Με την πάροδο της κρίσης, ακόμη και όσοι ποτέ δεν είχαν δει στους χειρότερους εφιάλτες τους ότι η έννοια των πρωτογενών πλεονασμάτων θα απασχολούσε και θα επηρέαζε την καθημερινότητά τους, αναγκάστηκαν να κοιμούνται και να ξυπνούν με αυτά.
Παρά ταύτα και παρόλη την σκληρή δοκιμασία, οι περισσότεροι δεν εμπέδωσαν τις ασκήσεις τους και η μάζα εξακολουθεί να αδυνατεί να αντιληφθεί σε πρώτο επίπεδο τα πραγματικά δεδομένα.
Ως στοιχείο αυτοκριτικής, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τις ευθύνες του Τύπου ή μερίδας του σε αυτό το πρόβλημα, καθώς για πολλούς λόγους, σε πολλές περιπτώσεις (άλλοτε σκοπίμως, άλλοτε όχι - λόγω άγνοιας), η παραπληροφόρηση είναι εγκληματική.
Επίσης, με μία δόση αφέλειας, οφείλουμε να σημειώσουμε την μεγάλη ευθύνη των πολιτικών, οι οποίοι μετατρέπουν οικονομικά και στατιστικά στοιχεία σε συνθήματα και συσκοτίζουν αντί να διαφωτίζουν.
Με όλα αυτά τα δεδομένα και με αφορμή την νέα διαμάχη για τα όσα είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γ. Σταθάκης για το ύψος της φορολόγησης στην χώρα, η εικόνα είναι σαφής: όχι μόνο δεν ξέρουμε τι μας γίνεται, αλλά δεν είμαστε και διατεθειμένοι να «ξεστραβωθούμε».
Ο εύκολος τίτλος ήταν «ο Σταθάκης συμφωνεί με τον Στουρνάρα. Θέλει να αυξήσει τους φόρους!». Εν τέλει, η πιο επικίνδυνη είδηση δεν είναι αυτή που είναι ψευδής. Είναι αυτή που έχει μία μικρή σχέση με την πραγματικότητα.
Η ουσία είναι πως, ναι. Σε αυτό το σημείο ο Σταθάκης συμφωνεί με τον Στουρνάρα. Με δύο σημαντικές διευκρινίσεις και λεπτομέρειες: και οι δύο, όταν έλεγαν ότι δεν υπάρχει υπερφορολόγηση, μιλούσαν με γνώμονα πραγματικά στατιστικά μεγέθη, τα οποία βασίζονται σε μία αρχή: όσα έσοδα έχω, τόσες πρέπει να είναι και οι δαπάνες μου. Αν θέλω δε και πλεόνασμα, είτε τα έσοδα θα πρέπει να είναι υψηλότερα, είτε οι δαπάνες χαμηλότερες.
Το τι είπε στην πραγματικότητα ο κ. Σταθάκης, παρατίθεται παρακάτω (εν είδει σύνοψης: αν έχεις δημόσιες δαπάνες 43% του ΑΕΠ, ειδικώς αν αυτές αφορούν τα στοιχειώδη, οφείλεις να ανεβάσεις και την φορολόγηση σε αυτό το επίπεδο, αλλιώς - έκπληξη - δημιουργείς ελλείμματα). Δεν είναι λόγοι πολιτικής του δικαίωσης, που υπαγορεύουν όλα αυτά - ουδόλως μας απασχολεί κάτι τέτοιο, δεν είναι δουλειά μας, αλλά λόγοι ανάδειξης του στοιχειώδους και προφανούς: ότι αν θέλουμε να συνεννοούμαστε, οφείλουμε τουλάχιστον να μην αμφισβητούμε τις θεμελιώδεις αρχές της άλγεβρας. Επί το λαϊκότερον: να συμφωνούμε ότι "1+1=2" ή επί το ακόμη λαϊκότερον: "να ξεχωρίζουμε δυό γαϊδάρων άχυρα". Ή καταλήγοντας στο γνωστό του καθηγητή Γ. Δράκου να γνωρίζουμε ότι «τα οικονομικά είναι απλά, αρκεί να τα καταλαβαίνουμε».
Ιδού:
«Η Ελλάδα υποφέρει 20 χρόνια από λίγους φόρους και αυτή είναι η βασική αιτία του δημοσιονομικού προβλήματος της χώρας. Διότι όπως και αν το ψάξετε από το '95, που υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία, δαπανούσε κάθε χρόνο 43 - 44% του ΑΕΠ, αυτές ήταν οι δημόσιες δαπάνες. Αυτό το μέγεθος βρίσκεται λίγο πιο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Άρα η χώρα δεν είχε ούτε πολύ μεγάλο κράτος σε σχέση με την Ευρώπη, αλλά λίγο μικρότερο, και η σύνθεση επίσης των δαπανών όσο και να το μελετήσει κανείς στην Ελλάδα, θα δει ότι ήταν κοντά στην ευρωπαϊκή σύνθεση μιας και αυτά είναι λίγο έως πολύ τα δεδομένα των χωρών της ΕΕ, δηλαδή χρειάζονται 19% για τη δημόσια διοίκηση, σχεδόν 10 % για συντάξεις, σχεδόν 10 % για υγεία και άλλο ένα 10% για εκπαίδευση και άμυνα. Άρα πανομοιότυπα είναι όλα. Εν τούτοις τα έσοδα του προϋπολογισμού, τα δημόσια έσοδα μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές για σχεδόν 20 χρόνια ήταν μόλις 38,5% κατά μέσο όρο. Άρα σε μια οικονομία η οποία θέλει να κρατήσει τα ευρωπαϊκά της χαρακτηριστικά, όσον αφορά τη δομή των κοινωνικών δαπανών και του κράτους, δεν τίθεται θέμα να μειώσεις το 43%, και να το κάνεις 42 ή 41%. Από εκεί και πέρα η συζήτηση δεν έχει και πολύ νόημα, αντίθετα η χώρα οφείλει να αυξήσει τα φορολογικά της έσοδα στο 42 - 43% του ΑΕΠ όπως και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και για να γίνω ποιο συγκεκριμένος ακόμα επειδή και τα φορολογικά έσοδα είναι πανομοιότυπα στην Ευρώπη, είναι 40% έμμεσοι φόροι, 40% φόροι και ασφαλιστικές εισφορές από τον κόσμο της εργασίας και 20% είναι φορολόγηση φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. Όπως και αν το ψάξετε τα τελευταία 20 χρόνια η τρύπα είναι προσδιορισμένη. Είναι η τρύπα της φορολογίας φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, η οποία είναι 6% του ΑΕΠ κάθε χρόνο σε σχέση με τη Γερμανία, με τη Γαλλία, με την Ιταλία, με την Ισπανία. Η Ελλάδα έχει μια μόνιμη τρύπα στη φορολόγηση των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων, θα τολμούσα να πω πιο πολύ των φυσικών προσώπων παρά των επιχειρήσεων. Άρα η ιδέα για λιγότερους φόρους είναι παραπλανητική, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα παρά μόνο αν θέλει κάποιος να αφομοιώσει πολύ το σκέλος των δαπανών, στην οποία περίπτωση η Ελλάδα μεταφέρεται όπως κάνει εν μέρει το μνημόνιο που επιδιώκει ένα κράτος του 37-38% δημόσιες δαπάνες, το οποίο όμως προσεγγίζει επίπεδα των βαλκανικών χωρών κάτι που ελπίζω να μην το επιθυμεί κανείς.»
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr