Η υποχώρηση της πανδημίας είναι το μόνο θετικό, αν και οι ειδικοί επιμένουν ότι δεν έχει τελειώσει και νέες μεταλλάξεις καιροφυλακτούν.
Το πρόβλημα του πληθωρισμού, όμως, παραμένει και μάλιστα έχει ενταθεί, με την ΕΚΤ να φοβάται πλέον τον στασιμοπληθωρισμό, ενώ έχει προστεθεί και ο εφιάλτης του πολέμου στην Ουκρανία, που είναι και οικονομικός και ενεργειακός.
Ο πόλεμος φέρνει... μάχη και για την ΕΚΤ
Ο πόλεμος στην Ουκρανία απειλεί να εκτροχιάσει την ανάκαμψη της ευρωζώνης, να ανεβάσει τις τιμές καταναλωτή και να προβληματίσει εκ νέου την ΕΚΤ σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής της πολιτικής.
Η εξάρτηση της Ευρώπης από τη ρωσική ενέργεια σημαίνει ότι είναι δεδομένο ότι θα υποφέρει περισσότερο από τις περισσότερες περιοχές από τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία, σημειώνουν αναλυτές στους Financial Times, αφήνοντας την ΕΚΤ διχασμένη μεταξύ της καταπολέμησης του πληθωρισμού-ρεκόρ και της άμβλυνσης του αναμενόμενου πλήγματος στην ανάπτυξη.
Η οικονομία της ευρωζώνης αντιμετωπίζει το ρίσκο του σοκ του στασιμοπληθωρισμού, το τοξικό μείγμα στάσιμης ανάπτυξης και υψηλού πληθωρισμού, εξηγεί ο Φρέντερικ Ντουκροζέτ, στρατηγικός αναλυτής της Pictet Wealth Management. «Η αβεβαιότητα δεν ήταν ποτέ τόσο υψηλή, επομένως δεν έχει κανένα απολύτως νόημα η ΕΚΤ να αναλάβει σταθερές δεσμεύσεις να αλλάξει ο,τιδήποτε».
Μόλις τον περασμένο μήνα, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ συμφώνησε ότι θα μπορούσε να επιταχύνει μια «σταδιακή εξομάλυνση» της εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής της, θέτοντας τις προϋποθέσεις για να τερματίσει τις καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς ομολόγων 4,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ και να αυξήσει τα επιτόκια κατά το τέλος του έτους.
Τώρα, όμως, οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η κεντρική τράπεζα θα θέσει αυτά τα σχέδια σε αναμονή, επιλέγοντας να διατηρήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ευελιξία ενώ αξιολογεί τις επιπτώσεις της κρίσης για τις 19 χώρες της ευρωζώνης.
«Για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής αυτό που κυριαρχεί εδώ είναι ο αρνητικός αντίκτυπος στην ανάπτυξη», εξηγεί η Κάθριν Νάις, επικεφαλής οικονομολόγος της PGIM Fixed Income. «Η ΕΚΤ πρέπει να αναλάβει τον έλεγχο της αφήγησης για τον πληθωρισμό και να υποδείξει ξεκάθαρα ότι οφείλεται σε ένα εξωτερικό σοκ με αρνητικές συνέπειες για την ανάπτυξη. Αυτό είναι το κυρίαρχο θέμα».
«Εμφύλιος» λόγω πληθωρισμού
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, έχει ήδη πει ότι η ισχυρή νομισματική στήριξη θα μπορούσε να διατηρηθεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, υποσχόμενη τον περασμένο μήνα «να λάβει ο,τιδήποτε μέτρα χρειάζεται» ως απάντηση στην κρίση στην Ουκρανία.
Ο Φίλιπ Λέιν, επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας, προχώρησε περαιτέρω την περασμένη εβδομάδα, λέγοντας ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να αποδεχθεί την άνοδο του πληθωρισμού πάνω από τον στόχο του 2% για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όταν αντιμετωπίζει «ένα δυσμενές σοκ προσφοράς», όπως αυτό που προκλήθηκε από τη ρωσο-ουκρανική σύγκρουση. Η ΕΚΤ θα μπορούσε ακόμη και να εξετάσει «νέα μέσα πολιτικής» για τη στήριξη των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών, πρόσθεσε.
Ωστόσο, ορισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ εξακολουθούν να είναι πεπεισμένα ότι πρέπει να επιταχυνθεί η απόσυρση των κινήτρων της ως απάντηση στον πληθωρισμό που κατέγραψε νέο ρεκόρ 5,8% στην ευρωζώνη τον Φεβρουάριο και αναμένεται να ανέλθει έως και 7% φέτος.
«Θα πρέπει να επικεντρωνόμαστε στην ομαλοποίηση της νομισματικής μας πολιτικής», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Γιόακιμ Νάγκελ, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας.
Άλλα στελέχη της ΕΚΤ λένε ότι είναι καλύτερο να αντιμετωπιστεί ο υψηλός πληθωρισμός τώρα προτού η κρίση στην Ουκρανία τον κάνει ακόμη χειρότερο. Λένε ότι η Ρωσία αντιπροσωπεύει μόνο το 4% των εξαγωγών της ΕΕ, περιορίζοντας τον άμεσο αντίκτυπο ενός οικονομικού αποκλεισμού της χώρας.
Η Ρωσία παρέχει περίπου το 40% του φυσικού αερίου της ΕΕ και οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να διακόψει αυτή την προμήθεια. Ωστόσο, άλλοι πιο «επιθετικοί» αξιωματούχοι λένε ότι αυτό είναι απίθανο, επισημαίνοντας ότι η Ρωσία συνέχισε να προμηθεύει αέριο στην Ευρώπη καθ' όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Οι τιμές, όμως, συνεχίζουν να ανεβαίνουν σε δυσθεώρητα επίπεδα. Το πετρέλαιο έφτασε αυτή την εβδομάδα στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 14 ετών, με την JPMorgan να προβλέπει ότι θα μπορούσε να αυξηθεί άλλο 50% μέχρι το τέλος του έτους, ενώ το ευρωπαϊκό φυσικό αέριο σημείωσε νέο ρεκόρ. Το σιτάρι και το νικέλιο έχουν φτάσει επίσης σε ιστορικά υψηλά.
Η πτώση της ανεργίας στην ευρωζώνη στο ιστορικό χαμηλό του 6,8% τον Ιανουάριο καθιστά πιο πιθανό οι εργαζόμενοι θα πιέσουν σύντομα για πολύ υψηλότερους μισθούς, με τους οικονομολόγους να φοβούνται ότι θα γίνει πιο δύσκολο να μειωθεί ο πληθωρισμός. Η πτώση του ευρώ κοντά στο χαμηλό πέντε ετών έναντι του δολαρίου θα προσθέσει περαιτέρω πληθωριστικές πιέσεις αυξάνοντας το κόστος των εισαγωγών.
«Είναι προφανές ότι ο πληθωρισμός θα μείνει μαζί μας, επομένως πρέπει να κάνουμε κάτι», δήλωσε στους Financial Times ένα από τα πιο σκληροπυρηνικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. «Δεν μπορούμε απλώς να πούμε ότι θα περιμένουμε και θα δούμε».
Απαισιόδοξες οι προβλέψεις
Η ΕΚΤ θα δημοσιεύσει νέες προβλέψεις την Πέμπτη, οι οποίες ευρέως αναμένεται να προβλέψουν χαμηλότερη ανάπτυξη και υψηλότερο πληθωρισμό. Ωστόσο, ορισμένοι οικονομολόγοι, όπως ο Ράινχαρντ Κλούζε της UBS, αναμένουν ότι θα διατηρήσει την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό ακριβώς κάτω από τον στόχο του 2% για τα επόμενα δύο χρόνια, επιτρέποντάς της να πει ότι μια βασική προϋπόθεση για την αύξηση των επιτοκίων παραμένει ανεκπλήρωτη.
Η δεξαμενή σκέψης (think tank) Bruegel εκτίμησε ότι, εάν διακοπεί η παροχή ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, θα αφήσει την περιοχή ανίκανη να ξαναγεμίσει τις δεξαμενές αποθήκευσης πριν τον επόμενο χειμώνα και θα την αναγκάσει να μειώσει τη χρήση ενέργειας κατά 10-15%. Η ΕΕ πρόκειται να αποκαλύψει ένα σχέδιο μείωσης των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου κατά δύο τρίτα εντός ενός έτους, αυξάνοντας τις προμήθειες από άλλους παραγωγούς και ενισχύοντας την ενεργειακή απόδοση.
Ωστόσο, η Goldman Sachs υπολόγισε ότι ένα συνολικό κλείσιμο των προμηθειών ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα μπορούσε να μειώσει το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της ευρωζώνης κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες. Η PGIM εκτίμησε ότι ο αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι έως και 5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, αυξάνοντας την προοπτική τρίτης ύφεσης σε δύο χρόνια.
Η Έλγκα Μπαρτς, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στο Ινστιτούτο Επενδύσεων BlackRock, δήλωσε: «Αυτή η κρίση είναι άλλο ένα σοκ προσφοράς που ενισχύει την άποψή μας ότι οι κεντρικές τράπεζες θα επιλέξουν να ζήσουν με υψηλό πληθωρισμό».
Οι λέξεις κάνουν τη διαφορά
Οι οικονομολόγοι πιστεύουν ότι η ΕΚΤ είναι πιθανό να επιδιώξει έναν συμβιβασμό μεταξύ των πιο σκληροπυρηνικών και των πιο ευέλικτων μελών κάνοντας προσεκτικές, αλλά συμβολικά σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο περιγράφει τις μελλοντικές της προθέσεις.
Μια επιλογή είναι να αφαιρεθεί η λέξη «σύντομα» από τη δήλωση της ΕΚΤ ότι θα τερματίσει τις καθαρές αγορές ομολόγων «λίγο πριν» αυξήσει τα επιτόκια, κάτι που θα της έδινε περισσότερα περιθώρια να σταματήσει να αγοράζει ομόλογα χωρίς να σηματοδοτεί ότι επίκειται αύξηση επιτοκίου.
Μια δεύτερη θα μπορούσε να είναι η απόρριψη μιας αναφοράς σε μια πιθανή μείωση επιτοκίων, καθιστώντας σαφέστερο ότι η επόμενη κίνηση στα επιτόκια θα είναι ανοδική.
Γενικότερα, οι αναλυτές στοιχηματίζουν ότι η κεντρική τράπεζα θα στοχεύσει σε συμβιβασμούς ενώ μαθαίνει πώς να ζει με υψηλό πληθωρισμό και χαμηλότερη ανάπτυξη και θα επιδιώξει την ευελιξία. Η εκτίμησή τους είναι ότι τελικά θα αποφασίσει να καθυστερήσει την άνοδο των επιτοκίων μέχρι αργά στο τέλος του χρόνου.
Ακόμα κι έτσι, ο διχασμός εντός ΕΚΤ σχετικά με το πώς να ανταποκριθεί στις πιέσεις που προκλήθηκαν από την κρίση στην Ουκρανία σημαίνει, όπως επισημαίνουν και οι Financial Times, ότι δύσκολα θα μπορούσε να βρεθεί κάποιος τέτοιος συμβιβασμός.
Επιμέλεια: Νατάσα Παπαδημητροπούλου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr