Το ποσό αυτό διαμορφώνεται κατ’ αρχήν με βάση την απόφαση της κυβέρνησης να κάνει χρήση του συνόλου των διαθέσιμων κονδυλίων – τόσο αυτών που παρέχονται με τη μορφή επιχορήγησης, όσο και αυτών που παρέχονται με τη μορφή χαμηλότοκων δανείων – αλλά και με το σχέδιο συγχρηματοδότησης επενδυτικών προγραμμάτων με φορείς του ιδιωτικού τομέα, προκειμένου να κινητοποιηθούν επιπλέον ιδιωτικά κεφάλαια ύψους 26,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Και οι δύο αυτές επιλογές είναι στη σωστή κατεύθυνση, στο βαθμό που μεγεθύνουν τη χρηματοδότηση του σχεδίου και διευρύνουν, δυνητικά, το αναπτυξιακό όφελος για την οικονομία.
Θετικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι – σε αντίθεση με προηγούμενα ΕΣΠΑ – οι πόροι φαίνεται να κατευθύνονται σε κλάδους διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Υπηρετούν, με άλλα λόγια, την ανάγκη αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας, αντί της διαιώνισης του μοντέλου που έφερε τη χώρα σε αδιέξοδο στο παρελθόν.
Ωστόσο, η επιτυχία του σχεδίου θα εξαρτηθεί και από άλλους παράγοντες. Κατ’ αρχήν, το ιδιωτικό σκέλος αυτής της χρηματοδότησης – το οποίο ανέρχεται στο 45% περίπου του συνόλου – δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο. Το αν θα κινητοποιηθούν αυτά τα ιδιωτικά κεφάλαια, είναι κάτι που θα εξαρτηθεί άμεσα από την απρόσκοπτη προώθηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Γιατί, για να εμπιστευθούν οι επενδυτές τα χρήματά τους στη χώρα, πέρα από τα κίνητρα, χρειάζονται ένα περιβάλλον αξιόπιστο και προβλέψιμο. Ένα περιβάλλον με ξεκάθαρους κανόνες, όπου η διοίκηση και οι θεσμοί θα λειτουργούν αποτελεσματικά και με διαφάνεια.
Κρίσιμο ερώτημα είναι, επίσης, το αν θα παραμείνουμε συνεπείς στη στρατηγική στόχευση του προγράμματος, χωρίς να πέσουμε για μια ακόμη φορά στην παγίδα της πελατειακής λογικής, της αποσπασματικής διαχείρισης και της διάθεσης χρημάτων, με στόχο την τόνωση της εσωτερικής ζήτησης. Το να μοιράσουμε από λίγους πόρους παντού, μπορεί να δημιουργήσει πρόσκαιρα οφέλη, ωστόσο το πραγματικό όφελος για την οικονομία και για το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, θα είναι μηδενικό.
Το Σχέδιο Ανάκαμψης μπορεί να γίνει το όχημα για τη μετάβαση της Ελλάδας σε μια νέα εποχή ανάπτυξης, εφόσον διασφαλιστεί η στρατηγική διάθεση των πόρων και η ταυτόχρονη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων. Γι’ αυτό απαιτείται = αλλά δεν αρκεί – η ισχυρή βούληση από την πλευρά της κυβέρνησης. Χρειάζεται ένα ευρύτερο πλαίσιο συναίνεσης, αποδοχής και υποστήριξης των μεταρρυθμίσεων από το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Οι ανούσιες αντιπαραθέσεις και οι κοντόφθαλμες λογικές, δεν πρέπει να έχουν θέση στη χώρα στην κρίσιμη αυτή καμπή της πορείας της.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr