Ήταν η τρίτη και... φαρμακερή φορά για την έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας εις βάρος του πρώην καγκελάριου SPD με το ερώτημα της διαγραφής του. Οι δύο προηγούμενες ημερομηνίες, τον Ιούνιο, είχαν ακυρωθεί λόγω ασθενείας. Την Πέμπτη όμως η τοπική οργάνωση του SPD για την περιοχή του Ανοβέρου, όπου ζει και εργάζεται ο πρώην καγκελάριος, συνεδρίασε κανονικά για να εξετάσει τα συνολικά 17 αιτήματα που έχουν καταθέσει άλλες τοπικές οργανώσεις του κόμματος. Σύμφωνα με την DW, ζητούν την αποπομπή του 78χρονου, πλέον, Γκέρχαρντ Σρέντερ. Στη συνεδρίαση δεν παρέστη ο ίδιος ο Σρέντερ, ούτε ο δικηγόρος του, κάτι που ωστόσο δεν εμποδίζει τη συνέχιση της διαδικασίας.
Ο επικεφαλής της τοπικής οργάνωσης του SPD στο Ανόβερο, Κρίστοφ Ματέρνε, δηλώνει στην Deutsche Welle ότι δεν αναμένει απόφαση εντός της εβδομάδας. Θεωρητικά η αρμόδια πειθαρχική επιτροπή έχει στη διάθεσή της τρεις ολόκληρες εβδομάδες, ενώ το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) θεωρεί πιθανή μία ετυμηγορία στις αρχές Αυγούστου. Ο Σρέντερ ήταν καγκελάριος στην περίοδο 1998-2005, για να τον διαδεχθεί η Άνγκελα Μέρκελ, ενώ είχε διατελέσει πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος από το 1999 ως το 2004. Είχε παραδοσιακά «δύσκολες» σχέσεις με τον κομματικό μηχανισμό, ενώ εδώ και πολύν καιρό βρίσκεται στο στόχαστρο κριτικής. Όχι μόνο γιατί - ήδη από την εποχή της παντοδυναμίας του - διατηρεί φιλική σχέση με τον Βλάντιμιρ Πούτιν, αλλά και επειδή δραστηριοποιείται ως λομπίστας ρωσικών εταιρειών στον κλάδο της ενέργειας.
«Σημαντική ζημία» για το κόμμα;
Είναι όμως τόσο εύκολη η διαγραφή από ένα πολιτικό κόμμα; Το βέβαιο είναι ότι κάτι τέτοιο δεν γίνεται με μία απλή απόφαση του αρχηγού. Τα πολιτικά κόμματα στη Γερμανία δεν έχουν προσωποπαγή χαρακτήρα και αυτό κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, που προβλέπει ότι η «εσωτερική λειτουργία» τους θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις «θεμελιώδεις αρχές της Δημοκρατίας». Περαιτέρω λεπτομέρειες ορίζει ο «νόμος περί πολιτικών κομμάτων» που ψηφίστηκε το 1967 και προβλέπει ότι ένα μέλος του κόμματος αποπέμπεται μόνο σε περίπτωση που «ενεργεί με δόλο, παραβιάζοντας το καταστατικό του κόμματος» ή «προσβάλλει με τρόπο ιδιαιτέρως ειδεχθή τις θεμελιώδεις αρχές του κόμματος» και υπό την προϋπόθεση ότι από τη συμπεριφορά αυτή «προκύπτει σημαντική ζημία» για το κόμμα. Για συμπεριφορές που δεν εμπίπτουν σε αυτά τα κριτήρια, μία «επίπληξη» μπορεί να είναι αρκετή.
Ασφαλώς, κανένα πολιτικό κόμμα δεν είναι υποχρεωμένο να δέχεται τους πάντες ως μέλη του. Αλλά από τη στιγμή που θα δεχθεί κάποιον, δεν μπορεί τόσο εύκολα να τον αποπέμψει. Ωστόσο, οι 17 τοπικές οργανώσεις που κατέθεσαν το αίτημα για διαγραφή του Γκέρχαρντ Σρέντερ δεν κάνουν πίσω. «Θα είναι μία επίπονη διαδικασία, αλλά εμείς θα επιμείνουμε», δηλώνει στην Deutsche Welle ο Αλί Κάαν Σεβίντς, επικεφαλής της τοπικής οργάνωσης στο Έσεν Φρόντχαουζεν-Άλεντορφ. Ήταν ένας από τους πρώτους που ζήτησαν τη διαγραφή του Σρέντερ και μέχρι σήμερα θυμάται ότι η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του SPD στην περιοχή επικροτούσε το αίτημα σε ποσοστό 95%, ενώ ιδιαίτερα ενθαρρυντικές ήταν οι αντιδράσεις μέσω e-mail ή μηνυμάτων στο Facebook.
Επιφυλάξεις από τους συνταγματολόγους
Πολλοί ειδικοί εκφράζουν πάντως ενδοιασμούς για την «υπόθεση Σρέντερ». Όπως λέει στην Deutsche Welle ο Μάρτιν Μόρλοκ, ομότιμος καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και ειδικός στο δίκαιο των πολιτικών κομμάτων, «είναι προβληματικό να θέτεις ζήτημα κομματικής πειθαρχίας για μία συμπεριφορά, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τη λειτουργία του κόμματος υπό τη στενή έννοια». Επιπλέον, αναφέρει ο καθηγητής Μόρλοκ, «η συμμετοχή σε ένα πολιτικό κόμμα δεν μπορεί να περιορίζει την ελευθερία της γνώμης, ούτε την ελευθερία του επαγγέλματος και το δικαίωμα προς εργασία».
Και αν η συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα δεν ανταποκρίνεται στην κρατούσα αντίληψη στο εσωτερικό του κόμματος; «Ένα πολιτικό κόμμα δεν είναι μοναστικό τάγμα», ξεκαθαρίζει ο Μάρτιν Μόρλοκ. «Δεν μπορεί να κρίνεται με κομματικά γυαλιά η επαγγελματική δραστηριότητα του καθενός». Αυτό δεν σημαίνει ότι ο γερμανός συνταγματολόγος απορρίπτει εξ αρχής την κομματική πειθαρχία και το έσχατο μέσο της διαγραφής. Επισημαίνει όμως ότι η διαγραφή κρίνεται θεμιτή μόνο ως «απαραίτητο μέσο για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία του κόμματος», για παράδειγμα «στην περίπτωση που κάποιος υφαρπάζει αρμοδιότητες άλλων ή αρνείται να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα μίας εσωκομματικής ψηφοφορίας».
«Χαλαρά» συνεχίζει ο Γκέρχαρντ Σρέντερ
Ο ίδιος ο πρώην καγκελάριος λέει ότι αναμένει «με ηρεμία» το αποτέλεσμα της πειθαρχικής διαδικασίας. «Είμαι και θα παραμείνω σοσιαλδημοκράτης» δηλώνει στο περιοδικό DER SPIEGEL. Λίγο πριν είχε ανακοινώσει ότι θα αποχωρήσει από το εποπτικό συμβούλιο του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Rosneft, ενώ δεν επιθυμεί να θέσει υποψηφιότητα για το εποπτικό συμβούλιο της Gazprom.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr