Ελευθερία έκφρασης, ελευθερία σκέψης και ελευθερία λόγου ασφαλώς και υπάρχουν στην Ελλάδα. Ωστόσο, υπάρχουν και κακώς κείμενα, τα οποία «συμπτωματικά» συνδυάζονται αρκετά συχνά με τη θρησκεία και την πατρίδα.
Επίσης, «συμπτωματικά» οι διώκτες θα μπορούσε κανείς να πει ότι εκμεταλλεύονται τα… ας πούμε ιδανικά τους.
Η σύλληψη Τατσόπουλου για παράδειγμα ήρθε έπειτα από μήνυση που κατέθεσε εναντίον του παρουσιαστής της τηλεόρασης, ισχυριζόμενος πως ο συγγραφέας προσέβαλε το θρησκευτικό του συναίσθημα. Την ώρα που ο ίδιος κατεβαίνει υποψήφιος στις εκλογές με την Ελληνική Λύση και δηλώνει πως είναι ευλογημένος από έναν Άγιο γι’ αυτό και ξεπέρασε ένα πρόβλημα υγείας.
Δικαίωμά του ασφαλώς να το πιστεύει, αλλά αποτελεί και δικαίωμα του Τατσόπουλου να στηλιτεύσει το γεγονός ότι ένας υποψήφιος βουλευτής επικαλείται το θρησκευτικό συναίσθημα προς άγραν ψήφων και «ξεχνά» τελείως να αναφέρει πως νοσηλεύθηκε και υπήρχαν εκεί γιατροί οι οποίοι τον περιποιήθηκαν.
Με το γράμμα του νόμου οι αστυνομικοί μπορούσαν να κινήσουν διαδικασία αυτοφώρου για «εξύβριση, δυσφήμιση και συκοφαντική δυσφήμιση», αν και στη συνέχεια ο εισαγγελέας άφησε άμεσα ελεύθερο τον Πέτρο Τατσόπουλο και πιθανόν να οριστεί τακτική δικάσιμος.
Το δυσάρεστο είναι πως τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα οι διώξεις που σχετίζονται με την ελευθερία του λόγου συνδέονται σε πολλές περιπτώσεις άμεσα με τη θρησκεία ή την πατρίδα. Λες και κάποιοι έχουν ειδική… εξουσιοδότηση να τις υπερασπίζονται.
Πρέπει δυστυχώς να παραδεχθούμε πως είναι πολύ πιο πιθανό να συλληφθείς επειδή κριτικάρεις ή σατιρίζεις κάτι σχετικό με τη θρησκεία παρά οτιδήποτε άλλο. Θυμόμαστε ασφαλώς τον γέροντα Παστίτσιο που είχε απλώς μία σατιρική σελίδα στο facebook ή τις συγκεντρώσεις ακροδεξιών έξω από θέατρο που υποτίθεται έπαιζε «σατανιστικό» έργο και τους μπελάδες που είχαν βρει οι συντελεστές της παράστασης.
Επίσης, στο παρελθόν ο Τζίμης Πανούσης είχε εκδιωχθεί (μεταξύ άλλων) γιατί έβαλε το σφυροδρέπανο στην ελληνική σημαία. Ο εισαγγελέας βέβαια «παράβλεψε» ότι ήταν μία αφίσα καλλιτεχνικής παράστασης και όχι το εθνικό μας σύμβολο. Γι’ αυτό και τελικά ο Πανούσης δικαιώθηκε.
Τα χρόνια πέρασαν και ζούμε πια στην εποχή που κυριαρχούν τα social media και οι καλλιτέχνες, εκτός από τα «κανονικά» δικαστήρια, έχουν πια να αντιμετωπίσουν και τα «λαϊκά δικαστήρια».
Και προσέξτε δεν μιλάμε μόνο για περιπτώσεις που κρίνονται οι απόψεις τους (που κι αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο), αλλά κυρίως το καλλιτεχνικό τους έργο.
Για παράδειγμα, πολύ πρόσφατα ένας Έλληνας stand up κωμικός, είχε στο πλαίσιο της παράστασής του ένα αστείο για την Κύπρο. «Μαύρο» αστείο είναι η αλήθεια. Προσωπικά το βρίσκω σχεδόν μελαγχολικό. Το παραθέτω αν και ασφαλώς το αστείο αδικείται. Άλλο η πρόζα, άλλο ο γραπτός λόγος.
Στην παράστασή του, πάντως, ο κωμικός Πάρις Ρούπος ανάφερε: «Μπήκαμε σε ένα πολύ ακριβό μπαρ και μπαίνει σε κάποια φάση ένας πολύ φραγκάτος τύπος. Μου λέει ένας φίλος μου που ήταν από εκεί. Τον βλέπεις αυτόν; Αυτός έχει την μισή Κύπρο! Του λέω όλοι οι Κύπριοι έχουν την μισή Κύπρο. Δεν καταλαβαίνω. Η μόνη ένωση που υπάρχει πλέον στην Κύπρο, είναι στα φρύδια τους».
Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Ξέφυγε από το αν το αστείο αρέσει ή δεν αρέσει. Ο άνθρωπος αυτός έφαγε τις κατάρες του αιώνα, αλλά και απειλές εναντίον της σωματικής του ακεραιότητας από διάφορους «ευαίσθητους» Κύπριους και Έλληνες. «Συμπτωματικά» οι περισσότεροι είχαν ξυρισμένα κεφάλια.
Τα παραπάνω αποτελούν μία καλή αφορμή να υπενθυμίσουμε πως το να απειλήσεις κάποιον δημόσια, το να τον κατηγορήσεις για κάτι άδικα ή να τον συκοφαντήσεις, εμπίπτει ασφαλώς σε νομικούς κανόνες. Όταν, όμως, απλά σχολιάζεις κάτι, το κριτικάρεις με επιχειρήματα ή το σατιρίζεις, δεν μπορεί ο νομοθέτης να αφήνει περιθώρια να σε σύρουν στα δικαστήρια τηλεοπτικοί και διαδικτυακοί… κλόουν.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr