Όσον αφορά στην Ευρωζώνη, η αχτίδα ελπίδας ότι η ευρωπαϊκή κρίση είχε φτάσει σ’ ένα θετικό σημείο καμπής στο πρώτο τρίμηνο του 2012, άρχισε να εξασθενεί καθώς τα οικονομικά προβλήματα της περιοχής επέστρεψαν δριμύτερα κατά το δεύτερο τρίμηνο. Στην πραγματικότητα, η κρίση φαίνεται να είναι πιο σοβαρή και πιο βαθειά από ποτέ, απειλώντας τη βιωσιμότητα της ευρωζώνης στη σημερινή της μορφή. Οι λόγοι είναι πολιτικοί, καθώς και οικονομικοί.
Σύμφωνα με την Deloitte, υπάρχουν δυο βεβαιότητες για το μέλλον της Ευρωζώνης. Πρώτον, οι χώρες της Ευρωζώνης πρέπει να ξεπληρώσουν τα χρέη τους (deleverage) και να βάλουν σε τάξη τις δημοσιονομικές τους υποθέσεις επειδή το δημόσιο χρέος έχει φθάσει σε μη βιώσιμα επίπεδα. Δεύτερον, η Ευρωζώνη χρειάζεται ανάπτυξη. Η μείωση των κρατικών δαπανών και, ως εκ τούτου, της συνολικής ζήτησης κατά την περίοδο υψηλής ανεργίας (Ισπανία 24% - Ελλάδα 21,7%) και πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας δεν βοηθάνε την ανάπτυξη.
Ειδικότερα για τις ΗΠΑ στην έκδοση της Deloitte επισημα΄νεται ότι ενώ η κρίση στη Ευρωζώνη έχει αντίκτυπο στην οικονομία των ΗΠΑ, δεν αποτελεί το μοναδικό της πρόβλημα. Ένα ευρύ φάσμα διαρθρωτικών προβλημάτων αποτελεί συνεχή απειλή για την ανάπτυξη. Σε περίοδο ομαλών συνθηκών, τα προβλήματα αυτά θα περιόριζαν απλώς το ρυθμό της ανάπτυξης. Σε δύσκολους οικονομικούς καιρούς, κάνουν την οικονομία πιο ευάλωτη στην ύφεση.
Σε ό,τι αφορά στην Κίνα, η κινεζική κυβέρνηση προσπαθεί να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ της οικονομικής επιβράδυνσης και τους ταραγμένους ισολογισμούς των τραπεζών της. Οι αρχές ακολουθούν ένα στενό μονοπάτι που αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση της ύφεσης, αποφεύγοντας και μια βαθύτερη οικονομική κρίση. Το δίλημμα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση είναι εν μέρει λόγω των αρνητικών επιπτώσεων της κρίσης στην Ευρώπη, καθώς η τελευταία αποτελεί τη μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά της Κίνας. Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στην επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας είναι με χρονική υστέρηση οι επιπτώσεις της αυστηρής νομισματικής πολιτικής του περασμένου έτους, η οποία είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη της πίστωσης, συμπεριλαμβανομένης της πίστωσης που σχετίζεται με τους καταναλωτές και τη στέγαση.
Η βρετανική οικονομική απόδοση σημειώνει πτώση κατά 4,3% συγκριτικά με το 2007. Λαμβάνοντας υπόψη τις αντιξοότητες που προέρχονται από την Ευρώπη και τη συνεχιζόμενη δημοσιονομική πειθαρχία της βρετανικής κυβέρνησης, είναι απίθανο ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν πολύ στο άμεσο μέλλον παρά μια πιο επιθετική νομισματική πολιτική. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, η συμπίεση των δημοσίων δαπανών, η οποία επιδεινώθηκε από τις αυξήσεις των φόρων, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με εκείνη που καταγράφηκε στην Ιρλανδία και την Ισπανία. Αλλά ίσως πιο σημαντικός παράγοντας είναι η μείωση των καταναλωτικών δαπανών. Οι δαπάνες των νοικοκυριών είναι κατά 5,2% χαμηλότερες σήμερα από ό, τι ήταν στα τέλη του 2007.
Η ιαπωνική οικονομία συνεχίζει να ταλαντεύεται, μεταξύ ύφεσης και ανάπτυξης. Η μείωση των εξαγωγών στην Ευρώπη και την Κίνα, η αναπροσαρμογή δαπανών, η αλλαγή της νομισματικής πολιτικής, καθώς και η πιθανότητα μεγάλης αύξησης των φόρων μπορεί να καθυστερήσουν την σταθεροποίηση του κινητήρα ανάπτυξης της χώρας.
Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ινδία υπήρξε μεγαλύτερη από ό, τι πολλοί αναλυτές περίμεναν. Ο υψηλός πληθωρισμός και η σταθερή υποτίμηση της ρούπια αναστέλλουν μια γρήγορη ανάκαμψη της ινδικής οικονομίας. Επιπλέον, οι εξωτερικές αντιξοότητες και η αποτυχία της κυβέρνησης να εφαρμόσει φιλικές προς την αγορά μεταρρυθμίσεις, επηρεάζουν αρνητικά την επενδυτική ψυχολογία στην Ινδία.
Η ρωσική οικονομία σήμερα απολαμβάνει ισχυρή καταναλωτική ζήτηση, ιστορικά χαμηλό πληθωρισμό και αύξηση των κρατικών δαπανών για υποδομή. Δυστυχώς αυτοί οι παράγοντες είναι πιθανό να επηρεαστούν από την ύφεση στην Ευρώπη, την επιβράδυνση στην Κίνα και τη μείωση της τιμής του πετρελαίου. Επιπλέον, τόσο η εγχώρια όσο και η εξωτερική αβεβαιότητα υπονομεύουν τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα να βλάπτονται μακροπρόθεσμα οι προοπτικές ανάπτυξης.
Τέλος, η Βραζιλία βιώνει μια σημαντική επιβράδυνση καθώς περιορίζεται το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για τη χώρα. Η παγκόσμια κατάσταση έχει επίσης οδηγήσει στην αντιστροφή της κατεύθυνσης του νομίσματος της Βραζιλίας δημιουργώντας προβλήματα στη συσσώρευση του κεφαλαίου και τον πληθωρισμό. Η χώρα εξακολουθεί να βιώνει ισχυρή καταναλωτική ζήτηση, αλλά τα υψηλά επίπεδα χρέους και η αδυναμία πληρωμής τους απειλούν να την επιβραδύνουν. Όμως μια ευνοϊκή νομισματική πολιτική, μπορεί να καθορίσει το πλαίσιο για την ανάκαμψη το 2013.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr