Το Opel Rekord D, που γιορτάζει τα 50ά του γενέθλια τον Ιανουάριο του 2022, παρέλαβε τη σκυτάλη από ένα μοντέλο που είχε ανεβάσει πολύ ψηλά τον πήχη. Ο προκάτοχός του είχε κατασκευαστεί πάνω από 1,2 εκατομμύρια φορές – δηλαδή το ένα όγδοο όλων των οχημάτων που είχε κατασκευάσει η Opel στα 70 χρόνια της στην παραγωγή αυτοκινήτων. Αυτό, σύμφωνα με ένα δελτίο τύπου της Opel εκείνης της εποχής, μαρτυρούσε ότι η αγορά «δεν μπορούσε να χάσει ένα αυτοκίνητο όπως το Rekord». Το σημαντικό ρόλο του στα αυτοκινητιστικά δρώμενα ανέλαβε να συνεχίσει ο νεαρός διάδοχός του, που μπήκε στην παραγωγή το Δεκέμβριο του 1971.
Το Rekord D ακολούθησε τα χνάρια του προκατόχου του, κάτι που όμως δεν το εμπόδισε να έχει το δικό του προσανατολισμό. Για παράδειγμα, αντίθετα με το Rekord C, του οποίου το σχήμα θύμιζε μπουκάλι της coca cola κοντά στην κολόνα C, επηρεασμένο από τη σχεδιαστική γλώσσα των αντίστοιχων μοντέλων της Β. Αμερικής, η νέα σχεδίαση είχε Ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά. Καθαρές και λειτουργικές γραμμές, λείες επιφάνειες και μεγάλα παράθυρα και μία χαμηλή μεσαία γραμμή καθόριζαν το διαχρονικό εξωτερικό στυλ. «Το Rekord D έρχεται στην αγορά όπως ένας επισκέπτης που φέρνει μία ανάσα φρέσκου αέρα στο πάρτι» σύμφωνα με το press kit.
Όπως συνέβαινε με τον προκάτοχό του, υπήρχαν τρία χαρακτηριστικά στυλ αμαξώματος: η κλασική λιμουζίνα με δύο ή τέσσερις πόρτες, το σπορ coupé και ένα caravan estate με τρεις ή πέντε πόρτες. Για επαγγελματική χρήση και σύμφωνα με την παράδοση του θρυλικού “Schnelllieferwagen” των δεκαετιών του 1950 και του ‘60, η Opel προσέφερε επίσης το Rekord van (ένα τρίθυρο station χωρίς τα πίσω πλαϊνά παράθυρο).
Προτεραιότητα στην ασφάλεια: Εμπρόσθια ζώνη ελεγχόμενης παραμόρφωσης και προστασία από πλευρική σύγκρουση
Το Opel Rekord D (γνωστό και ως Rekord II για να αποφευχθεί η σύγχυση με το “D” με την έννοια του diesel) ανέβασε τον πήχη και στην παθητική ασφάλεια. Ενισχύσεις στα πλαϊνά τμήματα και την οροφή προσέφεραν προστασία σε περίπτωση πλευρικών συγκρούσεων και ανατροπών, ενώ ζώνες ελεγχόμενης παραμόρφωσης προστάτευαν τους επιβάτες σε ενδεχόμενη εμπρόσθια σύγκρουση.
Οι βενζινοκινητήρες του Rekord D ήταν εξελιγμένα σύνολα των δοκιμασμένων τετρακύλινδρων μονάδων με διάταξη camshaft-in-head (CIH) (εκκεντροφόρος μέσα στην κυλινδροκεφαλή), που είχαν ήδη κατασκευαστεί πάνω από δύο εκατομμύρια φορές μέχρι την εποχή του λανσαρίσματος. Το βασικό μοντέλο είχε κινητήρα 1.7L με 66 hp, ο κινητήρας S απέδιδε 83 hp και η μονάδα 1.9L αντίστοιχα 97 hp.
Επιπλέον το Rekord D έφερε στην αγορά το πρώτο επιβατικό diesel μοντέλο της Opel – το Σεπτέμβριο του 1972, με την έκδοση παραγωγής ενός κινητήρα που είχε καταρρίψει το παγκόσμιο ρεκόρ! Ο υπετροφοδοτούμενος diesel των 95 ίππων με θάλαμο στροβιλισμού είχε γιορτάσει το ντεμπούτο του τον προηγούμενο Ιούνιο σε ένα πρωτότυπο. Το Opel GT Diesel με ένα αεροδυναμικά βελτιστοποιημένο αμάξωμα πέτυχε 18 διεθνή και δύο παγκόσμια ρεκόρ στην πίστα δοκιμών της Opel στο Dudenhofen. Στο Rekord, ο νέος κινητήρας με ανάφλεξη μέσω συμπίεσης παρήγαγε 60 hp, κατανάλωνε κατά μέσο όρο 8,7 λίτρα καυσίμου ανά 100 km και εξασφάλιζε τελική ταχύτητα έως 135 km/h. Το Opel Rekord 2100 D ήταν αναγνωρίσιμο από το εξόγκωμα στο καπό: λόγω του επικεφαλής εκκεντροφόρου και της τροποποιημένης κυλινδροκεφαλής, το ύψος του πετρελαιοκινητήρα ήταν μεγαλύτερο συγκρινόμενο με αυτό των βενζινοκινητήρων.
«Για τους λάτρεις των ισχυρών αυτοκινήτων τουρισμού»: OpelCommodore
Από το Μάρτιο του 1972, το Commodore B σηματοδότησε μία επέκταση της γκάμας προς τα πάνω, γεφυρώνοντας το κενό ανάμεσα στο Rekord και τα Admiral και Diplomat που βρίσκονταν στην κορυφή. Το Commodore B μοιραζόταν το ίδιο σχήμα αμαξώματος με το Rekord, αλλά διέθετε πολυτελέστερο εξοπλισμό και ήταν διαθέσιμο μόνο με εξακύλινδρους κινητήρες. Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες: μετά το 2.5L Commodore S 115 hp ακολούθησε το GS130 hp και στη συνέχεια το 2.8L GS με δύο καρμπυρατέρ και 142 hp. Τέλος, το Σεπτέμβριο του 1972, το κορυφαίο της γκάμας Commodore GS/E έκανε μία εντυπωσιακή είσοδο στη σκηνή. Ο κινητήρας 2.8L 160 hp με ηλεκτρονικό ψεκασμό καυσίμου προσέφερε συναρπαστικές επιδόσεις. Το coupé μπορούσε να αναπτύξει τελική ταχύτητα 200 km/h, ενώ η τετράθυρη ‘λιμουζίνα’ αντίστοιχα 195 km/h. «Το GS/E απευθύνεται στους λάτρεις των ισχυρών αυτοκινήτων τουρισμού που επιθυμούν να καλύπτουν μεγάλες αποστάσεις με υψηλότερες ταχύτητες» δήλωνε τότε η Opel.
Ως αναμενόταν, το Commodore GS/E αποδείχτηκε ισχυρός αντίπαλος στο μηχανοκίνητο αθλητισμό και σε αγώνες ράλλυ. Το 1973, ο νεαρός τότε Walter Röhrl έτρεξε για πρώτη φορά με Opel στο Ράλλυ Μόντε Κάρλο. Με επιτυχία, αν και η έλλειψη homologation ανάγκασε το Commodore GS/E coupé που είχε προετοιμάσει η Irmscher να αγωνιστεί στην κατηγορία Group 2 για τροποποιημένα οχήματα.
Ωστόσο, το Commodore και το Rekord γιόρτασαν τους μεγαλύτερους θριάμβους τους εκτός αγωνιστικής πίστας και ειδικών διαδρομών. Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1976, μία χρυσαφί λιμουζίνα Rekord D πέρασε από τη γραμμή παραγωγής ως τα επόμενο εκατομμυριοστό μοντέλο της σειράς – επιβεβαιώνοντας ότι η αγορά πραγματικά “χρειάζεται το Rekord”, όπως είχε δηλώσει η Opel στο λανσάρισμά του το 1972. Σηματοδοτώντας αυτό το ορόσημο, μία limited edition του ειδικού μοντέλου “Millionaire” με κινητήρα S 2.0L 100 hp και εξοπλισμό “Berlina” κυκλοφόρησε στην αγορά. Όταν λανσαρίστηκε η τελευταία γενιά Rekord το Σεπτέμβριο του 1977, 1.128.196 μονάδες του Rekord D και 140.827 Commodore B είχαν περάσει από τη γραμμή παραγωγής του Rüsselsheim.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr