Στην αγορά κυριαρχεί ουσιαστικά μία μεγάλη ζυθοβιομηχανία η οποία παράγει, εισάγει και διακινεί ισχυρά εμπορικά σήματα, ενώ δραστηριοποιούνται επίσης λίγες ακόμη παραγωγικές επιχειρήσεις, καθώς και αρκετές εισαγωγικές εταιρείες του ευρύτερου κλάδου των ποτών και ειδών διατροφής. Πολύ πρόσφατα παρατηρείται και τάση ανάπτυξης επιχειρήσεων μικρο-ζυθοποιίας στην εγχώρια αγορά. Από επιχειρηματική σκοπιά, δυνατό σημείο του κλάδου είναι κατ΄ αρχήν η υψηλή κερδοφορία των εδραιωμένων εταιρειών. Επίσης, δυνατό σημείο από πλευράς προϊόντος θεωρείται η χαμηλότερη τιμή του σε σχέση με τα ανταγωνιστικά οινοπνευματώδη ποτά, η ανεπτυγμένη παραγωγική βάση, οι κατάλληλες συνθήκες παραγωγής (διαθεσιμότητα κατάλληλου νερού) και η προσφορά προϊόντων υψηλής ποιότητας, κυρίως δε η πληθώρα-ποικιλία των τελικών σημείων διάθεσης και η «εύκολη» πρόσβαση στην κατανάλωση μπύρας σε πολλές διαφορετικές περιστάσεις.
Το βασικότερο χαρακτηριστικό της ζήτησης μπύρας στην Ελλάδα είναι η εποχικότητα. Η περίοδος ουσιαστικής κατανάλωσης μπύρας στη χώρα μας αρχίζει το Μάρτιο και διαρκεί 8 μήνες περίπου, με την κατανάλωση να κορυφώνεται μεταξύ των μηνών Μαΐου και Σεπτεμβρίου. Το στοιχείο της εποχικότητας συνδυάζεται και με την τουριστική κίνηση προς τη χώρα μας, η οποία έχει σαφώς θετική επίδραση στην εγχώρια κατανάλωση μπύρας. Επίσης, παράγοντας που επηρεάζει τη ζήτηση μπύρας είναι και η τιμή της σε σχέση και με τις τιμές των άλλων οινοπνευματωδών ποτών, καθώς επίσης και η χαμηλή περιεκτικότητά της σε αλκοόλ που ευνοεί την κατανάλωσή της σε μεγαλύτερες ποσότητες.
Από την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών που διενεργεί ή ΕΣΥΕ προκύπτει ότι η μέση μηνιαία δαπάνη των νοικοκυριών για μπύρα, καλύπτει το 28,5% των αντίστοιχων δαπανών για αγορά οινοπνευματωδών ποτών γενικά. Όσον αφορά τα υποκατάστατα προϊόντα, η εμφάνιση στην αγορά νέων ποτών χαμηλού αλκοολικού βαθμού (ready to drink) ασκεί έντονο ανταγωνισμό στον κλάδο, καθώς τα εν λόγω προϊόντα αποσπούν μερίδιο αγοράς από τη μπύρα.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται κάποια τάση μετατόπισης της ζήτησης μπύρας από την «κρύα» αγορά (εστιατόρια, μπαρ κλπ.) στη «ζεστή» (οικιακή κατανάλωση), ωστόσο η κατανάλωση στην «κρύα» αγορά εξακολουθεί να κυριαρχεί καλύπτοντας τα 2/3 του συνόλου.
Η ζήτηση μπύρας στην ελληνική αγορά καλύπτεται κυρίως από την εγχώρια παραγωγή, το μέγεθος της οποίας παρουσίασε διακυμάνσεις την περίοδο 1996-2008. Συγκεκριμένα, η εγχώρια παραγωγή μπύρας μετά από μείωση (-6,8%) που σημειώθηκε κατά το 2007, παρουσίασε οριακή αύξηση (κατά 1,3%) το 2008.
Η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση μπύρας αυξήθηκε κατά 2,7% το 2008 έναντι του 2007. Τα τελευταία χρόνια η εισαγωγική διείσδυση στην αγορά μπύρας παρουσιάζει ανοδική τάση. Τη διετία 2007-2008 ο βαθμός εισαγωγικής διείσδυσης κυμάνθηκε μεταξύ 11%-12%. Από την άλλη, η εξαγωγική επίδοση παρουσιάζει διακυμάνσεις, ενώ το 2008 οι εξαγωγές κάλυψαν το 6,4% της παραγωγής.
Στα πλαίσια της μελέτης έγινε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος οκτώ παραγωγικών επιχειρήσεων, για τις χρήσεις 2006 και 2007. Όπως προέκυψε από την εν λόγω ανάλυση, το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων ζυθοποιίας παρουσίασε μικρή μόνο μεταβολή (1,4%) το 2007 σε σχέση με το 2006, προερχόμενη κυρίως από την αύξηση των αποθεμάτων. Το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2006, ενώ οι συνολικές βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξήθηκαν κατά 9,6% το 2007. Οι συνολικές πωλήσεις των οκτώ (8) επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν σε €517 εκ. το 2007 αυξημένες κατά 10% έναντι του προηγουμένου έτους. Τα μικτά κέρδη αυξήθηκαν κατά 37,4%, γεγονός που οδήγησε σε σημαντική βελτίωση τόσο το λειτουργικό αποτέλεσμα (+19,5%), όσο και τα κέρδη προ φόρου (+18,4%). Τα κέρδη EBITDA αυξήθηκαν το τελευταίο έτος κατά 11,7%. Η αποδοτικότητα ιδίου κεφαλαίου διαμορφώθηκε σε 27,9% το 2007, ενώ εντυπωσιακή βελτίωση εμφανίζει το περιθώριο μικτού κέρδους.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, η συνολική εγχώρια αγορά της μπύρας αναμένεται να επηρεασθεί από τις συνθήκες πίεσης του διαθέσιμου οικογενειακού εισοδήματος και τη μείωση των τουριστικών αφίξεων κατά τη θερινή περίοδο του 2009, με συνέπεια παράγοντες του κλάδου να μην αποκλείουν πιθανή μείωση της ζήτησης, χωρίς όμως μεγάλη απόκλιση από τα δεδομένα του έτους 2008. Η διαφαινόμενη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος μέρους των καταναλωτών και ο συνεπαγόμενος περιορισμός της συχνότητας εξόδου για διασκέδαση, αναμένεται να εντείνει τη σταδιακή αύξηση του ποσοστού της «ζεστής» αγοράς.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr