Έτσι π.χ. είναι ολοφάνερο, ότι το μνημόνιο δεν είναι η αιτία της πολύπλευρης κρίσης που περνάει η πατρίδα μας, άλλά το αποτέλεσμα. Γιατί η κρίση προϋπήρξε και το μνημόνιο έγινε για να την αντιμετωπίσει. Είναι διαφορετικό το θέμα αν πέτυχε ή όχι το μνημόνιο στους στόχους του. Επομένως και αν ακόμη καταγγελθεί και ακυρωθεί το μνημόνιο η κρίση δεν θα αντιμετωπισθεί, όπως θέλουν να μας πείσουν οι πολέμιοι του μνημονίου.
Η κρίση οφείλεται στην υπερχρέωση της Χώρας, η οποία με τη σειρά της οφείλεται στο γεγονός ότι σχεδόν όλες οι Ελληνικές Κυβερνήσεις από το1981 και μετά συνέτασσαν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, που έκλειναν πάντοτε με μεγαλύτερο έλλειμμα. Το έλλειμμα καλυπτόταν με δανεικά και χρόνο με τον χρόνο μεγάλωνε. Τα τελευταία χρόνια το έλλειμμα έγινε πολύ μεγάλο και το χρέος πήρε εκρηκτικές διαστάσεις και κατέστη μη εξυπηρετήσιμο. Πίσω από αυτά τα προβλήματα βρίσκεται ένα ακόμη βασικό πρόβλημα τής οικονομίας μας, που είναι η έλλειψη παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Απλά, δεν παράγουμε και το 80% των όσων καταναλώνουμε τα εισάγουμε. Τα περισσότερα δε από αυτά που παράγουμε δεν είναι ανταγωνιστικά, δηλαδή δεν μπορούν να διεισδύσουν στις ξένες αγορές ή να προτιμηθούν από τους ντόπιους καταναλωτές από τα ομοειδή ξένα προϊόντα. Και πλάι σε αυτά, το βασικότερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, ένα υπερτροφικό, σπάταλο, αναποτελεσματικό και διεφθαρμένο κράτος, όμηρος των συντεχνιών και της διαπλοκής. Αυτή είναι η ακριβής ακτινογραφία της Ελληνικής οικονομίας.
Το 2009 το έλλειμμα έφθασε στο 15,8% και το χρέος σκαρφάλωσε στα 300 δις ή στο 120% του Α.Ε.Π. Οι αγορές, όπως ήταν φυσικό, έγιναν δύσπιστες και έπαψαν να μας δανείζουν ή μας προσέφεραν δάνεια με επιτόκια που δεν μπορούσε να αντέξει η Ελληνική οικονομία (7% και άνω). Το δίλημμα που ορθώθηκε μπροστά στη Χώρα τις πρώτες ημέρες του Μαΐου του 2010 ήταν σκληρό. Ή θα σταματούσε τις πληρωμές της προς το εσωτερικό και το εξωτερικό και θα πτώχευαμε ό,τι αυτό συνεπάγεται ή θα ζητούσε την συνδρομή των εταίρων της και του Δ.Ν.Τ., δεχόμενη τους όρους που οι δανειστές θα επέβαλαν, γιατί δάνειο, χωρίς όρους δεν υπάρχει. Και θα προσπαθούσε να διαπραγματευθεί τους όρους αυτούς προς όφελος της Χώρας όσο καλύτερα μπορούσε. Δεν νομίζω ότι θα βρισκόταν Έλληνας πολιτικός με σώας τας φρένας που θα επέλεγε την πτώχευση. Έτσι φθάσαμε εξ ανάγκης στο πρώτο μνημόνιο.
Δεν θα ασχοληθώ στο άρθρο μου αυτό με το περιεχόμενο του μνημονίου ή με το εάν εφαρμόσθηκαν ή όχι βασικές του διατάξεις, ούτε με τις επιπτώσεις του στην Ελληνική οικονομία και τα αποτελέσματα του. Έχω κατ’ επανάληψη αναφερθεί και θα αναφερθώ και πάλι προσεχώς στα θέματα αυτά. Εδώ θα κάνω δύο σκέψεις και θα αναφερθώ στο κυριότερο, κατά την άποψή μου, αποτέλεσμα του πρώτου μνημονίου, που είναι η αποτροπή της άτακτης χρεοκοπίας και η εξασφάλιση της παραμονής της πατρίδας μας εντός της ζώνης του ευρώ και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό είναι το ουσιώδες και το σπουδαίο. Δεν ξέρω να υποστήριξε ποτέ κανένας ότι ένας άνθρωπος ή μία επιχείρηση ή ένα Κράτος μπορεί να επιζήσει επ’ άπειρο με δανεικά. Είναι προφανές ότι αυτό δεν είναι δυνατό. Κάποτε οι δανειστές παύουν να σε δανείζουν και τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Ποτέ κανένας δεν υποστήριξε ότι η προσαρμογή στη νέα, χωρίς δανεικά, κατάσταση είναι εύκολη. Όμως είναι αναγκαία. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Με συναντίληψη των λογικών αυτών παραδοχών όφειλαν να πορευθούν οι πολιτικοί μας ηγέτες, τουλάχιστον από τον Μάρτη του 2010 που οι αγορές έπαψαν να μας δανείζουν. Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι... ξέφυγαν!!! Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε περιέλθει σήμερα σαν Λαός σε μία κατάσταση πλήρους συγχύσεως, που δεν γνωρίζει το σκυλί τον αφέντη του.
Τέλος, και όσον αφορά την επαναδιαπραγμάτευση που είναι το θέμα αιχμής της προεκλογικής αντιπαράθεσης: απ’ όσα θυμάμαι, ούτε ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, ούτε κανένα άλλο στέλεχος της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μίλησε ποτέ για επαναδιαπραγμάτευση του πρώτου μνημονίου. Ούτε το μνημόνιο αυτό προέβλεπε επαναδιαπραγματεύσεις παρά μόνο την ανά τρίμηνο επανεκτίμησή του. Παρά ταύτα έγιναν ουσιωδέστατες τροποποιήσεις βασικότατων διατάξεων του πρώτου μνημονίου. Και συγκεκριμένα το επιτόκιο των δανείων που μας χορήγησαν οι εταίροι μας μειώθηκε από 5,5% σε 4,5%, ενώ συγχρόνως η διάρκεια των δανείων αυτών παρετάθη στα επτά χρόνια από τρία που ήταν αρχικώς. Παρετάθη ακόμη η περίοδος αναπροσαρμογής που αρχικώς είχε συμφωνηθεί να διαρκέσει μέχρι 31-12-11 μέχρι 31-12-14. Αποφασίστηκε η μείωση αρχικώς του χρέους κατά 21% τον Ιούνιο του 2012. Υπεγράφη το δεύτερο μνημόνιο με μείωση χρέους προς ιδιώτες κατά 53% και δραστική παράταση του χρόνου διάρκειας των δανείων που έφτασε τα 30 χρόνια και δραστικότατη μείωση του επιτοκίου που έφτασε το 2,5% περίπου. Και μας χορηγήθηκε και νέο δάνειο 130 δισ. Αμέσως δε μετά την υπογραφή του δεύτερου μνημονίου άρχισαν να ακούγονται φωνές, ακόμα και από επίσημα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί παράτασης του χρόνου προσαρμογής και περί νέου κουρέματος των υπολοίπων δανειακών υποχρεώσεων. Και εκτός αυτού είναι προεξέχων θέμα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τα αναπτυξιακά μέτρα.
Όλα αυτά δεν προέκυψαν από επαναδιαπραγματεύσεις; Μπορεί και να έγιναν αυτόματα γιατί είναι στη λογική των μνημονίων. Σε κάθε περίπτωση διερωτώμαι τι νόημα έχουν οι φωνέςστα κεραμίδια και ο διαγκωνισμός για ποιος και τι θα επαναδιαπραγματευτεί. Το συμπέρασμα είναι ότι, ούτως ή άλλως και το δεύτερο μνημόνιο υπόκειται σε μεταβολές και ορισμένες εξ αυτών επίκεινται. Το ουσιώδες είναι να παραμείνει η Χώρα μας εντός της ζώνης του ευρώ, γιατί τότε μόνο θα δεχθεί πρόσθετη βοήθεια προς το συμφέρον όχι μόνο αυτής της ιδίας αλλά και της νομισματικής σταθερότητας στην Ευρωπαïκή Ένωση.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr