Κανένας δεν θυμάται ούτε γιατί έγιναν εκείνοι οι ανασχηματισμοί ούτε καν ποιά πρόσωπα αντικατέστησαν ποιά άλλα.
Στην Ελλάδα οι ανασχηματισμοί δεν διορθώνουν αρρυθμίες του κυβερνητικού επιτελείου. Αντικαθιστούν πρόσωπα με άλλα πρόσωπα. Δεν έχουν σχέση με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων πολιτικών ή έστω με την βελτίωση της απόδοσης της κυβέρνησης εν συνόλω.
Υπό μια- adabsurdum- κατανόηση της πραγματικότητας, ορθώς. Αφού, συχνά,δεν υφίσταται καν «επιτελείο». Δεν υφίσταται η έννοια της «εργαζόμενης κυβέρνησης», δηλαδή, μιας συλλογικότητας η οποία προσπαθεί να πετύχει έναν στόχο. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα:Ανατρέχοντας στο προηγούμενο εξάμηνο, εάν ο στρατηγικός στόχος του κυβερνητικού επιτελείου ήτανη διαπραγμάτευση (με δεδομένη την πρωθυπουργική ομολογία ότι «λίγο κυβερνήσαμε, αφού περισσότερο διαπραγματευόμασταν») προκειμένου να επιτευχθεί μια καλύτερη συμφωνία εντός ευρώ,τότε, απέτυχε παταγωδώς. Όχι μόνον διότι το σχέδιο της ακυρώθηκε την ύστατη ώρα με την συμφωνία/μνημόνιο (με βαρύτατο τίμημα) αλλά και διότι ο Υπουργός Οικονομικών διαπραγματευόταν με στόχο την μη συμφωνία και την επιστροφή στη δραχμή.
Πολλαπλά σφάλματα, ελλείψεις και α-νοησίες οδήγησαν στον σημερινό απολογισμό: Η ανασχηματισθείσα κυβέρνηση έχει, ίσως, την πιο αρνητική επίδοση κυβέρνησης της μεταπολίτευσης: Δεν είναι απλώς ότι έχει ένα πενιχρό έργο να παρουσιάσει (δεκαπέντε νομοθετήματα, εκ των οποίων τα οκτώ με μη τακτικές νομοθετικές διαδικασίες). Είναι και το ότι το πενιχρό αυτό έργο ήταν απλώς ένα φύλλο συκής- μια συλλογή συμβολικών νομοθετημάτων με μοναδικό στόχο να παρέξουν στους οπαδούς της κυβέρνησης την αίσθηση του κυβερνάν. Κανένα σοβαρό αποτέλεσμα δεν έχει να παρουσιάσει η κυβέρνηση που μόλις ανασχηματίστηκε.
Υπήρξαν Υπουργοί με μηδενικό έργο (εργασίας, πολιτισμού, εξωτερικών, άμυνας, κλπ). Άλλοι, πάλι, με ελάχιστο (πχ. Κατρούγκαλος με την επαναπρόσληψη των απολυμένων, Παρασκευόπουλος με την απόλυση των φυλακισμένων, Μπαλτάς με τοπαιδοκτόνο νόμο για την παιδεία, Παππάς με την επαναφορά του κρατικού ελέγχου στην δημόσια τηλεόραση ). Κανένας επαρκής.
Η κυβέρνηση μόνο ως σύνολο δεν λειτούργησε- έστω και σ’ αυτά τα ολίγιστα που παρουσίασε. Μάλιστα, υπήρξαν υπουργοί που δεν μπόρεσαν να συντονιστούν ούτε με τον εαυτό τους: Η κ. Βαλαβάνη είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση: Προσπάθησε να ρυθμίσει τις εκατό δόσεις φέρνοντας το σχετικό νομοσχέδιο σε «τεύχη»: Απαιτήθηκαν 3 προσπάθειες γι αυτό.
Η ανυπαρξία κυβερνητικού συντονισμού αποτυπώθηκε, πάνω απ’ όλα, στην αδρανοποίηση της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού του κυβερνητικού έργου. Ουδείς πληροφορήθηκε κάποια δραστηριότητα- έστω, εξω-νομοθετική- του κ. Φλαμπουράρη ή του κ. Κουικ. Ίσως πουθενά αλλού να μην ταιριάζει περισσότερο το «Dasnichtsnichtet» του Μ. Heidegger (από το τίποτα, τίποτα). Ούτε τα σχέδια δράσης των Υπουργείων που διστακτικά είχαν ξεκινήσει με την προηγούμενη κυβέρνηση προχώρησαν ούτε κάτι άλλο.
Η ανυπαρξία σοβαρού κυβερνητικού έργου επιχειρείται να δικαιολογηθεί με το πρόσχημα της διαπραγμάτευσης. Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κουλτούρα διοίκησης. Δεν ξέρει τι είναι η διακυβέρνηση, δεν θέλει να μάθει γι αυτήν, και αρνείται να κατανοήσει ότι η διακυβέρνηση είναι, πλέον, τέχνη. Με κανόνες και μεθόδους. Που βεβαίως η «συντηρητική» ή η «προοδευτική» πολιτική δίνουν το στίγμα τους στις αποφάσεις και πράξεις των κυβερνήσεων αλλά αυτό συμβαίνει επέκεινα της διακυβέρνησης.
Μοναδική ελπίδα να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να ενσωματωθεί ως κόμμα διακυβέρνησης είναι να προσπαθήσει νε ενσωματωθεί στις διεθνείς πρακτικές. Να κατανοήσει ότι οι ιδεολογίες που πολλοί από τους υπουργούς του ασπάζονται έχουν μια βασική διαφορά από τους κανόνες της διακυβέρνησης. Αφορούν αυτούς τους ίδιους και όσους άλλους τις πιστεύουν. Αλλά εκεί τελειώνουν. Η διοίκηση του κράτους μετά την κατάρρευση των ολοκληρωτικών καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και των τερατωδιών της Αφρικής αποτελεί, εδώ και 30 χρόνια, μια παγκοσμιοποιημένη τέχνη και τεχνική που ενσωματώνει τις πανανθρώπινες αξίας της δημοκρατίας μαζί με τις σύγχρονες μεθόδους διοίκησης, διαβούλευσης και κοινωνικής συμμετοχής.
Ο πρόσφατος ανασχηματισμός δεν δίνει κανένα στίγμα για τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα διακυβέρνησης. Η απλή αλλαγή των προσώπων με κριτήριο την αφοσίωσή τουςστον αρχηγό δεν προοιωνίζει την βελτίωση της αποτελεσματικότητας της κυβέρνησης- πολλώ δε μάλλον της αποδοτικότητάς της.
Εκείνο το οποίο, σαφώς, εκπέμπει ως μήνυμα ο ανασχηματισμός είναι οι εκλογές. Μια απολύτως μυωπική πολιτική επιλογή η οποία- για μια ακόμη φορά- θα θέσει την εύθραυστη οικονομική και κοινωνική ισορροπία σε δοκιμασία. Η ικανότητα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ ακόμη κι αν κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία των ψήφων δεν θα βελτιωθεί εξ αυτού και μόνον.
Χρέος όλων των πολιτικών δυνάμεων που αντιλαμβάνονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο ακροδεξιός πιστός του εταίρος, οι ΑΝΕΛ θα δοκιμάσουν ακόμη μια φορά τις αντοχές της καθημαγμένης ελληνικής κοινωνίας είναι όχι μόνο να δείξουν την επικινδυνότητά τους αλλά και να διαμορφώσουν μια αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης. Το τέλος των ουτοπιών πρέπει να συνοδευτεί από μια έγκυρη πρόταση διακυβέρνησης.
Μόνο έτσι θα μπορέσει να αποκατασταθεί και χαμένη τιμή του πολτικού κόσμου. Εάν μπορέσουν να υποστηρίξουν προτάσεις διακυβέρνησης τότε δεν είναι μόνον στρατηγοί (και μάλιστα, πολλοί) αλλά θα είναι και καλοί. Έτσι ώστε να διαψευστεί η καθολικότητα της αριστοφάνειας ρήσης.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr