Όπως φαίνεται από τον μέσο όρο των δημοσκοπήσεων, οι Τόρις και οι Εργατικοί έχουν από 33% της πρόθεσης ψήφου.
Σε όρους εδρών, αυτό θα μεταφραζόταν σε ένα πλεονέκτημα περίπου δέκα βουλευτών για τους Συντηρητικούς, οι οποίοι θα εξακολουθούσαν όμως να απέχουν όμως πολύ από την απόλυτη πλειοψηφία που είναι οι 326 έδρες. Ακόμη κι αν συμμαχήσουν και πάλι με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες για να κυβερνήσουν, δεν αναμένεται να φθάσουν τον αριθμό αυτό.
Αντιμέτωποι με την προοπτική αυτή, οι Συντηρητικοί υποστηρίζουν πως τα ηνία της χώρας θα πρέπει να πάρει το κόμμα που θα βγει πρώτο.
Τη θέση αυτή επαναλαμβάνει μεγάλο μέρος των συντηρητικών εφημερίδων, μεταξύ των οποίων η The Times και η Daily Telegraph. Για την τελευταία, ο ηγέτης των Εργατικών Εντ Μίλιμπαντ «συνωμοτεί για να γίνει πρωθυπουργός ακόμη κι αν συγκεντρώσει λιγότερες έδρες από τους Συντηρητικούς».
Οι Times υποστηρίζουν πως Εργατικοί βουλευτές έχουν παραδεχθεί σε ιδιωτικές συνομιλίες πως ο Εντ Μίλιμπαντ θα υποχωρήσει αν έχει 15 έδρες λιγότερες από τον αντίπαλό του.
Ωστόσο η ηγεσία των Εργατικών, καταγγέλλει την τάση του Ντέιβιντ Κάμερον να γαντζωθεί από τον αριθμό 10 της Ντάουνινγκ Στριτ ακόμη και σε περίπτωση που δεν διαθέτει πια πλειοψηφία στη Βουλή των Κοινοτήτων και υποστηρίζουν πως μπορούν κι αυτοί να σχηματίσουν κυβέρνηση, με άλλους σχηματισμούς της αριστεράς που θα τους έδιναν ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο.
Αναφορικά με τη συζήτηση αυτή, οι βρετανοί συνταγματολόγοι δηλώνουν πως ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: τίποτε στη βρετανική νομοθεσία δεν λέει πως το κόμμα που έρχεται πρώτο έχει το δικαίωμα να σχηματίσει κυβέρνηση.
«Δεν υπάρχει καν νόμος που να λέει ότι έχει την προτεραιότητα για να επιχειρήσει να σχηματίσει κυβέρνηση», υποστηρίζει ο διευθυντής του τμήματος συνταγματικού δικαίου του University College London, ο Ρόμπερτ Χέιζελ, υπογραμμίζοντας ότι, σύμφωνα με τον κανόνα, «το πρόσωπο που είναι σε θέση να κερδίσει την εμπιστοσύνη της Βουλής των Κοινοτήτων πρέπει να ορίζεται πρωθυπουργός».
«Οι διαπραγματεύσεις είναι ελεύθερες και κανένα κόμμα δεν μπορεί να ισχυρισθεί πως έχει το δικαίωμα να κινηθεί πρώτο», προσθέτει.
Ο Βέρνον Μπογκντέινορ, καθηγητής στο King΄s College του Λονδίνου, λέει τα ίδια στην εφημερίδα The Guardian. «Οι κανόνες είναι πολύ σαφείς. Η κυβέρνηση είναι νόμιμη αν λάβει τη στήριξη του κοινοβουλίου», εξηγεί υπογραμμίζοντας πως «το ζήτημα του κόμματος που κατέχει το μεγαλύτερο αριθμό εδρών δεν είναι επίκαιρο σε μια πολυκομματική κατάσταση».
Έτσι το 1923 το Εργατικό Κόμμα είχε καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση με τη στήριξη των φιλελευθέρων, ενώ είχε έρθει δεύτερο μετά τους Συντηρητικούς.
Τούτων λεχθέντων, η κατάσταση κινδυνεύει να είναι «πολύ συγκεχυμένη» την επομένη της ψηφοφορίας της 7ης Μαΐου, τα τελικά αποτελέσματα της οποίας δεν θα γίνουν γνωστά παρά τις πρώτες πρωινές ώρες της επομένης, λέει ο Χέιζελ. Οι συζητήσεις θα μπορούσαν να διαρκέσουν πολλές εβδομάδες.
«Αν τα αποτελέσματα είναι στήθος με στήθος, μπορεί θαυμάσια να έχουμε δύο στρατόπεδα που να υποστηρίζουν ότι μπορούν να σχηματίσουν αξιόπιστη κυβέρνηση», συνεχίζει.
Μολονότι τα δύο κόμματα εμφανίζουν συγκρίσιμη υποστήριξη, «σύμφωνα με τον κανόνα ο απερχόμενος πρωθυπουργός παραμένει και συναντά το νέο κοινοβούλιο για να προσπαθήσει να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης».
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει μια πολύ έντονη συζήτηση αν οι Εργατικοί και οι σύμμαχοί τους εξοργισθούν. Θα δημιουργούνταν έτσι μια κατάσταση που θα έφερνε σε δύσκολη θέση τη βασίλισσα και θα ήταν απαράδεκτη για κάθε Βρετανό ο οποίος σέβεται τον εαυτό του.
Η Ελισάβετ Β΄ πρόκειται πράγματι, σύμφωνα με την παράδοση, να αναγνώσει το πρόγραμμα εκείνου που θα ζητήσει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου. Και αν δεν δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης, αυτό θα έχει αρνητική αντανάκλαση στο πρόσωπό της.
Εξ ου και η πρόταση που φαίνεται να κερδίζει υποστήριξη, ότι θα μπορούσε να αναθέσει σε κάποιον άλλο την ανάγνωση της ομιλίας αυτής, κάτι που θα γινόταν για πρώτη φορά.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr