Παρόλα αυτά, η αποτελεσματικότητα και η χρησιμότητα τους, δεν είναι ξεκάθαρες και απόλυτα κατανοητές από τους καταναλωτές - πολίτες. Πολλοί, αναρωτιούνται, πως είναι δυνατόν 1000 άτομα να αντιπροσωπεύουν ένα ικανό δείγμα αποτύπωσης γνώμης, τάσεων ή επιλογών; Ή πως καταλαβαίνουν οι ερευνητές, αν ο ερωτώμενος είναι προκατειλημμένος ή ψεύδεται; Όλα αυτά ο απλός κόσμος τα θεωρεί στοιχεία που είναι ικανά να αμφισβητήσουν αυτά που καταγράφουν οι έρευνες και οι δημοσκοπήσεις.
Στα ερωτήματα αυτά, οι εταιρίες έρευνας και δημοσκοπήσεων, πέραν του αυτονόητου, δηλ. της στατιστικής επιστήμης, μπορούν να αντιπαραθέσουν τη διαχρονική εξέλιξη προϊόντων - υπηρεσιών στη παγκόσμια αγορά καθώς επίσης και τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ανθρώπων του πλανήτη που και αυτή επέφερε.
Η έρευνα αγοράς «παίζει» σημαντικό ρόλο, σε πολλές εμπορικές καταστάσεις. Μπορεί να βοηθήσει προϊόντα και υπηρεσίες να στοχεύσουν στη σωστή κατεύθυνση, με αποτέλεσμα να είναι πιο κερδοφόρα. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα να ερευνηθούν νέες αγορές, να αναγνωρισθούν και να εκτιμηθούν οι τάσεις νέων αγορών, έτσι, ώστε να βοηθήσουν σε καλύτερο και πιο στοχευμένο επιχειρηματικό σχεδιασμό (business plan).
Επιπροσθέτως, μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη και στο τεστάρισμα νέων προϊόντων στην αγορά μειώνοντας τα ενδεχόμενα ρίσκα. Ακόμα περισσότερο, η έρευνα, μπορεί να στηρίξει το σχεδιασμό μιας αποτελεσματικής καμπάνιας marketing, καθώς και η έρευνα των μέσων, αναγνωρίζοντας τα καλύτερα σημεία για να διαφημιστεί ένα προϊόν και να κερδίσει πρόσθετη κάλυψη. Η ανίχνευση και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κάνει πιο ασφαλή και αποτελεσματική την στόχευση του σχεδίου marketing, όσον αφορά το budget.
Ωστόσο, αφού η έρευνα είναι πραγματικά ικανή να αποτυπώσει ρεαλιστικά τι σκέπτονται οι καταναλωτές, πως προτιμούν ένα προϊόν έναντι ενός άλλου ή τι είναι αυτό που τους οδηγεί στο να επιλέξουν ένα προϊόν ή υπηρεσία αυτό θα έπρεπε να βοηθά στις στρατηγικές επιλογές των επιχειρήσεων. Αλλά όπως φαίνεται, οκτώ στις δέκα περιπτώσεις νέων προϊόντων που λανσάρονται στην αγορά, αποτυγχάνουν τους πρώτους τρεις μήνες. Στην Ιαπωνία δε, οι καταγεγραμμένες περιπτώσεις αποτυχίας είναι δραματικά υψηλές. Εννέα στις δέκα περιπτώσεις λανσαρίσματος νέων προϊόντων αποτυγχάνουν στο πρώτο τρίμηνο.
Ποιος μπορεί να βεβαιώσει ότι η έρευνα αγοράς ή οι δημοσκοπήσεις, θα διαμορφώσουν επιτυχημένο λανσάρισμα για ένα προϊόν ή αντίστοιχα τις σωστές πολιτικές επιλογές (όπου εδώ θα θεωρήσουμε ως σωστές αυτές που απαιτεί η πλειοψηφία των πολιτών); Δεν υπάρχει τέτοια βεβαιότητα.
Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι που λαμβάνουν τις αποφάσεις στις επιχειρήσεις ή οι πολιτικοί δεν είναι έξυπνοι, ορθολογιστές, ή δεν γνωρίζουν πώς να ερμηνεύσουν τα ευρήματα μιας έρευνας αγοράς ή μιας δημοσκόπησης, κάθε άλλο!
Το 2007, ξοδεύτηκαν 12 δις δολάρια στις ΗΠΑ σε έρευνα αγοράς, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα έξοδα marketing ενός προϊόντος, όπως, το packaging, τα TV commercials, οι online banner ads, κλπ. τα οποία αντιπροσωπεύουν άλλα 117 δις δολάρια για το ίδιο έτος. Ποσά καθόλου ευκαταφρόνητα.
Σε τελική ανάλυση, είναι αντικειμενικά αδιαμφισβήτητη η πολύτιμη συνεισφορά της έρευνας αγοράς, στην ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών διαχρονικά, αλλά οι δημοσκοπήσεις είναι λίγο πιο πολύπλοκη περίπτωση και, όπως εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται, δεν αρκούν για τη διαμόρφωση σωστών πολιτικών επιλογών από τα κόμματα.
Πάνος Τσαγκαράκης
[email protected]
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr