Είμαστε ένα κράτος σε πλήρη διάλυση, οικονομικά και κοινωνικά, χωρίς πόρους – τουλάχιστον τέτοιους που να μπορούσαν να τροφοδοτήσουν κάποια, έστω και στοιχειώδη, αυτόνομη ανάπτυξη – και, κυρίως και πρωτίστως, χωρίς συγκεκριμένο πρόγραμμα (βιώσιμο, κατά προτίμηση) που να μπορούσε να εφαρμοσθεί και να υλοποιηθεί από έναν δυσκίνητο, ανακόλουθο και – εν πολλοίς – αναποτελεσματικό Δημόσιο τομέα άμεσα εξαρτώμενο από τον εκάστοτε κυβερνώντα.
Όλα αυτά, πιστεύω οτι, είναι στοιχειωδώς γνωστά και δεν θα ‘πρεπε να μας προκαλούν έκπληξη. Ας πάρουμε, όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η φιλολογία για την έξοδο της χώρας μας από την Ευρωζώνη (Grexit) έχει καλλιεργηθεί – κακώς, κατά την γνώμη μου - πολύ έντονα, όχι μόνο τους τελευταίους μήνες αλλά τα τελευταία πέντε χρόνια, τουλάχιστον. Πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες άλλωστε, μεταξύ των οποίων κι αυτός που μας βοήθησε να ενταχθούμε στην τότε ΕΟΚ, ο προσωπικός φίλος του Κων/νου Καραμανλή, τέως Πρόεδρος της φίλης χώρας Γαλλίας κ. Giscard d’ Estaing επαναλαμβάνει ευθαρσώς, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, οτι η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είχε καν μπεί στην Ευρώπη, πολλώ μάλλον στο ευρω-σύστημα. Και δεν είναι ο μόνος. Συνεπικουρείται από πληθώρα πολιτικών, τραπεζιτών και άλλων εμπλεκομένων φορέων προερχόμενων από διαφορετικές πολιτικές τάσεις, κομματικούς μηχανισμούς και ιδεολογίες.
Στην άποψη αυτή συνεπικουρείται σήμερα κι από μια μεγάλη εγχώρια μερίδα πολιτικών – της κυβερνώσης, ως επί το πλείστον, παράταξης – που απαιτεί ρήξη, Κούγκι, ολοκαυτώματα, μπαγιονέτες και άλλα γλαφυρά, ρομαντικά και δακρύβρεχτα, πάντα, μ’ έναν κοινό παρονομαστή. Η Ελλάδα δεν έχει θέση στο ευρώ. Η Ελλάδα δεν έχει θέση στην ΕΕ.
Η κατάσταση αυτή έχει, προφανώς, άμεσες και βαρύτατες επιπτώσεις τόσο στην λειτουργία του Κράτους το οποίο – κακά τα ψέμματα – έχει πάψει να λειτουργεί, έστω και στοιχειωδώς, όσο και των ιδιωτικών επιχειρήσεων αλλά και των ιδιωτών που είναι άμεσα εξαρτώμενοι από το τραπεζικό σύστημα που, με τη σειρά του κι αυτό, έχει παραλύσει αφού δεν μπορεί παρά να έχει επηρρεασθεί από την εκδηλούμενη ανασφάλεια και αβεβαιότητα που προκαλούν οι ανακόλουθες, αψυχολόγητες, άκαιρες και ανερμάτιστες παρεμβάσεις κάποιων σκοτεινών «ειδικών» κάποιου απροσδιόριστου «οικονομικού επιτελείου» που παλινδρομούν στην προσπάθειά τους να μπαλώσουν κενά, να «εξαργυρώσουν» υποσχέσεις που δεν μπορεί παρά να είναι ανεκπλήρωτες και να συνδυάσουν χρόνιες ιδεοληψίες με την στυγνή οικονομική πραγματικότητα.
Είναι γνωστό, άλλωστε, οτι το κεφάλαιο με την παραμικρή οσμή κινδύνου εξαφανίζεται και δεν επανέρχεται παρά μόνον όταν επανέλθει η εμπιστοσύνη και η σταθερότητα. Και, δυστυχώς, το «πουλάκι έχει πετάξει» κι, ακόμα χειρότερα, υπάρχουν πάρα πολλά ακόμα «πουλάκια» έτοιμα ν΄ανοίξουν τα φτερά τους και να πετάξουν κι αυτά σε τόπους μακρυνούς, αφήνοντας πίσω τους το άγχος του «τι θα μου προκύψει την επόμενη μέρα», ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω τους, εγκαταλείποντας ένα σαπιοκάραβο που είναι έτοιμο να βυθισθεί αύτανδρο, χωρίς ούτε τις στοιχειώδεις σωστικές λέμβους και τα σωσίβια για τους επιβάτες του.
Είναι αστείο, στην τραγικότητά του, οτι στο Ναυτικό Δίκαιο μέσα στις υποχρεώσεις του πλοιάρχου σε περίπτωση που βυθίζεται ένα πλοίο είναι να εγκαταλείψει το πλοίο τελευταίος έχοντας πρώτα βεβαιωθεί οτι έχει με ασφάλεια στην κατοχή του το Βιβλίο του Πλοίου και τα χρήματα. Αν δεν έχει στην κατοχή του το βιβλίο και τα λεφτά – σύμφωνα με τον Κώδικα – δεν μπορεί να εγκαταλείψει. Κι ας τον περιμένουν οι άλλοι μέσα στα κύματα με το βαπόρι να χάνεται.
Τώρα, για να έρθουμε στα δικά μας, θα μου πείτε: Ποιά χρήματα; Και, ποιό Βιβλίο; Τι θα πάρει, στην δική μας περίπτωση, μαζί του ο καπετάνιος; Μήπως την νέα έκδοση του «Παγκόσμιου Μινώταυρου» του Γιάνη (με ένα «ν»); Μήπως κάτι δισεκατομμύρια που έχουν «ξεμείνει» από παλιά σε κάποιο κρατικό θησαυροφυλακειο, όπως πρόσφατα προτάθηκε από επίσημο κυβερνητικό στέλεχος; Και τι θα τα κάνει το εν λόγω βιβλίο και τα λεφτά; Θα τα δώσει σ’ αυτούς που πνίγονται για να διαβάσουν τι καλά που θα ‘μασταν στην Δραχμή και να ξεχαστούν και μετά θα τους μοίραζε και τα ευρώ του ταμείου, όσα θα προλάβαινε να γλυτώσει μέσα στον χαλασμό, για να τους αποδείξει οτι, πάντως, το ταξίδι έγινε σύμφωνα με το πρόγραμμα, οι μανούβρες εκτελέστηκαν όλες σύμφωνα με τους κανόνες της επιστήμης και της τεχνικής, και να μην ανησυχούν;
Ή, μήπως, θα ήταν προτιμότερο να εκπέμψει ένα S.O.S., μπας και μας ακούσουν από άλλα πλοία και σπεύσουν για να μας διασώσουν; Όταν πνίγεσαι είναι, στ’ αλήθεια, αναξιοπρέπεια να ζητάς βοήθεια; Ή μήπως είναι προτιμότερο, εάν δεν πνιγούμε στα κύματα κι εάν γλυτώσουμε από τους καρχαρίες, να μας ξεβράσει η θάλασσα μόνους, ναυαγούς, σε κάποιο απομακρυσμένο νησί, ξεχασμένο από τον κόσμο και τον πολιτισμό για να ανταπεξέλθουμε στα προβλήματα της νέας μας καθημερινότητας με κάποιον νέο τρόπο που θα μας υποδείξει η ίδια η φύση στην προσπάθειά μας να ορίσουμε την νέα μας πραγματικότητα;
Ποιός ξέρει. Σ’ ένα τέτοιο απομακρυσμένο νησί μπορεί, τελικά, να βρούμε τον παράδεισο. Μπορεί να φτιάξουμε και καινούργιο, δικό μας, νόμισμα και να συναλλασόμαστε μεταξύ μας. Μπορεί και κάτι τέτοιο να μην χρειάζεται πια, αφού μπορεί να αρχίσουμε να επιδιδώμαστε στην προσφιλή μας ασχολία, ως νεο-Ελληνες, να φιλονικούμε με τον διπλανό μας, να τον φθονούμε και τον διαβάλουμε και να ξεχάσουμε και πάλι τα πραγματικά προβλήματα που θα ‘πρεπε να μας απασχολούν. Θα μπορούσαμε, ακόμα, να κάνουμε και εκλογές και δημοψηφίσματα και να ρίχνουμε στην χειροποίητη κάλπη μας καρύδες και άλλα εξωτικά φρούτα και λαχανικά ευχόμενοι με νόημα ο ένας στον άλλον: «Καλό βόλι».
Θα μπορούσε, βέβαια, στο νησάκι αυτό να είχαμε την τύχη να έχουμε μεταξύ μας και τον Γιάνη (με ένα «ν») για να μας αναλύει με τις ώρες οκλαδόν τις θεωρίες του και να μας αποδεικνύει καθημερινά πόσο καλά είμαστε πια.
Αλλά πού τέτοια τύχη! Φοβούμαι πολύ οτι ο Γιάνης δεν θα μπορούσε να είναι ποτέ πάνω στο ίδιο βαπόρι μαζί με εμάς τους υπόλοιπους. Ο Γιάνης θα το είχε εγκαταλείψει έγκαιρα και θα ζούσε αλλού, μακριά μας, στην ασφάλεια και την εξασφαλισμένη θαλπωρή του.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr