Η συγκεκριμένη κίνηση της Κομισιόν, υποδεικνύει τον προβληματισμό ότι η απόφαση θα μπορούσε να υπονομεύσει το δίκαιο της Ε.Ε., ιδιαίτερα σε χώρες όπου το κράτος δικαίου τίθεται εν αμφιβόλω, όπως στις Πολωνία και Ουγγαρία, χώρες που βρίσκονται υπό έρευνα από τις Βρυξέλλες.
Οι ενέργειες νομικού χαρακτήρα κατά του Βερολίνου, στις οποίες η Κομισιόν προέβη τον Ιούνιο, αποτελούσε έναν τρόπο για να αναγκαστεί η χώρα να αναγνωρίσει την υπεροχή του δικαίου της Ε.Ε. έναντι των εθνικών δικαστικών αποφάσεων.
Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας τον Μάιο του 2020, κατά την οποία η ΕΚΤ είχε υπερβεί την εντολή της με τις αγορές ομολόγων, παρά το γεγονός πως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είχε ήδη δώσει το «πράσινο φως» για το σχέδιο, προκάλεσε την αντίδραση των Βρυξελλών. Η Επιτροπή θεώρησε ότι η Γερμανία είχε παραβιάσει τις αρχές της αυτονομίας, της υπεροχής, της αποτελεσματικότητας και της ενιαίας εφαρμογής του δικαίου της Ε.Ε.
Η Γερμανία, όπου οι επικριτές υποστηρίζουν ότι εγκυμονεί ο κίνδυνος οι φορολογούμενοι να υποστούν πιθανές ζημίες, είχε στη διάθεσή της δύο μήνες για να απαντήσει στην κίνηση.
Σε επιστολή προς την Κομισιόν, το Βερολίνο παρουσίασε τα επιχειρήματά του, λέγοντας ότι η υπόθεση ήταν αβάσιμη και ότι τα δικαστήριά της ενήργησαν σύμφωνα με το δίκαιο της Ε.Ε.
«Όπως και οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες, ο βασικός νόμος (της Γερμανίας) υποχρεώνει όλα τα γερμανικά συνταγματικά όργανα να ασκούν τα καθήκοντά τους με τρόπο συμβατό με το ευρωπαϊκό δίκαιο και σύμφωνα με τις συνθήκες της Ένωσης», σημειώνεται στην επιστολή.
Παράλληλα, η γερμανική κυβέρνηση προτείνει τη έναρξη διαλόγου ανάμεσα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και τα συνταγματικά δικαστήρια των κρατών-μελών της Ε.Ε., προκειμένου να υπάρξει μεγαλύτερη κατανόηση εντός της Ευρώπης.
Η Επιτροπή, μετά την απάντηση της Γερμανίας, θα πρέπει να αποφασίσει πώς θα ανταποκριθεί στα επιχειρήματα του Βερολίνου.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr