Ήταν καλοκαίρι του 1995, στο απόγειο του εμφυλίου πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία, όταν σερβικές στρατιωτικές δυνάμεις υπό τον στρατηγό Ράντκο Μλάντιτς πολιόρκησαν και κατέλαβαν την πόλη Σρεμπρένιτσα, την οποία τα Ηνωμένα έθνη είχαν χαρακτηρίσει «ασφαλή περιοχή». Ακολούθησε σφαγή. Περίπου 8.000 άμαχοι άνδρες εκτελέστηκαν σε λίγες ώρες. Ήταν το πιο αποτρόπαιο έγκλημα πολέμου στη γηραιά ήπειρο μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία (ICTY) προσπάθησε να αποδώσει ευθύνες σε πολιτικούς, στρατηγούς και όσους άλλους ενέχονται στη σφαγή της Σρεμπρένιτσα, καθώς και σε άλλα εγκλήματα πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία.
Ο Σερζ Μπράμερτς είχε διατελέσει γενικός εισαγγελέας του Δικαστηρίου επί δεκαετία. Μιλώντας στην Deutsche Welle κάνει τον απολογισμό του, αλλά προσπαθεί να απαντήσει και σε ένα καίριο ερώτημα: Ήρθε η ώρα να συμφιλωθούν οι αντίπαλες εθνοτικές ομάδες; «Η αλήθεια είναι, δυστυχώς, πως σήμερα βρισκόμαστε ακόμη πιο μακριά από τη συμφιλίωση απ' ότι προ δεκαετίας» λέει ο Βέλγος δικαστής. «Βλέπουμε κάποιους να εξιδανικεύουν τα εγκλήματα πολέμου ή να μη δέχονται καν ότι έχουν συντελεστεί εγκλήματα». Η απάντηση προκαλεί αίσθηση. 10.000 ημέρες συνεδριάσεων έχει συμπληρώσει το ICTY, 5.000 μάρτυρες έχουν καταθέσει ενώπιον των δικαστών. Γιατί τόσος κόσμος εξακολουθεί να τιμά ως ήρωες τους εγκληματίες πολέμου; «Στο Δικαστήριο είχαμε κάποιους σαν τον Ράντοβαν Κάρατζιτς που, όταν ερχόταν η σειρά τους να απολογηθούν, έλεγαν ότι δεν εκπροσωπούν τον εαυτό τους, αλλά εκπροσωπούν έναν ολόκληρο λαό, εκπροσωπούν την υπόθεση των Σέρβων ή των Κροατών ή τον Βοσνίων», λέει ο Σερζ Μπράμερς. «Ο εθνικισμός διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο, όπως άλλωστε σε πολλά μέρη του κόσμου. Ακόμα και μέσα στην ίδια τη Βοσνία τα βιβλία της ιστορίας παρουσιάζουν διαφορετικές εκδοχές για τη σύγκρουση αυτή. Πώς μπορείς να ελπίζεις ότι επίκειται συμφιλίωση; Για να αρχίσει η συμφιλίωση χρειάζεται κοινή αντίληψη για το παρελθόν και την απόδοση ευθυνών».
Παραμένουν οι εθνοτικές διαφορές
Το Δικαστήριο για την πρώην Γικουγκοσλαβία έχει εκδώσει 161 αποφάσεις, εκ των οποίων οι 90 ήταν καταδικαστικές. Κάθε τόσο ο Σερζ Μπράμερτς δεχόταν κριτική για τις αποφάσεις του Δικαστηρίου. Πολλοί ισχυρίζονται ότι μία καταδικαστική απόφαση του ICTY δεν προάγει, αλλά μάλλον δυσχεραίνει τη συμφιλίωση, καθώς μπορεί να ικανοποιήσει μία εθνοτική ομάδα, αλλά εκ των πραγμάτων θα δυσαρεστήσει μία άλλη. Η απάντηση του Μπράμερτς: «Από μόνη της η δικαιοσύνη ποτέ δεν μπορεί να οδηγήσει στη συμφιλίωση. Η συμφιλίωση πρέπει να προέρχεται μέσα από την ίδια την κοινωνία, από τα θύματα, από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων. Χρειάζεσαι υπεύθυνους πολιτικούς, που θα δημιουργήσουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Οι καταδίκες, η δικαιοσύνη, η λογοδοσία είναι απλώς μία αφετηρία. Μία συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ (sine qua non), χωρίς την οποία δεν μπορεί να επέλθει συμφιλίωση».
Τόσο το ICTY όσο και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχουν αποφανθεί ότι αυτό που έγινε στη Σρεμπρένιτσα ήταν μία γενοκτονία. Ωστόσο, λέει ο Σερζ Μπράμερτς, «η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι οι περισσότεροι από τους καταδικασθέντες εγκληματίες πολέμου θεωρούνται ήρωες για τους ομοεθνείς τους. Δεν υπάρχει όμως τίποτα το ηρωϊκό σε όσους καταδικάζονται στη Χάγη. Δεν καταδικάζονται γιατί απελευθέρωσαν τους συμπατριώτες τους ή γιατί επέδειξαν ηρωική συμπεριφορά. Καταδικάζονται γιατί έχουν παραβιάσει τη συνθήκη της Γενεύης, που σημαίνει ότι εκτέλεσαν κρατούμενους, κατέστρεψαν σπίτια, ανέχθηκαν ή και ενθάρρυναν μαζικούς βιασμούς».
Τα επιτεύγματα του Δικαστηρίου
Ποιο είναι κατά την άποψη του Μπράμερτς, το μεγαλύτερο επίτευγμα του Δικαστηρίου και της δικής του θητείας; «Από το 2008 που είχα αναλάβει καθήκοντα θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο επίτευγμα είναι η σύλληψη και η καταδίκη των Κάρατζιτς και Μλάντιτς» λέει ο Βέλγος δικαστής. «Αυτό που κατάλαβα από τις πολυάριθμες συναντήσεις μου με τις μητέρες της Σρεμπρένιτσα, είναι ότι κανείς δεν θα έφερνε πίσω τα παιδιά τους, αλλά οι ίδιες πραγματικά απαιτούσαν τη σύλληψη και την καταδίκη των Κάρατζιτς και Μλάντιτς». Βέβαια το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο είχε ιδρυθεί το 1993, δύο ολόκληρα χρόνια πριν από τη σφαγή στη Σρεμπρένιτσα, αλλά αυτό δεν φαίνεται να αποθάρρυνε τους δράστες εκείνη την εποχή. «Το βλέπετε αυτό και σε εθνικό επίπεδο, με το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία», τονίζει ο Μπράμερτς. «Η πιθανότητα μίας καταδίκης δεν αποτρέπει παντελώς τα εγκλήματα. Όταν έγινε η γενοκτονία στη Σρεμπρένιτσα, το 1995, το Δικαστήριο μόλις είχε αρχίσει να εργάζεται. Ωστόσο, για λόγους ασφαλείας ήταν σχεδόν αδύνατον να πραγματοποιήσει επιτόπια έρευνα».
Μόλις έναν χρόνο μετά τη σφαγή οι ερευνητές του Δικαστηρίου είχαν εντοπίσει τους πρώτους τάφους στη Σρεμπρένιτσα. Η πληροφορία που έμελλε να επιβεβαιωθεί είναι ότι σχεδόν 8.000 άνδρες και παιδιά είχαν «εξαφανιστεί». Ωστόσο, σημειώνει ο Μπράμερτς, «χιλιάδες πτώματα είχαν μεταφερθεί από τους αρχικούς ομαδικούς τάφους σε άλλους τάφους, προκειμένου να συγκαλυφθεί το έγκλημα ή να δοθεί η εντύπωση ότι δεν ήταν τόσο μαζικό, όσο όλοι νόμιζαν». Η ταυτοποίηση των θυμάτων θα απαιτούσε πολλές αναλύσεις εδάφους, αλλά και αναλύσεις DNA. Το παρών στις έρευνες έδωσε και ο ίδιος ο Μπράμερτς. «Η πιο συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή ήταν σίγουρα η πρώτη μου επίσκεψη στη Σρεμπρένιτσα το 2010», λέει ο ίδιος. «Προηγουμένως είχα ήδη συναντηθεί κάποιες φορές με τις μητέρες της Σρεμπρένιτσα. Αλλά πέρασα μια ολόκληρη μέρα εκεί, δούλεψα μαζί με κάποιους επιζώντες, πήγα σε χώρους όπου έγιναν μαζικές εκτελέσεις. Πέρασα ώρες με επιζώντες, που μου έδειχναν φωτογραφίες από αγαπημένα τους πρόσωπα και έλεγαν τις ιστορίες τους. Έβλεπα τον πόνο στα μάτια τους. Ήταν η πιο συγκινητική στιγμή στην επαγγελματική μου σταδιοδρομία».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr