Στην Ελλάδα η διαδικασία και το αποτέλεσμα αντιμετωπίζεται ως παράμετρος εσωτερικού πολιτικού ξεκαθαρίσματος, με την κυβέρνηση να κοιτά πώς θα επιβιώσει μέσω ενός ανασχηματισμού, την αντιπολίτευση να θεωρεί ζήτημα χρόνου την αναρρίχηση της στην εξουσία και τις ενδιάμεσες δυνάμεις να αναζητούν ρόλους και αφορμές για να τους ενσαρκώσουν, στο (αντικειμενικά) νέο πολιτικό σκηνικό.
Κατά μία έννοια - και αναπόφευκτα, τα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα θα τα ρυθμίσει η ζωή.
Κάποιος θα είναι πρώτος στις επόμενες εθνικές εκλογές και κάποιος ή κάποιοι θα συνεργαστούν μαζί του για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Εκτός συγκλονιστικού απορρόποτου και ανατροπών, τους ρόλους αυτούς έχουν ήδη εξασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ και οι πελαγοδρομούσες δυνάμεις της κεντροαριστεράς - η οποία αν θέλει να εξακολουθήσει να διεκδικεί τον χαρακτηρισμό, θα συνεργαστεί με - τι άλλο;- την αριστερά.
Ομως επειδή μιλούσαμε για ευρωεκλογές, οφείλουμε να δούμε την εικόνα στην Ευρώπη. Και εκεί αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν κάποια πράγματα. Οι ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές.
Πληροφορίες και φαινόμενα των τελευταίων ημερών δεν δικαιολογούν καμία αισιοδοξία.
Στην πορεία προς τις ευρωεκλογές, τα πολιτικά κόμματα της Ενωσης πρότειναν πέντε υποψηφίους για την προεδρία της Επιτροπής, σε μία κατ' επίφαση προσπάθεια προσαρμογής στην συνθήκη της Λισαβόνας. Ενας εξ αυτών, υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Επιτροπής, του κορυφαίου εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ, αφότου λάβει και την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Μετά το κλείσιμο της κάλπης, φαίνεται όμως πως δεν προχωρούμε μποροστά, αλλά οπισθοδρομούμε. Η Μέρκελ, έχοντας προλάβει να προειδοποιήσει ότι «δεν υπάρχουν αυτοματισμοί», δεν θεωρεί αυτονόητη την ανάληψη της προεδρίας της Επιτροπής από τον υποψήφιο του Λαϊκού Κόμματος (που κέρδισε τις εκλογές στην Ευρώπη) και βαθύτερο ίσως γνώστη του ευρωπαϊκού προβλήματος, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Ο Κάμερον, δηλώνει ότι αν ο Γιούνκερ γίνει πρόεδρος της Επιτροπής, η Βρετανία θα αποχωρήσει από την Ενωση.
Οπερ σημαίνει, πως «η περισσότερη Ευρώπη» δεν συζητείται στο Λονδίνο, όπου άλλωστε τις εκλογές κέρδισε ο αντιευρωπαϊστής Φάρατζ... Και κατά πώς φαίνεται, η Μέρκελ είναι περισσότερο πρόθυμη να τα βρει με τους Βρετανούς, οι οποίοι ελέγχουν την ροή του χρήματος (γκρίζου, μαύρου, αεριτζίδικου ή «ένοχου»), παρά να κάνει τα τολμηρά βήματα που απαιτούνται για την επιβίωση της Ενωσης.
Η τόλμη εν προκειμένω σημαίνει πως είτε η Γερμανία θα αναλάβει ΤΩΡΑ τις ευθύνες του ηγεμονικού ρόλου της, καταλαμβάνοτας μία θέση ισχυρού παίχτη στην νέα ΕΕ αλλά ξεχνώντας την εμμονική εσωστρέφεια της πολιτικής της των τελευταίων ετών, είτε θα στραφεί αμετάκλητα στο μοντέλο της διακυβερνητικής Ευρώπης, η οποία νομοτελειακά έχει περιορισμένο ορίζοντα, χρονικό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό.
Το παράδοξο(;) της συγκυρίας: Ο Τσίπρας, που όσο κι αν είναι μικρός παίκτης, είναι ο σταρ της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, τάσσεται υπέρ της δημοκρατικής δικαδικασίας. Και πάντως υπέρ του σεβασμού των συνθηκών και δηλώνει, αφενός ότι ο πρώτος λόγος ανήκει στον Γιούνκερ και αφετέρου ότι ο ίδιος, έστω και με έξι μόλις ευρωβουλευτές είναι πρόθυμος να συνεργαστεί με τους σοσιαλιστές για την ανάδειξη του επόμενου προέδρου της Κομισιόν, μέσα από το ευρωεκοινοβούλιο.
Υπό τις συνθήκες αυτές, η Ευρώπη τώρα που τέλειωσαν οι ευρωεκλογές και αφότου η κρίση έχει ανατρέψει όλα τα δεδομένα, βρίσκεται πραγματικά στο κρίσιμο σταυροδρόμι. Είτε θα λάβει υπόψη τα αποτελέσματα της πρόσφατης εκλογικής διαδικασίας και θα σεβαστεί τις συνθήκες της, είτε θα αγνοήσει τα πάντα, θα στραφεί στην περιφρόνηση της ψήφου των πολιτών της και θα οδεύσει προς την αποσύνθεσή της, με ενδιάμεσο σταθμό την πλήρη και αποκαρδιωτική απαξίωση των δημοκρατικών αξιών της.
Και τότε, λίγοι θα μπορούν να κατηγορήσουν τον Τσίπρα ως «αντιευρωπαϊστή»...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr