Σε συνέντευξη Τύπου που παρέθεσε στους δημοσιογράφους, στη Νέα Υόρκη, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είπε, σύμφωνα με την ΕΡΤ, ότι «η παρούσα επίσκεψη θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική και ελπίζω να είναι σημαντική ενόψει της συνάντησης που θα γίνει ύστερα από πρόσκληση του ΓΓ των ΗΕ, μεταξύ του ΓΓ με τους δύο ηγέτες, στις 27 Σεπτεμβρίου σε γεύμα που θα παραθέσει ο ΓΓ στα ΗΕ.
Στις 30 Αυγούστου είχα αποστείλει επιστολή στον ΓΓ επαναλαμβάνοντας την ετοιμότητα και αποφασιστικότητα όχι μόνο να συμμετάσχω σε μια συνάντηση με τον ΓΓ και τον κ. Τατάρ αλλά και να αναπτύξω τις θέσεις που μπορεί να βοηθήσουν, αν υπάρχει καλή θέληση και από την άλλη πλευρά, ώστε να επαναρχίσει ένας ουσιαστικός, δημιουργικός διάλογος που θα οδηγήσει σε λύση στα πλαίσια των ΗΕ και που θα αποδίδει ένα λειτουργικό και συνεπώς βιώσιμο κράτος σεβόμενο τις ανησυχίες και των δύο κοινοτήτων και με πλήρη σεβασμό στο ευρωπαϊκό κεκτημένο και γενικότερα στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Συνεπώς θεωρώ ότι αν υπάρχει καλή θέληση και από την άλλη πλευρά, μπορεί να συμβεί αυτό που κατά τις συναντήσεις με τον ΓΓ τον Ιούνιο του 2017 και τον Νοέμβριο του 2019 μπορεί να αποδώσει αποτελέσματα. Βεβαίως το 2017 απέδωσε τη Σύνοδο στο Κραν Μοντανά. Το 2019 στο Βερολίνο δυστυχώς παρά τη συμφωνία των ηγετών με τον ΓΓ και παρά το κοινό ανακοινωθέν που περιέγραφε παραμέτρους που θα μπορούσε να κινηθεί ένας διάλογος, απέτυχε λόγω των παρεμβάσεων της Άγκυρας, των αιτιάσεων και προσχημάτων που χρησιμοποίησε προκειμένου να αποφευχθεί μια επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, με απώτερο στόχο, με βάση και τη δουλειά που είχε παραχθεί στα προηγούμενα χρόνια, να συνεχίσουμε καταλήγοντας σε μια συμφωνία.
Θα ήμουν υπεραισιόδοξος να έλεγα, λαμβάνοντας υπόψη τις θέσεις του κ. Τατάρ επαναλαμβάνοντας τα όσα υπαγορεύονται από την Άγκυρα, ότι μπορεί να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα. Όμως, αυτό που έχει σημασία είναι το ότι γίνεται η συνάντηση, ότι εμείς είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε ό,τι απαιτείται με την έννοια να ερμηνεύσουμε προτάσεις που έχουν κατατεθεί, αν και η άλλη πλευρά επιδείξει καλή θέληση και επαναπροσδιορίσει στόχους, να δημιουργηθούν συνθήκες που να μας επιτρέψουν να οδηγηθούμε σε ένα νέο διάλογο.
Δεν είμαι όσο αισιόδοξος θα ήθελα να είμαι ενόψει των συνεχών δηλώσεων είτε του κ. Ερντογάν είτε του κ. Τσαβούσογλου είτε με τα όσα επαναλαμβάνονται δια στόματος κ. Τατάρ και μεταφέρονται οι τουρκικές θέσεις περί λύσης δύο κρατών ή ως προαπαιτουμένου έναρξης διαλόγου η αναγνώριση κυριαρχίας του παρανόμου μορφώματος.
Θέλω να ελπίζω ότι μετά τις έντονες καταδίκες τόσο από το ΣΑ όσο και από την ΕΕ, αλλά και πλειάδας χωρών που διαδραματίζουν ρόλο στο διεθνές γίγνεσθαι, πως θα επανατοποθετηθούν ή θα αλλάξουν θέσεις που έχουν κατατεθεί και γραπτώς στον ΓΓ κατά την άτυπη Σύνοδο τον Απρίλη στη Γενεύη και είναι μια ευχή που εκφράζω να υπάρξει η ελπίδα μετατόπισης από τις θέσεις που εξέφρασαν τότε, και λέω ευχή διότι δυστυχώς τα ίδια επαναλαμβάνονται και σήμερα από πλευράς του κ. Τατάρ.
Από πλευράς μου θα μεταφέρω στον ΓΓ τις διάφορες κατά καιρούς εναλλακτικές προτάσεις προς άρση του αδιεξόδου, είτε αφορούσαν αποκέντρωση εξουσιών για να μειωθούν οι ενδεχόμενες συγκρούσεις στο κέντρο είτε της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είτε των ουσιαστικών ΜΟΕ που θα επέτρεπαν ένα κλίμα θετικό για να δημιουργηθούν οι απαραίτητες συνθήκες επανέναρξης του διαλόγου είτε και της πολύ πρόσφατης αναφοράς για επάνοδο στο Σύνταγμα του ‘60 υπό προϋποθέσεις βεβαίως, για να διασφαλιστεί η συνέχιση της ύπαρξης του κράτους και η μετεξέλιξη του σε ό,τι έχει συμφωνηθεί στις Συμφωνίες Κορυφής και με βάση τα ψηφίσματα των ΗΕ. Συνεπώς παραπέμποντας στις Συνθήκες Εγκαθίδρυσης, παραπέμπουμε και στην απαγόρευση ένωσης μέρους ή όλου ή απόσχισης του μέρους ή όλου με οποιοδήποτε κράτος ή και απόσχιση από το κεντρικό κράτος και συνεπώς επαναφέρεται η βάση διαπραγμάτευσης όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί πέραν και μακράν των τουρκικών αξιώσεων για αναγνώριση κυριαρχίας.
Εάν ακολουθούσαμε το παράδειγμα του κ. Τατάρ θα ήταν εύκολο και από πλευράς μας και απόλυτα δικαιολογημένο μάλιστα, αν θέταμε ως προϋπόθεση επανέναρξης του διαλόγου τον τερματισμό των εγγυήσεων και την απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων ή τις εδαφικές αναπροσαρμογές ώστε να υπάρχει κάτι που δεν θα ικανοποιεί μόνο τη μια αλλά και τις δύο κοινότητες και ιδιαίτερα θα απαντά στις ανησυχίες των Ελληνοκυπρίων.
Αυτό που θα τονίσω στον ΓΓ είναι ότι οι όροι εντολής και τα ψηφίσματα παρέχουν το κοινό έδαφος για επανέναρξη του διαλόγου μη παραγνωρίζοντας μέχρι το Κραν Μοντανά το παραχθέν έργο μέσα από συγκλίσεις, μέσα από συμφωνίες που έχουν επιτευχθεί.
Η καθιερωμένη συνάντηση με τον ΓΓ θα γίνει αύριο στις 5.55 μμ. (ώρα Νέας Υόρκης)».
Αναφερόμενος στο πρόγραμμα συναντήσεων του, ο Πρόεδρος είπε ότι λόγω των μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι περιορισμένη η φυσική παρουσία πλειάδας ηγετών, πρόσθεσε, ωστόσο ότι θα έχει συναντήσεις, μεταξύ άλλων, με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας, τον Πρόεδρο της Γερμανίας, τον Πρόεδρο του Ιράκ, τον Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, θα παραθέσει γεύμα προς τους Μονίμους Αντιπροσώπους των πέντε Μονίμων Μελών του ΣΑ, θα έχει συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Αμερικής κ.κ. Ελπιδοφόρο, θα συναντηθεί με την αμερικανο-εβραϊκή οργάνωση AIPAC, ενώ στις 24 Σεπτεμβρίου θα παραστεί σε δείπνο που θα παραθέσουν οι ομογενειακές οργανώσεις.
Αναφερόμενος στη συνάντηση του με την Γενική Διευθύντρια της ΟΥΝΕΣΚΟ σήμερα, ο Πρόεδρος είπε ότι επεξήγησε «τα όσα λαμβάνουν παρανόμως χώρα στα κατεχόμενα, δηλαδή την καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, τη λεηλασία μουσείων, ιδιωτικών συλλογών, ναών, τα όσα καταμαρτυρούνται και αντιβαίνουν σε κάθε έννοια διεθνούς δικαίου και ιδιαίτερα της Σύμβασης της Λευκωσίας για την ποινικοποίηση των όσων εμπορεύονται αρχαία».
Πρόσθεσε ότι θα έχει επίσης συνάντηση και με Αφρικανούς ηγέτες κατά το δείπνο ΕΕ-αφρικανικών χωρών, κατά το οποίο θα ενημερώσει για τις προσπάθειες της Τουρκίας για αναγνώριση ή δημιουργία σχέσεων με το παράνομο καθεστώς.
Είπε ακόμα ότι θα έχει συνάντηση με ανώτατα εκτελεστικά στελέχη της εταιρείας EXXONMobil για να διαπιστωθεί σε ποιο στάδιο βρίσκονται σχεδιασμοί της στο τεμάχιο 10.
Πρόσθεσε ότι «παράλληλα ο Υπουργός Εξωτερικών θα έχει ακόμα πιο βεβαρημένο πρόγραμμα ενημέρωσης Υπουργών Εξωτερικών που εκπροσωπούν τα κράτη αντί των ηγετών για να μεταφέρει το μήνυμα και τις θέσεις μας, αλλά και για την αποτροπή των προσπαθειών που καταβάλλονται από την Τουρκία για δημιουργία σχέσεων, είτε για την αποτροπή ενδεχομένου αναγνώρισης του παράνομου μορφώματος. Δεν υπάρχει κάτι ανάλογο στον ορίζοντα αλλά η πρόβλεψη και η πρόγνωση είναι πολύ καλύτερη και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν πολύ προτιμητέα εάν ληφθούν έγκαιρα αντί εκ των υστέρων».
Ερωτηθείς τι αναμένει να πράξει ο ΓΓ των ΗΕ με δεδομένη τη θέση της τουρκοκυπριακής πλευράς για δύο κράτη και της ελληνοκυπριακής για το Σύνταγμα του ’60, ο Πρόεδρος είπε ότι «το πρόβλημα είναι ότι συνταυτίζετε τις απαράδεκτες και εκτός ψηφισμάτων προτάσεις των Τούρκων και Τουρκοκυπρίων για αλλαγή της βάσης λύσης, με μια πρόταση που θέλει να επαναφέρει την τάξη όσον αφορά τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί ή την τελική λύση. Η επαναφορά στις διατάξεις του Συντάγματος του ‘60 απαντά στους ισχυρισμούς της τουρκοκυπριακής πλευράς ότι την αποκλείουμε από τη συμμετοχή στη διοίκηση της χώρας και ότι τάχα είναι ελληνοκυπριακή διοίκηση. Δεύτερον, παραπέμπει σε Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου, σε ψηφίσματα των ΗΕ και σε αρχές της ΕΕ στην επιδίωξη εξεύρεσης λύσης.
Οι Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου είναι σαφείς και καθορίζουν ποια θα είναι η λύση, τα ψηφίσματα και οι όροι εντολής του ΓΓ εξίσου, δηλαδή ουδόλως εκφεύγουν της συμφωνημένης βάσης λύσης. Αντίθετα, με την αναφορά στο Σύνταγμα του ’60 επαναφέρουμε τη σωστή βάση, με βάση τις Συνθήκες Εγκαθίδρυσης και τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας με βάση τις Συμφωνίες Κορυφής. Αυτή ήταν η δήλωση μου και αυτό πρέπει να συγκρατείτε και όχι το απομονωμένο που κάποιοι προτίμησαν να θεωρήσουν ότι επανερχόμαστε στο ενιαίο κράτος. Θα ήταν ευχής έργο αν μπορούσαμε να πράξουμε κάτι ανάλογο. Όμως, μετά το 1974 και της αδήριτου ανάγκης συμφωνίες υψηλού επιπέδου καθορίζεται η μορφή λύσης.
Αυτό που ζητούμε είναι η λύση να οδηγεί σε ένα πραγματικά λειτουργικό κράτος που να διασφαλίζει διάρκεια, συνέχεια και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου των κατοίκων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επομένως, ουδεμία σχέση έχει ο παραλληλισμός ή η συσχέτιση με τις εκτός πλαισίου ΗΕ προτάσεις των Τουρκοκυπρίων με την επάνοδο ή την αναφορά σε συνθήκες που οδηγούν σε μια μετεξέλιξη εντός πάντα των πλαισίων των ψηφισμάτων των ΗΕ».
Ερωτηθείς γιατί προβαίνει τώρα στην πρόταση αυτή και δεν το έκανε πριν χρόνια, ο Πρόεδρος είπε «διότι απλούστατα οι νέες προτάσεις της Τουρκίας που εκφράζονται δια του εκπροσώπου της κ. Τατάρ μιλούν για αναγνώριση κυριαρχίας στο παράνομο καθεστώς και αλλαγή της βάσης λύσης με αναγνώριση δύο κρατών. Είναι απάντηση (η πρόταση μου) για επάνοδο στα πλαίσια των ψηφισμάτων των ΗΕ και στους όρους εντολής του ΓΓ».
Σε ερώτηση τι μπορεί να αναμένει με τη στάση που έχει επιδείξει ο κ. Ερντογάν, ο Πρόεδρος είπε ότι «έχω πει για το περιορισμένο της ελπίδας για ένα θετικό αποτέλεσμα και αυτό όπως ορθά το σημειώνετε, λόγω της τουρκικής αδιαλλαξίας, της τουρκικής αναθεωρητικής στάσης, των νέο-οθωμανικών προσανατολισμών της Αγκυρας που δεν αφορούν μόνο το Κυπριακό αλλά εκτείνονται στην αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο, επεμβαίνουν στη Λιβύη, στη Συρία, στο Ιράκ και δεν παραλείπουν να επεκταθούν στον Καύκασο επεμβαίνοντας μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν.
Παρακολουθούμε όχι ρητορική απλά, αλλά στην πράξη ένα ολέθριο, κατά την άποψη μου, όραμα της Τουρκίας το οποίο μπορεί να φαντάζει πως δημιουργεί μια υπερδύναμη, αλλά αυτό θα φανεί με την πάροδο του χρόνου, το πώς μπορεί να οδηγήσει σε μια οικονομική και όχι μόνο, καταστροφή μιας χώρας με τις υπεραισιόδοξες φαντασιώσεις του κ. Ερντογάν».
Κληθείς να σχολιάσει τις πληροφορίες ότι η κα Λουτ αποχωρεί ο Πρόεδρος είπε ότι «φαίνεται ότι τερματίζεται η υπηρεσία της κας Λουτ για λόγους που αναφέρονται σε σύγκρουση συμφερόντων ενόψει του γεγονότος ότι έχει αναλάβει σε διοικητικό συμβούλιο πετρελαϊκής εταιρείας και κρίθηκε ότι αυτό ενδεχόμενα να την έφερνε σε σύγκρουση με συμφέροντα είτε της Τουρκίας είτε της Κύπρου.
Αυτό που θέλω να πω είναι πως ανάλογη πρόταση, δηλαδή για διορισμό ειδικού απεσταλμένου και έναρξη διαπραγματεύσεων με ζεύξη θεμάτων που αφορούν τις δύο κοινότητες, ο κ. Γκουτέρες είχε υποβάλει στη Γενεύη κατά την άτυπη σύνοδο. Η δική μας πλευρά αποδέχθηκε αμέσως την πρόσκληση, την απέρριψε η τουρκική πλευρά. Θα επαναλάβω ότι εμάς μας βρίσκει σύμφωνους μια ανάλογη θέση του ΓΓ με ενεργό ρόλο όσον αφορά τη διαμόρφωση συνθηκών από πλευράς ειδικού απεσταλμένου και ας ελπίσουμε ότι εκείνοι που την απέρριψαν θα εισακούσουν αυτή τη φορά τον ΓΓ αν είναι καλόπιστοι».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr