Το μεγάλο πρόβλημα των ελληνικών ΑΕΙ είναι τα ελληνικά σχολεία. Όταν τα παιδιά φτάνουν στο πανεπιστήμιο έχουν ήδη μάθει ότι η καταστροφή της δημόσιας περιουσίας είναι αποδεκτή πρακτική, η οποία δεν επισείει οποιουδήποτε είδους ποινή. Έχουν γαλουχηθεί στην κουλτούρα της αποστήθισης βιβλίων, τα οποία μισούν και συνηθίζουν να καίνε στο τέλος της χρονιάς. Έχουν δει πως οργανώνονται οι καταλήψεις και έχουν συμμετάσχει σε πολλές από αυτές. Έχουν προπηλακίσει δασκάλους και συμμαθητές τους, χωρίς καμία συνέπεια. Έχουν καταλάβει ότι για τους περισσότερους εκπαιδευτικούς λειτουργούς προέχουν τα συντεχνιακά συμφέροντα και όχι το καθήκον της μετάδοσης της γνώσης. Έχουν πάρει μια γεύση από την ελληνική δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία και το χάος που επικρατεί στην κρατική γραφειοκρατία. Με λίγα λόγια, έχουν πάρει το εξής μήνυμα από την ελληνική πολιτεία: όποιος έχει λεφτά, πάει σε ιδιωτικό σχολείο ή κάνει τη δουλειά του σε κάποιο καλό φροντιστήριο. Οι υπόλοιποι είναι καταδικασμένοι, με μοναδική διέξοδο για τη ζωή τους, μία θεσούλα στο δημόσιο.
Είναι λοιπόν αμφίβολο αν θα μπορέσει να αλλάξει κάτι στα ελληνικά ΑΕΙ, όσο επικρατεί αυτή η κατάσταση στα δημόσια σχολεία. Σε ηλικία 18 ετών, το παιδί το έχεις ήδη χάσει, έχει γίνει πια άντρας ή γυναίκα με συγκεκριμένη νοοτροπία. Διασώζονται όσα διασώζονται, είτε από καλή τύχη, είτε λόγω των τιτάνιων προσπαθειών που καταβάλλουν οι οικογένειες τους για να τα σώσουν. Και είναι αμφίβολο αν τα μπαλώματα που περιλαμβάνει το “νέο λύκειο” που σχεδιάζει Υπ. Παιδείας θα αλλάξουν την κατάσταση, ή ότι η δημιουργία μερικών πρότυπων σχολείων αρκεί για οτιδήποτε.
Αυτό που, κατ' εμέ, είναι αναγκαίο είναι να γίνουν σαρωτικές αλλαγές προς δύο κατευθύνσεις στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση: η μία είναι η αυστηρότητα και η δεύτερη είναι φυσικά το πρόγραμμα σπουδών.
Σε ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα είναι απολύτως αναγκαίο να μάθουν τα παιδιά ότι κάθε πράξη έχει και συνέπειες. Για παράδειγμα, κάθε καταστροφή της δημόσιας περιουσίας θα πρέπει αυτομάτως να οδηγεί σε επιβολή αναλογούντος προστίμου στους γονείς, μέχρι του σημείου της συντηρητικής κατάσχεσης της περιουσίας τους. Αν δε η καταστροφή γίνεται στη διάρκεια κατάληψης, θα πρέπει το πρόστιμο να επιβάλλεται ισομερώς σε όλους τους γονείς. Η διαδικασία πρέπει να είναι απλή και γρήγορη, πιθανώς με τη σύσταση ειδικής εισαγγελικής υπηρεσίας που επιλαμβάνεται τέτοιων υποθέσεων. Ανάλογες αλλαγές επί το αυστηρότερο θα πρέπει να γίνουν και για όλα τα πειθαρχικά παραπτώματα, τόσο των μαθητών, όσο και των καθηγητών. Δάσκαλοι και μαθητές θα πρέπει επιτέλους να καταλάβουν ότι το σχολείο δεν είναι χαμαιτυπείο και ότι πληρώνουν γι' αυτό από το υστέρημά τους όλοι οι Έλληνες και νόμιμοι αλλοδαποί πολίτες, είτε έχουν παιδιά, είτε όχι.
Το δεύτερο μέτωπο είναι φυσικά το πρόγραμμα διδασκαλίας. Το “μοναδικό” σύγγραμμα και η αποστήθιση στα πανεπιστήμια δεν είναι τίποτε περισσότερο από “σύμπτωμα” του τρόπου που έχουν “μάθει να μαθαίνουν” οι μαθητές στα σχολεία. Ως προς αυτό το σκέλος, υπάρχουν διεθνή πρότυπα (π.χ. Φιλανδία), τα οποία μπορούμε να προσαρμόσουμε στη δική μας πραγματικότητα. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Σημαντικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση είναι και η αλλαγή των πανελλαδικών εξετάσεων, με στόχο να αποκτήσει νόημα και αξία η επιτυχία (ή η αποτυχία) σε αυτές. Είναι πραγματικά τόσο εύκολο να σταματήσει το φαινόμενο της παπαγαλίας που προκαλεί υποψίες ακόμη και στους καλόπιστους το γεγονός ότι δεν λαμβάνεται κανένα μέτρο προς αυτήν την κατεύθυνση. Για παράδειγμα, η γλωσσική και μαθηματική αντίληψη των μαθητών μπορεί να μετρηθεί με διεθνώς αναγνωρισμένες δοκιμασίες, τύπου GRE test και GMAT test. Πρόκειται για τύπους διαγωνισμάτων, τα οποία δεν αποστηθίζονται. Επίσης, η γνώση της ξένης γλώσσας θα μπορούσε να πιστοποιείται με την εξέταση για κρατικό πιστοποιητικό γλωσσομάθειας, τα στάνταρντ του οποίου είναι κοινά για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέλος, βασικό μάθημα εξέτασης θα έπρεπε να είναι και η χρήση υπολογιστών, αφού χωρίς αυτήν, ο απόφοιτος του λυκείου θεωρείται σήμερα αγράμματος. Και σε αυτήν την περίπτωση, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένα τεστ διεθνώς αναγνωρισμένο, όπως είναι το ECDL (Ευρωπαϊκό δίπλωμα πλοήγησης υπολογιστών). Με αυτές τις δοκιμασίες που προανέφερα, όλα τα παιδιά που βγαίνουν από το ελληνικό σχολείο θα μπορούν να αποδείξουν ότι ξέρουν να γράφουν, να υπολογίζουν, να χρησιμοποιούν υπολογιστές και να μιλάνε καλά αγγλικά. Είτε θέλουν να γίνουν σερβιτόροι, είτε να πάνε στο Χάρβαρντ, τα παραπάνω τους είναι απολύτως απαραίτητα – και το σημαντικότερο, πρόκειται για τεστ, όπου δεν χωράει η αποστήθιση.
Ανάλογα βήματα κατά της αποστήθισης θα μπορούσαν να γίνουν και στα μαθήματα επιλογής, για συγκεκριμένες ακαδημαϊκές κατευθύνσεις (για παράδειγμα, στη λογοτεχνία μπορεί να εξετάζεται το βιβλίο που πήρε την προηγούμενη χρονιά νόμπελ λογοτεχνίας, ώστε να μην προλαβαίνουν να ετοιμαστούν “λυσάρια” και να αναγκάζεται ο μαθητής να το διαβάζει), ενώ είναι απολύτως απαραίτητο να θεσπιστεί και δοκιμασία γενικών και εγκυκλοπαιδικών γνώσεων, όπως αυτή που χρησιμοποιείται στον ΑΣΕΠ και στη δοκιμασία της διπλωματικής ακαδημίας του Υπουργείου Εξωτερικών. Φυσικά, το επίπεδο των ερωτήσεων θα είναι πιο εύκολο, αλλά για να το περάσουν, οι μαθητές θα πρέπει να βλέπουν τακτικά ειδήσεις και να διαβάζουν εφημερίδες.
Σε κάθε περίπτωση, το σίγουρο είναι ότι τα ελληνικά πτυχία θα παραμείνουν απαξιωμένα στην αγορά εργασίας και στον ακαδημαϊκό κόσμο, όσο βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση τα ελληνικά πανεπιστήμια. Και τα ελληνικά πανεπιστήμια θα βρίσκονται σε αυτήν την κατάσταση, όσο δεν γκρεμίζεται το σάπιο σύστημα των ελληνικών σχολείων.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr