Ειλικρινά, είναι σχεδόν αδύνατον να καταλήξει κανείς σε ένα ασφαλές συμπέρασμα για το τί θέλουν οι πρωταγωνιστές των εν εξελίξει καταλήψεων στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Και πολύ εύκολο να μπει στον πειρασμό υιοθέτησης του γνωστού στερεότυπου: δεν θέλουν να κάνουν μάθημα, δεν θέλουν να προσπαθήσουν, δεν θέλουν να κουραστούν. Η νοοτροπία της ελάχιστης προσπάθειας έχει μολύνει σαν ιός το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Ας πάρουμε τα αιτήματα των καταληψιών από την αρχή: Παραπονιούνται ότι το πτυχίο τους είναι διαβατήριο για την ανεργία. Την ίδια στιγμή όμως αντιδρούν στο νόμο πλαίσιο της κυρίας Διαμαντοπούλου, επειδή «βάζει τον ιδιωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις μέσα στα πανεπιστήμια». Αν όμως οι σχολές τους δεν έχουν καμία επαφή με τον κόσμο της οικονομίας, τότε πώς περιμένουν να βρούν δουλειά; Και πώς θα παραχθεί υψηλού επιπέδου έρευνα όταν αποκλείεται από τη χρηματοδότηση της ο ιδιωτικός τομέας; Με τι δικαίωμα παραπονιούνται μετά που οι εργοδότες θα προτιμήσουν να προσλάβουν στη θέση τους κάποιους που έχουν σπουδάσει στο εξωτερικό; Εκτός αν το αίτημα τους είναι μετά τη σχολή να έχουν έτοιμη θέση εργασίας στο δημόσιο και όχι στον ιδιωτικό τομέα, όπου, όπως και να το κάνει κανείς, θα χρειαστεί γενικά να στρωθούν στη δουλειά για να επιβιώσουν. Αυτό όμως, εκτός από λυπηρό, είναι και ανέφικτο. Διότι είτε με μνημόνιο, είτε χωρίς μνημόνιο, είτε με Τρόικα, είτε άνευ Τρόικας, το δημόσιο για πολλά χρόνια ακόμη δεν θα προσλαμβάνει προσωπικό, αφού δεν υπάρχουν τα δανεικά για να το συντηρήσουν.
Οι καταληψίες επίσης παραπονιούνται για την άθλια εικόνα των εγκαταστάσεων στα δημόσια σχολεία και τα πανεπιστήμια. Των εγκαταστάσεων τις οποίες οι ίδιοι καταστρέφουν, ξανά και ξανά, σε κάθε κατάληψη και τις οποίες πληρώνει, ξανά και ξανά, από το υστέρημά του ο Έλληνας φορολογούμενος, είτε έχει παιδιά που σπουδάζουν, είτε δεν έχει.
Οι καταληψίες φωνάζουν επειδή τα πτυχία τους δεν έχουν αντίκρισμα και κύρος. Την ίδια στιγμή όμως, δεν τους πειράζει που το 70% και πλέον των φοιτητών σε σχολές με κύρος υποτίθεται, όπως αυτή της Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, είναι «αιώνιοι» (βρίσκονται δηλαδή μετά το έκτο έτος των σπουδών τους). Και ταυτόχρονα, απαίτησαν και πέτυχαν να μπαίνουν όλοι στο πανεπιστήμιο, είτε μπορούν είτε όχι. Είτε πιάνουν έστω τη βάση, είτε όχι. Πώς να έχει όμως κύρος ένα πανεπιστήμιο, όταν όποιος θέλει μπαίνει και όποτε θέλει βγαίνει;
Το πρόβλημα με το ελληνικό σχολείο και το πανεπιστήμιο δεν είναι λεφτά. Έχουμε έναν από τους υψηλότερους αριθμούς δασκάλων αναλογικά με τους μαθητές στις χώρες του ΟΟΣΑ, ενώ στην Ελλάδα το μισθολογικό κόστος ανά μαθητή είναι 3.170 δολάρια έναντι 2.308 δολαρίων κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ. Έχουμε 40 πανεπιστήμια και ΤΕΙ με τμήματα σε κάθε πόλη, κωμόπολη, βράχο, ή ραχούλα της Ελλάδας. Κι όμως, σε όλες τις παγκόσμιες λίστες, τόσο για την δευτεροβάθμια, όσο και για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, κατατασσόμαστε πολύ χαμηλότερα από χώρες φτωχότερες, που ξοδεύουν πολύ λιγότερα χρήματα για την παιδεία.
Οι γονείς, οι μαθητές και οι φοιτητές που πραγματικά αγωνιούν για το μέλλον τους πρέπει να τα σκεφτούν όλα αυτά και να αντιδράσουν. Να εναντιωθούν στην κουλτούρα της αέναης εξέγερσης με βασικό αίτημα το δικαίωμα στη «ρεμούλα». Το status quo που υπερασπίζονται οι καταληψίες είναι αυτό ακριβώς που οδήγησε το εκπαιδευτικό μας σύστημα στην απαξίωση. Το πρώτο βήμα για την ανατροπή αυτού του status quo έγινε με το κίνημα για τις ανοικτές σχολές. Μένει το κίνημα αυτό τώρα, να εξελιχθεί σε πραγματική επανάσταση, την επανάσταση των ανοικτών σχολείων και των ανοικτών μυαλών.
[email protected] Ακολουθήστε το reporter.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr