Θυμάμαι επίσης, όταν είδε το απορημένο ύφος μου και προφανώς μαντεύοντας την επερχόμενη ερώτηση μου, η οποία ήταν «μα καλά τι δουλειά έκανε και είχε τέτοια επιθυμία»; Να μου απαντά ότι, ήταν υπάλληλος σε κάποιο κατάστημα.
Ο λόγος που ενθυμούμαι αυτό το περιστατικό και το αναφέρω, είναι γιατί ταιριάζει απόλυτα με το πρόσφατο σχόλιο του επίτιμου πρόεδρου της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος αναφερόμενος στην οικονομική κρίση, είπε ότι «ζούμε πάνω από τις δυνατότητες μας».
Μια δήλωση, που σε πολύ μεγάλο βαθμό αναδεικνύει την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας και πολιτικής αδυναμίας των κυβερνήσεων από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Οι έλληνες, παραδοσιακά και για πολλούς λόγους οι οποίοι έχουν να κάνουν με στερήσεις, καταπίεση, πολιτική αστάθεια, λογικό ήταν αμέσως μετά την οπισθοδρομική για την οικονομία αλλά και τη δημοκρατία περίοδο της χούντας, να προσπαθήσουν να βελτιώσουν το επίπεδο της ζωής τους.
Αυτό όμως που έκαναν οι κυβερνήσεις και ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του 80, δεν ήταν άλλο, από το να αποτελούνπαράδειγμα προς αποφυγήν για τους πολίτες σ αυτήν την προσπάθεια τους. Και αυτό γιατί, αντί να θέσουν τις βάσεις για ένα σύγχρονο κράτος με αποτελεσματικούς ελεγκτικούς και εισπρακτικούς μηχανισμούς, έτσι ώστε να περιορίσουν τη φοροδιαφυγή από τους επιτήδειους αλλά και την ανεξέλεγκτη-παράνομη και άναρχη δόμηση. Αντιθέτως, λειτουργούσαν με τριτοκοσμικές πολιτικές νοοτροπίες, εστιάζοντας στην προσωπική καταξίωση των αρχηγών τους και του κόμματος του οποίου ηγούντο, αντί στην θεμελίωση των υποδομών ενός δυνατού, σύγχρονου, αποτελεσματικού και οικονομικά εύρωστου κράτους και κοινωνίας.
Μπορεί, να κέρδισαν το στοίχημα της ένταξης της Ελλάδας στην ευρωζώνη και των ολυμπιακών αγώνων, γεγονός, που αναβάθμισε το επίπεδο ζωής των αθηναίων και γενικότερα των ελλήνων, αλλά η αδιαφορία, η αδυναμία αποφάσεων και λύσεων που επέδειξαν στα παραπάνω καυτά και ζωτικά ζητήματα, είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας νέας κοινωνικής τάξης, αυτής των εργολάβων, των μεσαζόντων και των μιζαδόρων, οι οποίοι είχαν δικούς τους κώδικες συναλλαγών μεταξύ αυτών και του κράτους, της μίζας, του φακέλου, των αδιαφανών διαδικασιών. Αναγορεύοντας την παραοικονομία σε τρόπο ζωής.
Το σπουδαιότερο όμως, είναι ότι έχασαν την ευκαιρία να εξυγιάνουν το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας, και αντί να εντάξουν όλους τους εργαζόμενους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα σε ένα ενιαίο ασφαλιστικό φορέα, όπως συμβαίνει σ όλες τις σύγχρονες κοινωνίες, δημιούργησαν τις ανισότητες των προνομιούχων ασφαλισμένων των «ρετιρέ» και των ανθυγιεινών «υπογείων». Και όλα αυτά, γιατί δεν είχαν την πολιτική βούληση και τοθάρρος [στοιχεία μεγάλων πολιτικών ανδρών ], τα οποία θα τους έδιναν μια θέση στην ιστορία, αντί αυτού, στο όνομα του πολιτικού κόστους και της αλαζονείας, απέτυχαν.
Και σα να μην έφταναν αυτά, επιδόθηκαν στην υπέρ διόγκωση του δημοσίου τομέα, χρησιμοποιώντας τον σαν «σφουγγάρι» απορρόφησης των ψηφοφόρων τους, ενώ ταυτόχρονα εισήγαγαν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ζημιογόνες και αποτυχημένες επιχειρήσεις, που έπιναν το αίμα των φορολογουμένων.
Η τακτική αυτή, δημιούργησε ένα σπάταλο κράτος, ανίκανο να καλύψει τις ανάγκες του με συνέπεια να στρέφεται στο δανεισμό για να καλύψει τα τεράστια χρέη που δημιούργησαν οι κυβερνήσεις [ιδιαιτέρα στις αρχές τις δεκαετίας το90, όπου ο πληθωρισμός έτρεχε σε διψήφια νούμερα, με μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης και διψήφια επιτόκια δανεισμού], αδιαφορώντας για το κληροδότημα που άφηναν στις επόμενες γενιές, οι οποίες σήμερα καλούνται να πληρώσουν.
Αυτή, την κρίση καλείτε να πληρώσει η Ελλάς σήμερα, αυτήν που οι πολιτικοί δημιούργησαν με το κακό τους παράδειγμα. Αφήνοντας εκτεθειμένη μια κοινωνία από ανυποψίαστους πολίτες, που στην προσπάθεια τους για μια καλύτερη ζωή, έγιναν έρμαια του καταναλωτισμού, του εύκολου πλουτισμού και της ημιμάθειας. Παρουσιάζοντας στους ευρωπαίους εταίρους, την εικόνα μια πλασματικής ευμάρειας, κτισμένης στη βάση της ανεξέλεγκτης πίστωσης και του υπέρ καταναλωτισμού, δημιούργησαν ένα επίσης πλ
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr