Τα προβλήματα που έχουμε μπροστά μας είναι τα εξής: πρώτον, για διάφορους λόγους (καθυστέρηση διαρθρωτικών αλλαγών, μειωμένα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις, μεγαλύτερη του αναμενομένου ύφεση) να βγει το πρόγραμμα χωρίς επιμήκυνση δεν γίνεται, οπότε αυτά τα 30 δισ. κάποιος θα πρέπει να μας τα δώσει. Όμως, καμία Ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή διατεθειμένη να βάλει πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για την Ελλάδα. Επιπλέον, ΔΝΤ και Ευρωζώνη έχουν μόνες τους παγιδευθεί σε ένα αυθαίρετο όριο: έχουν πει δηλαδή ότι το «ταβάνι βιωσιμότητας» του ελληνικού χρέους είναι 120% το 2020. Αν οι προβλέψεις το βγάζουν παραπάνω, τότε το ελληνικό χρέος κρίνεται μη βιώσιμο και το Ταμείο, εκ του καταστατικού του, θα πρέπει να αποχωρήσει. Αν όμως το Ταμείο αποχωρήσει, αυτό θα προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις στη Βόρεια Ευρώπη, ενώ οι κυβερνήσεις της ευρωζώνης θα πρέπει να βάλουν κι άλλο το χέρι στην τσέπη για να καλύψουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Τρίτον, η ουσιαστική λύση στο πρόβλημα της βιωσιμότητας, δηλαδή το «κούρεμα» στα δάνεια που μας έχουν δώσει οι δημόσιοι πιστωτές μας, δεν είναι εφικτή ούτε πολιτικά, ούτε τεχνικά. Ειδικότερα, ΔΝΤ και ΕΚΤ απαγορεύεται εκ του καταστατικού τους να συμμετάσχουν σε αναδιάρθρωση χρέους, ενώ το κούρεμα στα δάνεια που μας έχει δώσει η ευρωζώνη δεν θα εγκριθεί ποτέ από τα κοινοβούλια των κρατών.
Επομένως, οι διαθέσιμες λύσεις είναι οι εξής: Πρώτον, νέα μείωση του επιτοκίου στα δάνεια που μας έχει δώσει η ευρωζώνη. Όμως το όφελος από αυτό θα είναι ελάχιστο, καθώς οι αποπληρωμές των δανείων που μας έχει δώσει η ευρωζώνη δεν αρχίζουν πριν το 2020, μετά τις αλλεπάλληλες παραχωρήσεις που μας έγιναν. Πιο συγκεκριμένα, το ινστιτούτο Open Europe υπολογίζει το όφελος από τη μείωση του επιτοκίου στα διακρατικά δάνεια σε 3 δισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2020. Σωθήκαμε δηλαδή... Επίσης, η Ελλάδα θα μπορούσε να καλύψει ένα μέρος με του χρηματοδοτικού κενού με νέα μέτρα και έντοκα γραμμάτια. Και πάλι όμως, ο λογαριασμός δεν βγαίνει. Επιπλέον, θα μπορούσαμε να «πειράξουμε» λίγο ακόμη προς το καλύτερο τις προβλέψεις, αλλά η πληροφόρηση που έχω είναι ότι τα νούμερα είναι αμείλικτα πλέον και δεν μπορούμε να τα φτιασιδώσουμε τόσο πολύ. Τέλος, η λύση της παραίτησης της ΕΚΤ από τα κέρδη της από τα ελληνικά ομόλογα δεν είναι εφικτή, λόγω των περιορισμών της Συνθήκης της Λισσαβώνας. Οπότε, το μόνο άμεσο εφικτό μέτρο είναι η εφαρμογή προγράμματος επαναγοράς χρέους (buyback). Όπερ σημαίνει ότι με 10 δισεκατομμύρια ευρώ για παράδειγμα θα μπορούσαμε να αγοράσουμε ελληνικό χρέος 40 δισεκατομμυρίων ευρώ (και στη συνέχεια να το διαγράψουμε), διότι τα ελληνικά ομόλογα διακινούνται αυτή τη στιγμή στη δευτερογενή αγορά σε τιμές από 25 έως 35 σεντ στο ευρώ. Αλλά σε αυτό το σημείο εγείρονται ορισμένα αναπάντητα προς το παρόν ερωτήματα:
- Πρώτον, ένα ερώτημα για το buyback είναι πόσα ελληνικά ομόλογα που κατέχουν ιδιώτες βρίσκονται στη διασπορά. To Open Europe λέει 140 δισ., αλλά η Wall Street Journal είχε υπολογίζει ότι είναι 63 δισ. Από αυτά τα ελληνικά ομόλογα, πόσα κατέχουν ελληνικές τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία; Διότι αν επαναγοράσουμε ελληνικά ομόλογα από αυτούς τους Έλληνες με 30 σεντ στο ευρώ ας πούμε, τότε τις απώλειες στα βιβλία τους θα πρέπει να τις καλύψει και πάλι το ελληνικό κράτος δανειζόμενο από τον ESM/EFSF, όπως έγινε και με το πρώτο PSI. Οπότε, μέρος του οφέλους εξανεμίζεται, ενώ, όπως είπα και πριν, η Ευρωζώνη δεν θέλει να δώσει άλλα δάνεια στην Ελλάδα.
- Δεύτερον, αυτά τα ομόλογα που κατέχουν ξένοι ιδιώτες είναι πλέον σε αγγλικό δίκαιο. Πώς μπορούν λοιπόν να πειστούν να πουλήσουν στα 30 σεντ στο ευρώ, αφού δεν υπάρχει "νομικός" τρόπος να πιεστούν;
- Τρίτον, τη βιωσιμότητα του χρέους δεν την καθορίζει ούτε ο απόλυτος αριθμός του, ούτε καν ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ. Την καθορίζει το προφίλ του χρέους, δηλαδή η περίοδος ωρίμανσης και τα ποσά που απαιτούνται κάθε χρόνο για τοκοχρεολύσια. Οπότε, πέρα από τις βλακείες του 120% το 2020, η αλήθεια είναι ότι το ερώτημα της βιωσιμότητας μπορεί να μας το απαντήσει μόνο ο ΟΔΔΗΧ (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους), ο οποίος ξέρει πόσα θα πρέπει να πληρώνουμε σε τοκοχρεολύσια τα επόμενα χρόνια. Μην ξεχνάτε ότι από το τέλος του Προγράμματος δανεισμού από την Ευρωζώνη και του ΔΝΤ κι έπειτα (το 2016), η Ελλάδα δεν θα μπορεί να εκδόσει νέο χρέος, διότι απλούστατα κανείς δεν θα θέλει να το αγοράσει. Θα πρέπει να έχει πλεονασματικούς προϋπολογισμούς εις το διηνεκές (ε, ρε γέλια που θα κάνουμε!). Οπότε, το θέμα μας είναι αν θα έχουμε αρκετό πρωτογενές πλεόνασμα ώστε να πληρώνουμε τα πολύ χαμηλά επιτόκια των ομολόγων του παρελθόντος, τα οποία, μετά το PSI και τις αναπροσαρμογές που μας έκανε η ευρωζώνη, έχουν πολύ μακρές ωριμάνσεις.
Η πρόβλεψη Μαλεβίτη: Πολλοί συνάδελφοι και αναλυτές υποστηρίζουν ότι τελικά η ευρωζώνη θα ενδώσει και θα μας κουρέψει τα δάνεια που μας έχει δώσει, το αργότερο μετά τις Γερμανικές εκλογές του 2013. Μάντης δεν είμαι, αλλά η πρόβλεψη μου είναι διαφορετική: Νομίζω ότι θα πάμε σε μία λύση «μπριάμ»: αυτό που θα γίνει δηλαδή είναι λίγο απ’ όλα όσα ανέφερα - και «πείραγμα» στα νούμερα ώστε να βγαίνουν καλύτερα και νέες εκδόσεις εντόκων και αναπροσαρμογή του επιτοκίου στα δάνεια που μας έχει δώσει η ευρωζώνη και ένα πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό και παραγωγικό (ίσως και «κρυφά») και κυρίως θα υπάρξει μία «δέσμευση» ότι εφόσον η Ελλάδα τηρήσει από εδώ και στο εξής όλες τις υποχρεώσεις της, τότε κάποια στιγμή τα 50 δισεκατομμύρια που θα δοθούν στις ελληνικές τράπεζες για την ανακεφαλαιποίησή τους, θα διαγραφούν από το δημόσιο χρέος. Η απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θα είναι το νωρίτερο τεχνικά εφικτή το 2013 και δεν είναι βέβαιο ότι θα ισχύει αναδρομικά. Αυτό όμως που χρειάζεται η Ελλάδα είναι ένα «υπονοούμενο» από το Eurogroup ότι θα ωφεληθεί από μία τέτοια δυνατότητα, όταν υπάρξει. Μία τέτοια Ευρωπαϊκή δέσμευση θα είναι αρκετή ώστε να «πειστεί» το ΔΝΤ να μείνει στο Πρόγραμμα και να συνεχίσει να χρηματοδοτεί την Ελλάδα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr