Συνολικά, η αμερικανική οικονομία εξακολουθεί να κινείται προς μία θετική κατεύθυνση, με ανάπτυξη και μείωση του πληθωρισμού. Ωστόσο, οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν προειδοποιήσει ότι ο αγώνας δεν έχει ακόμη τελειώσει και αναμένεται να υπάρξουν δυσκολίες και προκλήσεις. Αυτό είναι αναμενόμενο και καθώς το σύννεφο της αβεβαιότητας διαλύεται, θα είναι ορατές ακόμα περισσότερες δυνατότητες.
Πέρα από τα πρόσφατα «καυτά θέματα» και τους κινδύνους (οικονομία, κεντρικές τράπεζες, γεωπολιτική και τα συναφή), τις κινήσεις μετοχών και ομολόγων επηρέασε και η πολιτική. Οι ψηφοφόροι στο Οχάιο, το Κεντάκι, τη Βιρτζίνια, το Μισισιπή και άλλες περιοχές των ΗΠΑ προσήλθαν στις κάλπες για να αποφασίσουν για τα τοπικά αξιώματα, καθώς και μια σειρά από σημαντικά ζητήματα, το GOP διοργάνωσε το τελευταίο του ντιμπέιτ και σύντομα, το Κογκρέσο θα έρθει αντιμέτωπο με την προθεσμία του προϋπολογισμού.
Ο επόμενος χρόνος θα φέρει 40 εθνικές εκλογές σε ολόκληρο τον κόσμο, κάτι που μεταφράζεται στο 40% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 40% του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ). Ξεκινώντας με την Ταϊβάν, τον Ιανουάριο, το κύμα των εκλογικών αναμετρήσεων θα κορυφωθεί με τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, τον Νοέμβριο.
Καθώς, λοιπόν, βρισκόμαστε ένα χρόνο πριν τις αμερικανικές εκλογές, η JP Morgan μοιράζεται μαζί μας τρεις σκέψεις για το τι θα «παρακολουθήσουμε» το επόμενο έτος.
Ένας χρόνος είναι πολύς χρόνος για την πολιτική
Μέχρι τις 5 Νοεμβρίου 2024, οι ψηφοφόροι των ΗΠΑ θα έχουν ψηφίσει και εκλέξει πρόεδρο, 435 αντιπροσώπους της Βουλής των Αντιπροσώπων, 34 από τους 100 γερουσιαστές και 11 κυβερνήτες πολιτειών. Από τώρα μέχρι τότε, θα υπάρξει ένας καταιγισμός σημαντικών γεγονότων, με μια γρήγορη αύξηση το νέο έτος. Στις 15 Ιανουαρίου θα ξεκινήσουν οι εκλογικές αναμετρήσεις και οι προκριματικές εκλογές που θα βοηθήσουν τις πολιτείες να επιλέξουν τους προεδρικούς υποψηφίους τους και μέχρι τις 12 Μαρτίου θα πρέπει να έχουν ξεκαθαρίσει οι τελικοί υποψήφιοι από κάθε κόμμα.
Αυτή τη στιγμή, φαίνεται πως θα υπάρξει άλλη μια αντιπαράθεση Μπάιντεν εναντίον Τραμπ -τουλάχιστον σύμφωνα με τις προβλέψεις, τις δημοσκοπήσεις και τους περισσότερους πολιτικούς ειδήμονες. Ωστόσο, πολλά μπορούν να αλλάξουν μέσα σε μια, μόλις, εβδομάδα πολιτικής, πόσο μάλλον σε ένα χρόνο.
Πέρα από τις δημοσκοπήσεις, η ιστορία έχει δείξει πως, συνήθως, στις πραγματικές εκλογές ευνοούνται οι υφιστάμενοι αξιωματούχοι. Από το 1912 μέχρι σήμερα, οι εν ενεργεία αξιωματούχοι έχουν κερδίσει περίπου τρεις στις τέσσερις φορές – εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες υπήρξε ύφεση δύο χρόνια πριν από την ημέρα των εκλογών. Όπως γνωρίζουμε, οι εκλογές του 2020 εντάσσονται στη δεύτερη κατηγορία.
Η πολιτική επηρεάζει οικονομία και αγορές
Η οικονομία αναπτύσσεται διαρκώς, καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας, και στις 46 προεδρίες μέχρι σήμερα. Ωστόσο, οι εκλογές μπορούν να επηρεάσουν την οικονομία και τις αγορές πιο άμεσα όταν οι προτάσεις των υποψηφίων:
- Επηρεάζουν, σαφώς, συγκεκριμένους τομείς ή περιοχές, όπως ο νόμος του 2010 για την προστασία των ασθενών και την προσιτή περίθαλψη, ο οποίος αναστάτωσε τον τομέα της υγείας
- Αλλάζουν τις προσδοκίες για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, όπως η εμπορική Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής (NAFTA), που οδήγησε σε περαιτέρω παγκοσμιοποίηση, τόνωσε την ανάπτυξη και οδήγησε σε χαμηλότερες τιμές.
Αυτή τη στιγμή, είναι πολύ νωρίς για να προβλέψει κανείς τέτοιου είδους συνέπειες, καθώς έχουν διατυπωθεί ελάχιστες πολιτικές προτάσεις.
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, πως δεν έχουν τις ίδιες συνέπειες όλες οι πολιτικές προτάσεις, καθώς δεν υιοθετούνται. Οι προτάσεις που μπορούν να έχουν σημαντικές συνέπειες, συνήθως, υιοθετούνται μόνο εάν το κόμμα ελέγχει τον Λευκό Οίκο και το Κογκρέσο, και ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, οι υπεύθυνοι έρχονται αντιμέτωποι με προκλήσεις και εμπόδια.
Μεγαλύτερη σημασία έχουν οι μακροοικονομικές τάσεις
Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, το 2020, το lockdown και η «επιστροφή» από την πανδημία του COVID-19 επηρέασαν περισσότερο τις αγορές απ’ ότι οι διαφορετικές ιδεολογίες μεταξύ Μπάιντεν και Τραμπ, ενώ το 2008, όταν ο Δημοκρατικός Μπαράκ Ομπάμα έβαλε υποψηφιότητα απέναντι στον Ρεπουμπλικανό Τζον Μακέιν κυρίαρχη ήταν η εξελισσόμενη Παγκόσμια Οικονομική Κρίση και όχι οι αντίθετες απόψεις των υποψηφίων σχετικά με τον πόλεμο στο Ιράκ και την υγειονομική περίθαλψη.
Πηγαίνοντας πίσω, από το 1980 κιόλας, μπορεί να δει κανείς πως ένα χρόνο μετά τις εκλογές, οι μετοχές, συνήθως, σημειώνουν ράλι. Επομένως, μπορεί η αβεβαιότητα πριν τις εκλογές να οδηγεί σε αστάθεια στις τιμές των μετοχών, όμως όταν η αβεβαιότητα εξασθενεί, μετά τις εκλογές, οι τιμές των μετοχών σημειώνουν άνοδο.
Στο τέλος της ημέρας, οι τιμές των μετοχών αντιπροσωπεύουν την κερδοφορία των σχετικών εταιρειών και όχι το τρέχον κόμμα εξουσίας. Η πολιτική μπορεί να προκαλέσει έντονα συναισθήματα, όμως, τελικά, κανείς δε χάνει από τα μάτια του τους μακροπρόθεσμους επενδυτικούς του στόχους.
Αφού, λοιπόν, τα μακροοικονομικά έχουν τη μεγαλύτερη σημασία, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή η οικονομία των ΗΠΑ;
Σύμφωνα με τη JP Morgan, προβλέπεται «ήπια προσγείωση». Η ανάπτυξη είναι ισχυρή και ο πληθωρισμός έχει σημειώσει σημαντική βελτίωση. Υπάρχει ακόμη ένας μακρύς κατάλογος κινδύνων, όμως η σημερινή κατάσταση επιτρέπει τις προβλέψεις και τις εκτιμήσεις, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών του 2024. Οι προτάσεις της JP Morgan είναι οι εξής:
Όχι στα μετρητά: Φαίνεται πως η ομοσπονδιακή τράπεζα έχει σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, κάτι που, συνήθως, σημαίνει πως οι αποδόσεις θα πέσουν σύντομα. Αυτό σημαίνει πως τα μετρητά έχουν επενδυτικό κίνδυνο, ενώ οι αυξημένες αποδόσεις των ομολόγων, αυτή τη στιγμή, αποτελούν μία ευκαιρία για να «κλειδώσει» κανείς υψηλότερο εισόδημα για μεγαλύτερο διάστημα. Πολλά υποσχόμενα φαίνονται τα κοινοτικά ομόλογα, τα οποία μπορούν να προσφέρουν μεγαλύτερο εισόδημα, λόγω ευνοϊκής φορολόγησης, και περιορισμένο κίνδυνο αθέτησης.
Ανασυγκρότηση στα χαρτοφυλάκια μετοχών: Με τις αποδόσεις των ομολόγων να βρίσκονται, πιθανότατα, στη διαδικασία κορύφωσης, οι επενδυτές ίσως πρέπει να εστιάσουν ξανά στα «βασικά». Η περίοδος της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων του τρίτου τριμήνου πλησιάζει στο τέλος της και ο S&P 500 αναμένεται να σημειώσει αύξηση κατά +4%, σε ετήσια βάση, για το τρίμηνο (έναντι των προσδοκιών για ελαφρά συρρίκνωση, που υπήρχαν κατά την έναρξη της περιόδου), ενώ οι προσδοκίες για τα κέρδη σε 12μηνη βάση εξακολουθούν να φαίνονται σταθερές. Ο Tech+ παρουσιάζει, επίσης, πολύ σημαντική ανάπτυξη.
Διεύρυνση της «εργαλειοθήκης» των επενδυτών: Όσο οι κεντρικοί τραπεζίτες κρατούν τα επιτόκια «υψηλότερα για μεγαλύτερο διάστημα», η ιδιωτική χρηματοδότηση θα μπορούσε να επωφεληθεί. Οι τραπεζίτες αναμένεται να κερδίσουν τη μάχη ενάντια στον πληθωρισμό, ωστόσο, αυτός μπορεί να κατασταλάξει σε υψηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τον προηγούμενο κύκλο. Τα πραγματικά περιουσιακά στοιχεία μπορούν να προσφέρουν προστασία, ενώ οι έμπειροι διαχειριστές ακινήτων μπορούν να επωφεληθούν από την πίεση στον χώρο του real estate.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr