Μέσα στον Σεπτέμβριο έχασαν τη δουλειά τους 146.000 άνθρωποι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το σύνολο των ανέργων είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί στις 17 χώρες με βάση τα στοιχεία που έχει από το 1995. Από τον Απρίλιο του 2011, ο αριθμός των ανέργων αυξάνεται κάθε μήνα, με τον αριθμό των ανέργων πλέον να κυμαίνεται στα 18,5 εκατ. Η ανεργία στους νέους έφτασε το 23,3%.
Όπως ήταν αναμενόμενο, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σημείωσαν οι νότιες χώρες, οι οποίες έχουν μπει σε προγράμματα ασφηκτικής λιτότητας. Η Ισπανία με την Ελλάδα συνεχίζουν τον τραγικό αγώνα για την πρωτιά στην ανεργία, με την Ισπανία να έχει φτάνει το τρομακτικό 25,8% και την χώρα μας από κοντά, στο 25,1%. Η Πορτογαλία, που επίσης εφαρμόζει προγράμματα δημοσιονομικής εξυγίανσης βρίσκεται στο επίσης αρκετά ανώτερο του μέσου όρου της Ευρωζώνης 15,7% (σημειώνοντας πάντως μια μικρή υποχώρηση από το 15,9% του Αυγούστου). Πρόβλημα ανεργίας δεν αντιμετωπίζουν η Αυστρία με ποσοστό ανεργίας 4,4%, το Λουξεμβούργο με 5,2%, η Γερμανία και η Ολλανδία με 5,4%.
Αυτή η ανισορροπία, που αντανακλά την ανισορροπία στον πλούτο, εμπορικά ισοζύγια, την ανταγωνιστικότητα, αλλά και τον διαφορετικό τρόπο που βιώνουν οι κοινωνίες την κρίση στην Ευρωζώνη, είναι που καθιστά το πρόβλημα της οικονομικής κρίσης και της ανεργίας που φέρνει, τόσο δυσεπίλυτο. Το χάσμα Βορρά- Νότου φαίνεται στην ανεργία. Δεν είναι η ίδια κατάσταση για τον Γερμανό, ο οποίος στην χώρα του έχει ανεργία 5% με τον Έλληνα που έχει ανεργία 25%. Οι κοινωνικές και πολιτικές πιέσεις είναι τελείως διαφορετικές από χώρα σε χώρα. Σε κάθε χώρα οι κυβερνήσεις υπολογίζουν το πολιτικό κόστος. Αλλά εκείνες που έχουν αυτήν την στιγμή λεφτά είναι λιγότερο υποχρεωμένες να υποχωρούν σε διπλωματικό επίπεδο από εκείνες που χρειάζονται δανεισμό. Έτσι, το πολιτικό κόστος για την γερμανική κυβέρνηση μετράει πιο πολύ από ό,τι το πολιτικό κόστος για την Ισπανία και την Ελλάδα. Γιατί οι Γερμανοί κυβερνώντες έχουν τα λεφτά και νιώθουν κυρίως υπόλογοι στον Γερμανό ψηφοφόρο, ενώ οι Έλληνες ή οι Πορτογάλοι κυβερνώντες, για παράδειγμα, δεν τα έχουν και -θέλοντας και μη- παραβλέπουν το πολιτικό κόστος, προκειμένου να μην διακοπούν τα προγράμματα χρηματοδότησης των χωρών τους.
Όμως, αν όντως υπάρχει η πολιτική βούληση να διατηρηθεί η Ευρωζώνη, που μάλλον φαίνεται ότι υπάρχει, για ιστορικούς, πολιτικούς και οικονομικούς λόγους, αυτό το χάσμα, όπως αποτυπώνεται σε διάφορους δείκτες, αλλά κυρίως σε αυτόν της ανεργίας, δεν μπορεί να διατηρείται. Θα πρέπει και οι Γερμανοί πολιτικοί (και ιδίως η Μέρκελ) να σηκώσουν κάποιο από το πολιτικό κόστος, το οποίο είναι σύμφυτο με την ιστορική της ευθύνη. Έτσι κι αλλιώς, οι Σοσιαλδημοκράτες, με τους οποίους είναι πολύ πιθανός ένας συνασπισμός στις επόμενες εκλογές, δεν ασκούν αντιπολίτευση προς το κομμάτι της χαλάρωσης της λιτότητας στις χώρες του Νότου. Το βέβαιο είναι ότι αν συνεχισθεί αυτή η κατάσταση, με την ύφεση και την ανεργία να διαλύουν κάποιες χώρες του κοινού νομίσματος, η πολιτική διατήρηση του ιστορικής σημασίας πειράματος της νομισματικής ενοποίησης της κάποτε τόσο φιλοπόλεμης και πλέον ειρηνικής γηραιάς ηπείρου, αλλά και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση δύσκολα θα διατηρηθούν- τουλάχιστον όπως ήταν.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr