Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr
![Reporter.gr on Google News](/images/google%20news/reporter%20news%20300x100.png)
Γράφει ο Γιαννης Τσαμουργκέλης
Η πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης συνίσταται σε αύξηση της προσφοράς χρήματος με την απευθείας αγορά ομολόγων των κρατών μελών στη δευτερογενή αγορά με «φρέσκο χρήμα» που αυξάνει τα στοιχεία ενεργητικού του ευρωσυστήματος (ΕΚΤ και Κεντρικές Τράπεζες των κρατών μελών) . Ουσιαστικά είναι η ενεργοποίηση του βραχίονα νομισματικής πολιτικής που επεμβαίνει απευθείας στον όγκο του χρήματος που κυκλοφορεί στην πραγματική οικονομία και δεν αρκείται απλώς στην επέμβαση μέσω των επιτοκίων και τη συνεπακόλουθη αντίδρασης των τραπεζών.
Όμως μια πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζεται έτσι και αλλιώς καθυστερημένα, δεν μπορεί να είναι επιτυχής εάν δεν είναι πειστική και συνεπώς, ολοκληρωμένη και ολιστική.
Πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης με «σφικτά» πλαίσια εφαρμογής θα συνιστά ένα «είδος ποσοτικής χαλάρωσης» ως συνέχεια της ευρωπαϊκής παράδοσης να εφαρμόζει «είδη» νομισματικών ή άλλων πολιτικών.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Η οικονομία λειτουργεί σε συνθήκες πιστωτικών περιορισμών από το 2009 με σημαντικά διαστήματα πλήρους παύσης χορηγήσεων. Παράλληλα, η αύξηση των επιτοκίων και η ολιγοπωλιακή διαχείριση του κόστους χρήματος από τις ελληνικές τράπεζες αποτελούν βασική συνιστώσα της διάρκειας και του βάθους της ελληνικής κρίσης, που συνεπικουρείται από την ανικανότητα πολιτικού συστήματος και προσωπικού να προχωρήσουν σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θίγουν τον πυρήνα της πελατειακής συγκρότησης του κράτους.
Η άμεση συμμετοχή της χώρας ακόμα και σε «είδος» ποσοτικής χαλάρωσης είναι εθνική αναγκαιότητα. Παράλληλα απαιτείται η συντονισμένη δράση για τη μείωση των επιτοκίων χρηματοδότησης από τις ελληνικές τράπεζες και οι διαρθρωτικές αλλαγές στην τραπεζική αγορά για την αύξηση του ανταγωνισμού. Είναι θέμα επιβίωσης της ελληνικής οικονομίας. Αλλιώς θα βρεθούμε στο αδιέξοδο που παράγει ένα καθεστώς υψηλών επιτοκίων και ανύπαρκτης χρηματοδότησης σε μια δημοσιονομικά δοκιμαζόμενη οικονομία με ισχυρές αγκυλώσεις και γραφειοκρατία. Πλέον, θα περιορίζεται με εκθετικούς ρυθμούς η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων ενώ θα απαξιώνονται ολοένα και ταχύτερα οι παραγωγικές υποδομές και οι περιουσίες. Πολύ απλά, η οικονομία θα γυρίζει με ταχύτατους ρυθμούς προς τα πίσω τη στιγμή που οι άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες θα προχωρούν-επιτέλους- μπροστά.
Η μόνη θεωρητική εναλλακτική της εξόδου από το ευρώ (συντεταγμένη ή μη), μόνον αδιέξοδα δεινά θα επιφέρει με ανυπολόγιστες συνέπειες στο οικονομικο-κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Υπερπληθωρισμό, εκτίναξη της ανεργίας, διάλυση του παραγωγικού ιστού, πολλαπλασιασμός του χρέους , φτώχεια, κερδοσκοπία, μαυραγοριτισμός και συμμοριτισμός, σε ένα αποδιαρθρωμένο κράτος, χωρίς διοικητική δομή και δημόσιες υπηρεσίες. Και το χειρότερο, με τη χώρα απομονωμένη από τα διεθνή fora και τις αγορές με πλήρως εξαντλημένες τις δυνατότητες εξωτερικής χρηματοδότησης ή βοήθειας - πέραν αυτής που προσφέρεται στις μη αναπτυγμένες χώρες στα πλαίσια των προγραμμάτων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Τα δεδομένα επισημαίνουν δραματικά το δίλημμα πολιτών και πολιτικών. Το κόστος της πορείας προς το μέλλον ή το πολύ μεγαλύτερο και άδηλο οικονομικό, κοινωνικό και εθνικό κόστος της επιστροφής στο παρελθόν.
[1] Όσο εκτενέστερη η περίοδος της οικονομίας σε αποπληθωρισμό τόσο ισχυρότερες οι προσδοκίες για μελλούμενη μακροχρόνια παραμονή σε αυτόν και τόσο μεγαλύτερες οι δυναμικές παράτασης της ύφεσης.