Επικρατεί έντονη ανησυχία ότι το Σύμφωνο ενδέχεται μάλιστα να εντείνει τις πιέσεις στα ήδη εξαντλημένα κράτη πρώτης εισόδου, καθιστώντας τα ουσιαστικά «κλειστά κέντρα» για τους μετανάστες στα σύνορα της ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) χαιρέτισε το νέο Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, αλλά δηλώνει ωστόσο πως οι προτάσεις που περιέχει δύσκολα θα εφαρμοστούν, ενώ δεν μπορούν να θεωρηθούν σαφές βήμα προς τη χάραξη ανθεκτικής και μελλοντοστρεφούς κοινής στρατηγικής της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο.
Σε δύο πρόσφατες γνωμοδοτήσεις όπου αναλύει πολυάριθμες προτάσεις κανονισμών σχετικά με τη διαχείριση και τις διαδικασίες ασύλου, η ΕΟΚΕ δηλώνει πως το νέο σύμφωνο ενδέχεται να μην επιτύχει τη δίκαιη και αποτελεσματική επεξεργασία των αιτήσεων χορήγησης ασύλου. Αυτές πρέπει να κατανέμονται ισότιμα μεταξύ των κρατών μελών, πράγμα που θα οδηγούσε στην ταχεία χορήγηση διεθνούς προστασίας στα σύνορα της ΕΕ σε όσους την χρειάζονται και στην επιστροφή όσων δεν τη χρειάζονται.
Αντιθέτως, το βάρος της ευθύνης και οι πιέσεις για τις χώρες πρώτης εισόδου θα αυξηθούν, καθώς ο προτεινόμενος μηχανισμός αλληλεγγύης, που καλείται να ρυθμίσει τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών στα σύνορα, βασίζεται σε ένα υποθετικό εθελοντικό σύστημα αλληλεγγύης.
Αυτό σημαίνει πως, στο πλαίσιο του νέου μηχανισμού αλληλεγγύης, τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να επιλέγουν κατά πόσον επιθυμούν να συμμετάσχουν στη μετεγκατάσταση ή την επιστροφή βάσει χορηγίας ατόμων που τελούν σε καθεστώς παρατυπίας. Ωστόσο, καμία αναφορά δεν γίνεται σε κίνητρα ενθάρρυνσης της συμμετοχής των χωρών ή σε σαφή κριτήρια για το πόσο θα πρέπει να συνεισφέρει κάθε χώρα.
Σε συνδυασμό με τις νέες προτάσεις του Συμφώνου για τον προκαταρκτικό έλεγχο διαλογής και τον συνοριακό έλεγχο, που αναμένεται να οδηγήσουν σε πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, ο μηχανισμός ενδέχεται να επιφέρει τη μετατροπή των χωρών πρώτης εισόδου σε μεγάλα κέντρα προαναχώρησης ή κράτησης, αυξάνοντας την πιθανότητα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την πίεση που ασκείται στις κοινότητες υποδοχής.
«Το σύμφωνο δεν είναι ιδανικό. Θέλαμε κάτι με περισσότερη πρωτοβουλία, κάτι πιο υποστηρικτικό. Αλλά οφείλουμε να το επικροτήσουμε. Περιέχει ορισμένες φρέσκες ιδέες μετά την αποτυχία της διαδικασίας του Δουβλίνου και αποτελεί εκτεταμένη δέσμη μέτρων. Είναι εξαιρετικά σημαντικό για το μέλλον της ΕΕ», αναφέρει ο Δημήτρης Δημητριάδης, εισηγητής της γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ για τη διαχείριση του ασύλου.
Ο κ. Δημητριάδης επισημαίνει ότι οι κανονισμοί που προτείνονται στο Σύμφωνο επικαλούνται τις αρχές της αλληλεγγύης και του δίκαιου καταμερισμού των ευθυνών, εκτιμά όμως ότι οι υποχρεώσεις αλληλεγγύης των κρατών πρώτης εισόδου είναι δυσανάλογες. Οι διαδικασίες δεν παρέχουν καμία εγγύηση όσον αφορά τη μετεγκατάσταση. Υπάρχουν μόνον υποχρεωτικές διαδικασίες στα σύνορα χωρίς αυτόματο μηχανισμό κατανομής. «Με απλά λόγια, η αλληλεγγύη με τη μορφή της μετεγκατάστασης δεν μπορεί να είναι προαιρετική. Η αλληλεγγύη πρέπει να είναι αυτόματη και να έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Χρειαζόμαστε υποχρεωτικές μετεγκαταστάσεις χωρίς ερωτηματικά που δεν θα παρεμποδίζονται από τη γραφειοκρατία», δηλώνει ο κ. Δημητριάδης.
Ο Παναγιώτης Γκόφας, εισηγητής της γνωμοδότησης για τις διαδικασίες ασύλου στο πλαίσιο του νέου συμφώνου, είναι απαισιόδοξος για την έκβαση της εφαρμογής του συμφώνου: «Εν τέλει, οι προτεινόμενοι κανονισμοί θα θέσουν βαρύτατο φορτίο στους ώμους των κρατών μελών της νότιας Ευρώπης, με αναπόφευκτη συνέπεια οι κανονισμοί να είναι ανεφάρμοστοι και να αποτύχουν να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αυτά τα κράτη μέλη δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά να καταστούν είτε κέντρα κράτησης είτε κέντρα προαναχώρησης ανθρώπων, για περίοδο έως και έξι ή επτά μηνών, αν όχι περισσότερο, μέχρι να γίνει γνωστό το αποτέλεσμα των διαδικασιών, πράγμα που θα οδηγήσει σε καταστάσεις πολύ χειρότερες από ό,τι πριν».
Σύμφωνα με τον κ. Γκόφα, τα κράτη μέλη θα αναγκαστούν εκ των πραγμάτων «να απορρίπτουν πολλές αιτήσεις ασύλου, ακόμη και όσες πληρούν τις προϋποθέσεις για χορήγηση ασύλου, ούτως ώστε να αποφεύγεται η κράτηση αυξανόμενου αριθμού ατόμων υπό απάνθρωπες συνθήκες».
ΕΞΕΤΑΣΘΕΙΣΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Η νομοθεσία που αναλύθηκε στις γνωμοδοτήσεις περιλαμβάνει τις προτάσεις κανονισμού για τη διαχείριση της μετανάστευσης και του ασύλου και την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης και ανωτέρας βίας. Εξετάζονται επίσης τρεις από τις εννέα πράξεις που περιλαμβάνονται στο νέο σύμφωνο: ο νέος κανονισμός για τον έλεγχο διαλογής, η τροποποιημένη πρόταση για την αναθεώρηση του κανονισμού για τις διαδικασίες ασύλου και η τροποποιημένη πρόταση για αναδιατύπωση του κανονισμού Eurodac.
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει τη σημασία του νομικού καθεστώτος κανονισμού που έχουν οι προτάσεις, και το οποίο τις καθιστά δεσμευτικές και άμεσα εφαρμοστέες στα κράτη μέλη. Για να μετατραπούν σε πλήρως λειτουργική πολιτική, ωστόσο, όλοι οι σχετικοί προτεινόμενοι κανονισμοί θα πρέπει να εγκριθούν ταυτόχρονα.
Μεταξύ άλλων, η ΕΟΚΕ εξετάζει την προτεινόμενη πολιτική επιστροφών στις χώρες προέλευσης, που ενδέχεται να βρίθει προβλημάτων, καθώς η ΕΕ θα είναι αναγκασμένη να βασιστεί στην προθυμία συνεργασίας των εν λόγω χωρών προέλευσης ή διέλευσης. Για αυτό το λόγο θα πρέπει να παρέχονται σαφή κίνητρα και αντικίνητρα στις χώρες αυτές.
Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τη θέσπιση μιας συνιστώσας κρίσης και ανωτέρας βίας στον τομέα της μετανάστευσης.
Μολονότι ο κανονισμός για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης και ανωτέρας βίας αποτελεί ένα παράθυρο ευκαιρίας για δεσμευτική αλληλεγγύη, καλύπτει τη διαδικαστική στήριξη αντί των επειγόντων μέτρων αλληλεγγύης. Η αλληλεγγύη υπονομεύεται από τις πολύπλοκες και γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται για την εφαρμογή της.
Η ΕΟΚΕ εκφράζει τον προβληματισμό της για τις νέες διαδικασίες στα σύνορα, ιδίως όσον αφορά την προστασία του δικαιώματος αίτησης ασύλου. Αντιτίθεται επίσης στη χρήση ελλιπώς καθορισμένων νομικών εννοιών, όπως η «απειλή για την ασφάλεια» και η «δημόσια τάξη», ή η εσφαλμένη έννοια των «χωρών με χαμηλά ποσοστά αναγνώρισης ασύλου», που οδηγεί σε νομική αβεβαιότητα.
Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, οι προτάσεις αφήνουν αναπάντητα πολλά ερωτήματα, όπως τον τρόπο και τον τόπο κράτησης κατά τη διαδικασία στα σύνορα και τον τρόπο αποφυγής νομικού αδιεξόδου μέσω της εγγύησης του δικαιώματος σε αποτελεσματική δικαστική προστασία.
Ο κανονισμός για τις διαδικασίες ασύλου πρέπει να καθιστά υποχρεωτική την αλληλεγγύη όσον αφορά τη μετεγκατάσταση: χωρίς σχετική διάταξη, και εφόσον δεν προβλεφθούν διαδικασίες που να επιτρέπουν στους πολίτες να υποβάλλουν αίτηση ασύλου στα κράτη μέλη της ΕΕ χωρίς να χρειάζεται να διέλθουν τα σύνορα της ΕΕ, πρακτικά ο κανονισμός δεν θα λειτουργήσει.
Επιπλέον, η ΕΟΚΕ παροτρύνει την Επιτροπή να λάβει ειδική μέριμνα όσον αφορά τους ασυνόδευτους ανηλίκους, επισημαίνοντας ότι είναι απαράδεκτο να θεωρούνται παιδιά τα άτομα κάτω των 12 ετών, και όχι κάτω των 18, πράγμα αντίθετο με το διεθνές δίκαιο.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr