Το πραγματικό πρόβλημα στη χώρα μας είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες. Ειδικότερα, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας που αποτρέπουν τις επενδύσεις: το πρώτο είναι το παραδοσιακό τουρκικό «φέσι»: οι προμηθευόμενοι οποιουδήποτε προϊόντος και υπηρεσίας δεν πληρώνουν τους προμηθευτές τους, το κράτος δεν πληρώνει τις οφειλές του σε επιχειρήσεις και πολίτες, οι δήμοι δεν πληρώνουν τα έργα που δημοπρατούν, οι επιχειρήσεις δεν πληρώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία, τα ασφαλιστικά ταμεία δεν πληρώνουν τους ασφαλισμένους και πάει λέγοντας... Το φέσι γεννάει νέα φέσια και ο φαύλος κύκλος ολοκληρώνεται. Όλοι γνωρίζουμε ότι η ελληνική ιδιορρυθμία της μεταχρονολογημένης επιταγής και των καθυστερήσεων πληρωμής δεν εμφανίστηκε με την κρίση. Το φέσι και το βερεσέ μας συνοδεύουν από τη γέννηση του ελληνικού κράτους. Και σήμερα, μέσα στη δίνη της κρίσης, κάναμε αμάν να φέρουμε τους Κινέζους στον Πειραιά και στη συνέχεια τους φεσώσαμε και αυτούς, καθυστερώντας την επιστροφή ΦΠΑ.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό της λειτουργίας της ελληνικής οικονομίας είναι η πολυνομία. Κανένας επενδυτής δεν νιώθει την ασφάλεια δικαίου που απαιτείται ώστε να επενδύσει, διότι οι νόμοι αλλάζουν συνεχώς, οι φορολογικοί συντελεστές και οι εισφορές αυξομειώνονται κάθε τόσο, οι πολεοδομικές διατάξεις εξαρτώνται από τα γούστα του εκάστοτε υπουργού και οι κυβερνήσεις νομίζουν ότι κάνουν δουλειά όταν μας βομβαρδίζουν με νομοθετικές πρωτοβουλίες, αντί να εφαρμόζουν τους νόμους που ήδη υπάρχουν. Φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι για μία ξένη εταιρεία να βγάλει άκρη σε αυτόν το λαβύρινθο. Η περιπέτεια της επένδυσης της Costamare, στην Πύλο, η οποία χρειάστηκε 20 χρόνια για να ολοκληρωθεί, είναι ενδεικτική του τι περιμένει τους γενναίους που αποτολμούν να τα βάλουν με το τέρας της ελληνικής νομοθεσίας.
Απόλυτα συνδεδεμένο φαινόμενο με της πολυνομίας είναι και αυτό της ανομίας. Το κράτος υποκαθιστά την αδυναμία του να ρυθμίσει και να εποπτεύσει με επάρκεια τη λειτουργία της αγοράς με αναρίθμητες απαγορεύσεις και περιορισμούς, οι οποίοι όμως στην πράξη καταστρατηγούνται και κανείς δεν τους δίνει σημασία. Τα αλλεπάλληλα κύματα αναγκαστικών νομιμοποιήσεων αυθαιρέτων, τη στιγμή που δεν έχουμε ακόμη ούτε ολοκληρωμένο κτηματολόγιο, ούτε δασολόγιο, ούτε καθορισμένες χρήσεις γης, ούτε όρια σε χιλιάδες οικισμούς, είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα.
Πώς όμως να επενδύσει κανείς σε αυτήν την χώρα, όταν δεν ξέρει πότε θα εισπράξει τα οφειλόμενα; Πώς να επενδύσει όταν δεν ξέρει τι θα του ξημερώσει από πλευράς θεσμικού πλαισίου; Πώς να επενδύσει όταν οι νόμοι στην Ελλάδα δεν αποτελούν δεσμευτικό πλαίσιο λειτουργίας για όλους, αλλά «παραινέσεις» τις οποίες ο καθείς εφαρμόζει κατά βούληση; Το μόνο που μας λείπει αυτή τη στιγμή είναι ένα μεγάλο κόκκινο φανάρι στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» για να ξέρει ο κάθε επίδοξος επενδυτής, ο οποίος προσγειώνεται στην Αθήνα, που πραγματικά έρχεται.
Εν κατακλείδι, πριν φτάσουμε στο ιδεατό, δηλαδή στη θέσπιση διαφανών κανόνων για την προσέλκυση επενδύσεων, θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στο εφικτό, δηλαδή στη χαρτογράφηση και την κατά γράμμα εφαρμογή των υφιστάμενων κανόνων, έστω και αν είναι κουτσουρεμένοι ή αναχρονιστικοί. Πριν φτιάξουμε καθαρούς κανόνες με τους οποίους θα παίζεται το παιχνίδι, θα πρέπει πρώτα να αρχίσουμε να τηρούμε τους κανόνες, έτσι, χωρίς επιθετικό προσδιορισμό. Το ότι το δεύτερο είναι εφικτό, δεν σημαίνει ότι είναι και εύκολο. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι η κυβέρνηση ακόμη και σήμερα επιτρέπει στον καθένα να γράφει και την ίδια και τη δικαιοσύνη, στα παλαιότερα των υποδημάτων του, χωρίς απολύτως καμία κύρωση. Το γεγονός και μόνο ότι ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει, ακόμη και "εν καιρώ πολέμου", αρκεί για να κόψει τα φτερά στους αισιόδοξους. Τελικά, ίσως το μεγαλύτερο προτέρημα των ξένων επενδυτών είναι ότι δεν είναι Έλληνες και άρα δεν είναι υποχρεωμένοι να προσπαθούν καθημερινά να επιβιώσουν σε αυτόν τον τόπο.Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr