Στο τέλος του 2013 ένας βασικός στόχος του μνημονίου επετεύχθη. Το συνολικό εξωτερικό ισοζύγιο, τρεχουσών συναλλαγών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων εξισορροπήθηκε . Με άλλα λόγια δημόσιος και ιδιωτικός τομέας συνολικά δεν έχουν ανάγκη εξωτερικού δανεισμού για την τρέχουσα διαχείριση. Η Ελλάδα έμεινε στο ευρώ, τώρα καταναλώνει ό,τι παράγει! Και, σταδιακά ανακτά αξιοπιστία.
Επιτυχία πρώτου μεγέθους αναμφισβήτητα, ιδιαιτέρα αν ληφθεί υπόψιν το ύψος των ελλειμμάτων και το σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα που έγινε η προσαρμογή.
Οι ονομαστικές ανισορροπίες έδωσαν τη θέση τους σε αντίστοιχες του πραγματικού τομέα και το πρόβλημα είναι τώρα αμιγώς ελληνικό
Όμως οι εξελίξεις έχουν και μιαν άλλη ανάγνωση περισσότερο κατάλληλη για αυτά που συζητάμε σήμερα. Μπορεί εύλογα κανείς να ισχυριστεί ότι οι ονομαστικές ανισορροπίες των δημοσίων οικονομικών και του εξωτερικού ισοζυγίου ανταλλάχτηκαν με αντίστοιχες ανισορροπίες του πραγματικού τομέα στην αγορά προϊόντων και εργασίας. Το παραγωγικό κενό και το ύψος της ανεργίας επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό.
Το πρόβλημα υπάρχει, απλά μεταφέρθηκε στον πραγματικό τομέα και τώρα πλέον είναι αμιγώς ελληνικό.
Όμως η κατάσταση είναι λιγότερο επικίνδυνη από πριν, και, κυρίως είναι αντιμετωπίσιμη. Η εφαρμογή ενός προγράμματος θεμελιακών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σε όλους τους τομείς της οικονομίας, μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην αποκατάσταση των πραγματικών ανισορροπιών.
Από τις μικρο παρεμβάσεις στις μακρο επιδράσεις
Η εργασία που θα παρουσιάσω επιχειρεί να αποτιμήσει σε μακροοικονομικό επίπεδο τις επιδράσεις των μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στην έκθεση για τις μικροοικονομικές παρεμβάσεις ενίσχυσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Υπό αυτή την έννοια οι δύο εργασίες εμφανίζονται ως συμπληρωματικές και η μακρο προσέγγιση στηρίζεται στη μίκρο την οποία και επιχειρεί να ποσοτικοποιήσει.
Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η μετάβαση από τη μικρο παρέμβαση στις παραμέτρους του υποδείγματος ενέχει αναγκαστικά κάποιο βαθμό αυθαιρεσίας.
Καλά νέα από την μάκρο έκθεση του TFGR
H μακροοικονομική έκθεση του TFGR φέρνει καλά νέα. Οι προσομοιώσεις που διενεργήθηκαν δείχνουν ότι, αν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προτείνονται εφαρμοστούν με αξιόπιστο τρόπο τότε θα ενισχύσουν σημαντικά το προϊόν και την απασχόληση της Ελληνικής οικονομίας. Μέσω δε της ευκαμψίας που θα επιφέρουν στις αγορές και στο σύστημα τιμών σταδιακά μπορούν να οδηγήσουν την οικονομία σε αποδεκτά επίπεδα απασχόλησης.
Η αξιοπιστία είναι σημαντική στην όλη προσέγγιση και σημαίνει ότι όλοι πιστεύουν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα πραγματοποιηθούν ως το τέλος και δεν θα αναστραφούν μετά από λίγο. Η αντίληψη αυτή ενσωματώνεται στις προσδοκίες του κοινού.
Οι προσομοιώσεις που διενεργήθηκαν υποθέτουν αξιοπιστία.
Οι εκτιμήσεις των μακροοικονομικών επιδράσεων διενεργούνται με τη βοήθεια του υποδείγματος GIMF
Μεθοδολογικά η αποτίμηση γίνεται με τη συγκριτική αξιολόγηση εναλλακτικών σεναρίων που καταρτίστηκαν με τη βοήθεια του πολυεθνικού υποδείγματος γενικής ισορροπίας GIMF του ΔΝΤ. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιείται μια εκδοχή τριών περιοχών του υποδείγματος (Ελλάδα, ζώνη ευρώ και λοιπός κόσμος) που έχει αναπτυχθεί και διαμετρηθεί στο ΙΟΒΕ.
Μεθοδολογία
Η εμπειρική ανάλυση περιλαμβάνει δυο βήματα:
Πρώτο βήμα
- Κατάρτιση μακροοικονομικού σεναρίου ισορροπίας για μια μακρά χρονική περίοδο (προσομοίωση αναφοράς).
Δεύτερο βήμα
- Κατάρτιση των τεσσάρων εναλλακτικών σεναρίων που αντιστοιχούν στις μικρο-παρεμβάσεις.
- Βελτίωση του συστήματος δημόσιων προμηθειών.
- Ενίσχυση επιχειρηματικότητας και των ιδιωτικών επενδύσεων.
- Ενίσχυση του ανταγωνισμού στον τομέα των εμπορευσίμων και μη εμπορεύσιμων κλάδων.
- Ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας.
Μεθοδολογία (συν…)
Τα σενάρια που καταρτίζονται περιλαμβάνουν όλα τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη: προϊόν, απασχόληση, κατανάλωση επενδύσεις, τιμές κλπ.
Οι τιμές των μεγεθών των τεσσάρων σεναρίων που θα καταρτιστούν με την ενσωμάτωση των μικρο παρεμβάσεων, θα συγκριθούν στη συνέχεια με τα αντίστοιχα μεγέθη της προσομοίωσης αναφοράς.
Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται ως ποσοστιαίες αποκλίσεις επιπέδων από το σενάριο αναφοράς.
Η προσφορά δημιουργεί την δική της ζήτηση
Χαρακτηριστικό των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων:
Οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις έχουν κατά κύριο λόγο μακροχρόνιες επιδράσεις που συνδέονται με την πλευρά της προσφοράς και ενισχύουν την δυνητική παραγωγική ικανότητα και την ευκαμψία της οικονομίας.
Ωστόσο, ο νόμος του Say ισχύει έστω μερικώς, «η πρόσφορά δημιουργεί τη δική της ζήτηση».
Οι επιπτώσεις από τις μεταρρυθμίσεις του συστήματος δημοσίων προμηθειών
Σύμφωνα με την έκθεση των μίκρο-μεταρρυθμίσεων οι παρεμβάσεις στο σύστημα δημοσίων προμηθειών μπορούν να οδηγήσουν σε μια εξοικονόμηση δαπανών της τάξεως των 0.5% του ΑΕΠ σε διάστημα δυο ετών.
Η παρέμβαση δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο που εκφράζεται με τη μείωση του επιπέδου της δημόσιας κατανάλωσης κατά 0,2% του ΑΕΠ το πρώτο έτος και 0,3% το δεύτερο. Υποθέτουμε στη συνέχεια ότι η μείωση της δημόσιας κατανάλωσης αντισταθμίζεται με μια ισόποση άνοδο των δημόσιων επενδύσεων ώστε το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ να παραμείνει στα ίδια επίπεδα.
Προσομοιώνεται αρχικά η μείωση της δημόσιας κατανάλωσης και ακολούθως η αύξηση των επενδύσεων. Η διαφορά μεταξύ των δυο σεναρίων εκτιμά τις επιπτώσεις της παρέμβασης στο σύστημα προμηθειών στα μακρο-μεγέθη, αν αυτή συνοδευτεί με μια μόνιμη στροφή της δημοσιονομικής πολιτικής από την κατανάλωση στις επενδύσεις.
Η παρέμβαση στο σύστημα προμηθειών μπορεί να έχει μόνιμες θετικές επιδράσεις στο ΑΕΠ και την απασχόληση αν συνοδευτεί με άνοδο των δημ. επενδύσεων
Η στροφή της δημοσιονομικής πολιτικής από την κατανάλωση στην επένδυση διεγείρει άμεσα τα στοιχεία της ζήτησης. Η μόνιμη άνοδος των επενδύσεων έχει μόνιμες μεσοπρόθεσμες θετικές επιδράσεις στην οικονομία. Στο τέλος της περιόδου, το ΑΕΠ, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα είναι κατά 2.3%, 3.2% και 2.2% αντίστοιχα υψηλοτέρα από το επίπεδο που είχαν στην μεμονωμένη προσομοίωση της μείωσης της δημόσιας κατανάλωσης.
18.000 νέες θέσεις εργασίας προστίθενται μεσοπρόθεσμα
Βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος για ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων
Η προσομοίωση αυτή αναδεικνύει τη σημασία για τη διατηρησιμότητα της ανάπτυξης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που αποβλέπουν στη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος και τη διευκόλυνση υλοποίησης επενδυτικών σχεδίων.
Ο σχεδιασμός των προσομοιώσεων βασίζεται σε μια προσέγγιση δύο πυλώνων που ενισχύει την επενδυτική δραστηριότητα τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και της προσφοράς .
Από την πλευρά της προσφοράς ενισχύονται οι ιδιωτικές επενδύσεις ώστε μακροχρόνια, ο λόγος επενδύσεων προς ΑΕΠ να είναι κατά 1% υψηλότερος συγκρινόμενος με την τιμή της προσομοίωσης αναφοράς. Η επίδραση αυτή αντανακλά διαρθρωτικές παρεμβάσεις μακροχρόνιου χαρακτήρα που ενισχύουν την επιχειρηματική εμπιστοσύνη και αφορούν κυρίως την εξάλειψη αδυναμιών στο χώρο της δικαιοσύνης, την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, τη γραφειοκρατία τη διαφθορά κλπ. που αποτελούν εμπόδια την εκτέλεση των επενδυτικών σχεδίων.
Από την πλευρά της ζήτησης γίνεται μια διαταραχή του λόγου επενδύσεων προς ΑΕΠ για μια μόνο περίοδο που οδηγεί σε άνοδο του λόγου κατά 1% (on impact). Η μεταβολή αν και διαρκεί μόνο μια περίοδο χαρακτηρίζεται από εμμονή σε βάθος χρόνου. Η διαταραχή αυτή αντανακλά παρεμβάσεις με άμεσο αποτέλεσμα στην επενδυτική δραστηριότητα, όπως βελτιώσεις στην ταχύτητα αδειοδότησης, μείωση στα αρχικά κόστη και γενικότερα στο doing business.
Οι δύο διαταραχές προσομοιώνονται διαδοχικά και τα αποτελέσματα αφορούν τη συνολική επίδραση των επενδυτικών μεταβολών στην οικονομία από την πλευρά της προσφοράς και της ζήτησης.
Η επίδραση στην τελική ζήτηση από την συνδυασμένη άνοδο των επενδύσεων είναι άμεση και ισχυρή και μόνιμου χαρακτήρα. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξάνεται σταδιακά και μεσοπρόθεσμα είναι κατά 10% περίπου υψηλότερο από το επίπεδο της βάσης. Η παρέμβαση στις επενδύσεις ενισχύει σταθερά την απασχόληση και τον πραγματικό μισθό.
Ενίσχυση του ανταγωνισμού στον τομέα των εμπορευσίμων και μη εμπορεύσιμων κλάδων
Η εξισορρόπηση του εξωτερικού ισοζυγίου σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα απαιτεί κατ αρχήν ένα δραστικό περιορισμό της εγχώριας ζήτησης. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και ο επαναπροσανατολισμός της ζήτησης μέσω των σχετικών τιμών στην εγχώρια παραγωγή καθώς και η μεταφορά πόρων στα εμπορεύσιμα έρχονται στη συνέχεια και με κάποια καθυστέρηση.
Αυτό και έγινε, η εγχώρια ζήτηση στην Ελλάδα το διάστημα 2008-13 υποχώρησε κατά περίπου 40% (κατά 35% στο διάστημα 2010-13).
Παράλληλα την ίδια περίοδο το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 26% και η ανεργία αυξήθηκε κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες. Η σχέση της μεταβολής της ζήτησης προς τις μεταβολές του ΑΕΠ και της απασχόλησης είναι πρωτοφανής, δεν έχει προηγούμενο.
Γιατί όμως η ύφεση ήταν τόσο βαθειά;
Ο κύριος λόγος της βαθειάς ύφεσης είναι ότι η περιστολή της ζήτησης δεν συνοδεύτηκε από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντος. (είναι και ο εξωτερικός τομέας που ήταν μικρός).
Η αρνητική διαταραχή της ζήτησης εφαρμόστηκε σε μια οικονομία χαρακτηριζόμενη από εξαιρετικές δυσκαμψίες στην αγορά προϊόντων και εργασίας. Η συνολική προσφορά της οικονομίας ήταν υπερβολικά ελαστική ως προς τις τιμές. Αποτέλεσμα οι τιμές ελάχιστα απορρόφησαν τον περιορισμό της ζήτησης που μεταφράστηκε αναγκαστικά σε πολύ μεγάλης έκτασης απώλειες σε προϊόν και θέσεις εργασίας.
Η προσαρμογή έγινε, αλλά κυρίως με ύφεση, η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία, δηλαδή η ανταγωνιστικότητα, ελάχιστα συνέβαλλε.
Περιορισμός της ζήτησης σε δύσκαμπτη οικονομία
Οι απώλειες σε προϊόν και απασχόληση είναι μεγάλες
Περιορισμός της ζήτησης σε πιο εύκαμπτη οικονομία μετά από μεταρρυθμίσεις
Οι απώλειες είναι πολύ μικρότερες, στην Ελλάδα τα οργανωμένα συμφέροντα αντιστάθηκαν οι πρόσοδοι και τα προνόμια ομάδων συμφερόντων δεν περιορίστηκαν. Αποτέλεσμα το κόστος προσαρμογής ήταν υπερβολικό.
Οι προσομοιώσεις ενίσχυσης του ανταγωνισμού
Οι προσομοιώσεις που διενεργούνται αποσκοπούν σε μια ποσοτική εκτίμηση των επιπτώσεων στα μάκρο μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, αν οι υπερ-πρόσοδοι που παρατηρούνται κυρίως στους κλάδους των μη εμπορευσίμων αλλά και των εμπορευσίμων αγαθών και υπηρεσιών περιοριστούν, μέσω ενίσχυσης του ανταγωνισμού.
Αυτά αφορούν κυρίως τα κλειστά επαγγέλματα στις υπηρεσίες, τα εμπόδια εισόδου και γενικότερα την εσωτερική ευκαμψία των αγορών.
Ενίσχυση του ανταγωνισμού στην αγορά προϊόντων ισοδυναμεί με μείωση του περιθωρίου των τιμών στο οριακό κόστος (mark-up).
Το mark-up στην Ελλάδα είναι υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό ΜΟ.
Προσομοιώνουμε μια μείωση του mark-up στα μη εμπορεύσιμα κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες καλύπτοντας το μισό της απόστασης από το ευρωπαϊκό ΜΟ και στα εμπορεύσιμα κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες καλύπτοντας πλήρως την απόσταση από τον ΜΟ.
Ο περιορισμός των υπερ-προσόδων μέσω της ενίσχυσης του ανταγωνισμού έχει ευεργετικές επιπτώσεις στην παραγωγή και την απασχόληση
Η ενίσχυση του ανταγωνισμού αυξάνει τη ζήτηση παραγωγικών συντελεστών, κεφαλαίου και εργασίας που οδηγεί σε μόνιμη άνοδο των εισοδημάτων που στηρίζουν τα στοιχεία της ζήτησης. Μεσοπρόθεσμα, το ΑΕΠ, η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις θα είναι κατά 7.3%, 6.9% και 9.7% αντίστοιχα υψηλοτέρα από το επίπεδο της προσομοίωσης αναφοράς (δηλαδή χωρίς μεταρρυθμίσεις).
Η ενίσχυση του ανταγωνισμού βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα χωρίς ύφεση
Η ενίσχυση του ανταγωνισμού μεταβάλλει τις σχετικές τιμές και οδηγεί σε υποτίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας δηλαδή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί ανταγωνιστική ισοτιμία. Πραγματική υποτίμηση με ταυτόχρονη άνοδο του ΑΕΠ πρέπει να είναι ο στόχος της πολιτικής και αυτό επιτυγχάνεται μόνο με μεταρρυθμίσεις
Η Ελληνική οικονομία ανακάμπτει και απαιτείται ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας με ανταγωνισμό
Η ελληνική οικονομία σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις διέρχεται το σημείο καμπής και σύντομα αναμένεται να καταγράψει θετικούς ρυθμούς ανόδου. Η έξοδος από την κρίση και κυρίως η διατηρησιμότητα της ανόδου απαιτεί πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία συμβατή με την αναμενόμενη αύξηση της εγχώριας ζήτησης. Αλλιώς τo εξωτερικό ισοζύγιο θα αποτελέσει πάλι ανασχετικό παράγοντα και θα γυρίσουμε πίσω.
Η ανταγωνιστικότητα με ανταγωνισμό και όχι με ύφεση, είναι ένας θεμιτός νέος στόχος της οικονομικής πολιτικής.
Στόχος εφικτός, όπως δείξανε οι προσομοιώσεις που παρουσίασα, που όμως προϋποθέτει εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και σκληρή μάχη ενάντια στα οργανωμένα συμφέροντα.
Οι μεταρρυθμίσεις ενισχύουν τη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα και τελικά το ΑΕΠ και την απασχόληση
Επιπλέον, απαιτείται βελτίωση και της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να καλύψουν το σύνολο των τομέων της ελληνικής οικονομίας. Η διοικητική αναμόρφωση του κράτους θα παίξει καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία για την ενίσχυση της διαφάνειας και τη δημιουργία ‘‘θεσμών χωρίς αποκλεισμούς’’ (inclusive institutions).
Αλλά και στον ιδιωτικό τομέα οι μεταρρυθμίσεις θα συμβάλλουν στη δημιουργία περιβάλλοντος που στηρίζει την επιχειρηματικότητα την καινοτομία και τη δημιουργικότητα, ώστε να αναπτυχθούν όλες οι δυνητικές παραγωγικές δυνάμεις της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Οι προσομοιώσεις που διενεργήθηκαν δείξανε ότι όλες οι μεταρρυθμίσεις έχουν ισχυρές θετικές επιδράσεις στην οικονομία.
Εναπόκειται σε μας να τις εφαρμόσουμε.
Νίκος Ζόνζηλος, επιστημονικός συνεργάτης του ΙΟΒΕ
(Παρουσίαση στην εκδήλωση του ΙΟΒΕ με θέμα «Οι οικονομικές επιδράσεις των διαρθρωτικών αλλαγών» που πραγματοποιήθηκε στις 8 Απριλίου 2014) )
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr