Ωστόσο, πραγματική ευφορία θα προκαλούσε ένα πλεόνασμα που θα είχε δημιουργηθεί στο πλαίσιο μιας υγιούς οικονομίας. Θα ήταν προϊόν της αποδοτικότερης λειτουργίας του δημοσίου τομέα, της αποτελεσματικότερης πάταξης της φοροδιαφυγής και κυρίως μιας δυναμικής οικονομικής δραστηριότητας με κινητήριο δύναμη τις επενδύσεις, την παραγωγή και την αύξηση της απασχόλησης. Δυστυχώς, αυτό δεν συνέβη. Το γιγάντιο πλεόνασμα του 2016 οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εξοντωτική υπερφορολόγηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, μέσα σε μια οικονομία που παραμένει βυθισμένη στην ύφεση.
Το γεγονός αυτό καθιστά εξαιρετικά αμφίβολη την επανάληψη παρόμοιων επιδόσεων στο επόμενο διάστημα. Εάν συνεχιστεί η εφαρμοζόμενη δημοσιονομική πολιτική της λιτότητας, με μέτρα που προσθέτουν νέα δυσβάσταχτα βάρη στις πλάτες των φορολογούμενων, οι υφεσιακές επιπτώσεις θα ενταθούν.
Η έξοδος της χώρας από την οικονομική κρίση, αλλά και η επίτευξη ρεαλιστικών και διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων, περνά μόνο μέσα από την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Αυτό απαιτεί τη διαμόρφωση χαμηλότερων στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα, στα επίπεδα του 1,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα, σε συνδυασμό με γενναία μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, χρειάζεται αλλαγή του δημοσιονομικού μείγματος, προς την κατεύθυνση της μείωσης των φορολογικών συντελεστών και του αποτελεσματικότερου ελέγχου των λειτουργικών δαπανών του δημοσίου τομέα.
Όσο καθυστερούν αυτές οι παρεμβάσεις, με ευθύνη τόσο των ελληνικών κυβερνήσεων όσο και των δανειστών, η οικονομία θα εξακολουθήσει να κινείται, αν όχι σε αρνητικούς, σε χαμηλούς και ασθενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να βιώνει τον εφιάλτη της ανεργίας και της ανέχειας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr