ίδιες τις εταιρείες», υπογραμμίζει ο κ. David Lindsell, επικεφαλής του αρμόδιου τμήματος της Ernst & Young Global.
Ύστερα από ανάλυση 5.000 σελίδων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τα 4 σημαντικά ζητήματα που, σύμφωνα με την Ernst & Young, εξηγούν το έλλειμμα συνέπειας και συγκρισιμότητας είναι τα εξής:
·Πρώτον, πολλές οικονομικές καταστάσεις βάσει ΔΠΧΠ διακρίνονται από μια ισχυρή εθνική ταυτότητα. Η κύρια επίδραση των ΔΠΧΠ ήταν στον τρόπο με τον οποίο μια επιχείρηση αναγνωρίζει, αποτιμά και γνωστοποιεί την κάθε μία πληροφορία και όχι στον τρόπο παρουσίασης των αποτελεσμάτων. Κάποιες επιχειρήσεις έχουν υιοθετήσει μια προσέγγιση που ελαχιστοποιεί τις αλλαγές σε σχέση με τα προηγούμενα εθνικά πρότυπα, περιορίζοντας, για παράδειγμα, τη δυνατότητα διενέργειας συγκρίσεων σε επίπεδο κλάδου.
·Δεύτερον, εξαιτίας κενών και ανακολουθιών στα ίδια τα ΔΠΧΠ καθώς και της απουσίας λογιστικής καθοδήγησης προσανατολισμένης στις ανάγκες του κάθε κλάδου, η εφαρμογή των ΔΠΧΠ εμπλέκει σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές κρίσεις στην επιλογή και την εφαρμογή των σχετικών λογιστικών χειρισμών, στοιχείο το οποίο αποβαίνει εις βάρος της συνέπειας και συγκρισιμότητας. Τα ΔΠΧΠ δεν βασίζονται σε ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο σύνολο αρχών, ενώ ορισμένα μεμονωμένα πρότυπα επιτρέπουν εναλλακτικούς λογιστικούς χειρισμούς.
·Τρίτον, οι επιχειρήσεις δεν έχουν πεισθεί ότι η οικονομική πληροφόρηση που παρέχεται βάσει ΔΠΧΠ είναι επαρκής ή και σε ορισμένες περιπτώσεις κατάλληλη για να επικοινωνήσουν την απόδοσή τους στην αγορά.
·Τέταρτον, οι οικονομικές καταστάσεις που βασίζονται στα ΔΠΧΠ είναι πολύ πιο σύνθετες από αυτές που στηρίζονται σε εθνικά λογιστικά πρότυπα. Η πολυπλοκότητα αυτή απειλεί να υποβαθμίσει τη χρησιμότητα των ΔΠΧΠ οικονομικών καταστάσεων σε ό,τι αφορά τη λήψη αποφάσεων. Η προετοιμασία των οικονομικών καταστάσεων κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια άσκηση τεχνικής συμμόρφωσης που απευθύνεται σε απολύτως εξειδικευμένους επαγγελματίες και όχι σε έναν μηχανισμό για την επικοινωνία της απόδοσης και της οικονομικής κατάστασης των επιχειρήσεων.
Όπως δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Ε&Υ Hellas κ. Θέμης Λιανόπουλος, «τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η έκθεση της E&Y Global αφορούν σε μεγάλο βαθμό και το ελληνικό περιβάλλον. Σε σχέση με την ελληνική εταιρική πραγματικότητα, δήλωσε ο κ. Λιανόπουλος, εκτιμούμε ότι δεν έχουν όλοι σαφή αντίληψη αναφορικά με την αλλαγή νοοτροπίας και εταιρικής κουλτούρας που απαιτείται προκειμένου να εφαρμοσθούν με επιτυχία τα ΔΠΧΠ, υπό την έννοια της μετάβασης από ένα μηχανιστικό λογιστικό περιβάλλον που στηριζόταν σε σημαντικό βαθμό σε διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, σε μια σύγχρονη πλατφόρμα λογιστικής και χρηματοοικονομικής αναφοράς όπως είναι τα ΔΠΧΠ».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr