Πόσες περιπτώσεις στην ιστορία της νεώτερης ελληνικής πολιτικής υπάρχουν, όπου ένα κυβερνών κόμμα χάνει, λόγω συγκεκριμένων περιστάσεων την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και ώσπου να πεις κίμινο, και χωρίς να ανοίξει οιαδήποτε μύτη, να μπορέσει να παρουσιάσει η μειοψηφική κυβέρνηση, κοινοβουλευτική πλειοψηφία;
Η αντιπολίτευση ωρύεται, με πρώτον και καλύτερο τον πρόεδρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι το σχέδιο διαζυγίου ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ ήταν σκηνοθετημένο. Μα και βέβαια ήταν σκηνοθετημένο, με απόλυτη ακρίβεια από τον πιο μακιαβελικό πολιτικό της Ευρώπης, τον Αλέξη Τσίπρα. Ο κύριος Μητσοτάκης θα προτιμούσε φυσικά το διαζύγιο να ήταν ξαφνικό, άγριο, αχαλίνωτο, και να είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της κυβέρνησης και τον αναγκασμό για πρόωρες εκλογές. Αλλά ο Τσίπρας δεν του έκανε την χάρη. Πόσο πιο επιδέξιος και πιο αποτελεσματικός μπορεί να είναι ένας ηγέτης στην διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας, από ό,τι μας έδειξε ο Αλέξης Τσίπρας με το βελούδινο αυτό διαζύγιο με τον ακροδεξιό του κυβερνητικού εταίρο; Αυτή η βελούδινη αλλαγή στη σύσταση της κυβερνητικής πλειοψηφίας δεν είναι τίποτα άλλο, από ένα δείγμα της απίστευτης ικανότητας του κ. Τσίπρα να διαχειρίζεται και τις πιο δύσκολες καταστάσεις, και να βγαίνει στο τέλος από πάνω.
Αλλά αυτή η ικανότητα του κ. Τσίπρα, να μεταφράζει τις μεγαλύτερες ήτες σε θριαμβευτικες επιτυχίες, διαφάνηκε όλα αυτά τα τέσσερα χρόνια, όταν μέσα σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα, μετέτρεψε τον εαυτό του από τον νούμερο ένα πολιτικό διάολο και παρία της Ευρωζώνης, στον πιο καλό μαθητή, και υποστηρικτή, ποιας άλλης, πάρα της αυτοκράτειρας Μέρκελ.
Οι πολιτικές μεταμορφώσεις του Αλέξη Τσίπρα, δεν είναι απλές κωλοτουμπες πρωταθλητικού επιπέδου, είναι ιστορικές επιδείξεις θαυμαστής μακιαβελικής μαεστρίας, που παρόμοιες δύσκολα μπορεί κανείς να εντοπίσει στο διεθνές πολιτικό σκηνικό.
Η αντιπολίτευση κατηγορεί τον Τσίπρα συνεχώς και ανηλεώς, και κατά την γνώμη του γράφοντος, εσφαλμένα, για μια τετραετή αλλοπροσαλλη, καταστροφική κυβερνητική διαχείριση της μνημονιακής Ελλάδας. Τίποτα το αλλοπρόσαλλο δεν υπάρχει στην πρωθυπουργική του διαχείριση. Οσον αφορά την κατηγορία της καταστροφικής οικονομικής πολιτικής, αυτό θα αποδειχθεί εις το μέλλον. Η οικονομική πολιτική του Τσίπρα ήταν και είναι απόλυτα συμβατή με την ιδεολογική του τοποθέτηση. Υπηρέτησε απόλυτα τον σατραπεία της γερμανοκρατούμενης όσο και εκμεταλλευτικής μνημονιακής πολιτικής, την ίδια στιγμή, που επέλεξε να αφαιρέσει λεφτά από την αστική τάξη και να ελαφρύνει, όσο μπορούσε, την εργατική και την φτωχή τάξη.
Ο Τσίπρας δεν επέλεξε να ρίξει απόλυτο βάρος στην αναπτυξιακή πολιτική. Το πρόβλημα, σύμφωνα ίσως με τον Τσίπρα και την αριστερή ιδεολογία, με την τελευταία επιλογή είναι ότι για τα πρώτα αρκετά χρόνια, και έως ότου η οικονομική ανάπτυξη να μπορέσει να προσφέρει σοβαρά θετικά αποτελέσματα, η πιο αδύνατη οικονομική τάξη υποφέρει τα πάνδεινα. Αυτή η επιλογή αντικρούεται από την δεξιά ιδεολογία σαν απολύτως λανθασμένη, η οποία πιστεύει ότι μόνο με βαθειά και σημαντική χρηματοδότηση της οικονομικής ανάπτυξης μπορεί μια οικονομία να προκόψει προς όφελος όλων των πολιτών. Ένα προβληματικό παράδειγμα ίσως είναι η Ισπανία, όπου η ανάπτυξη είναι αριθμητικά ραγδαία, αλλά η ποιότητα των θέσεων εργασίας έχει καταποντιστεί σε επίπεδο επιμέρους, και μη σταθερής εργασίας, και η ανεργία έχει μεν μειωθεί, αλλά παραμένει σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Η Ελλάδα και η οικονομία της δεν πάνε καλά, αλλά σε αυτό φταίει ο Τσίπρας μόνον κατά ένα (σημαντικό) μέρος. Η ελληνική οικονομία δεν πάει καλά, και δεν μπορεί να πάει καλά, όποιος και να είναι στην πρωθυπουργία, γιατί η Ελλάδα έχει μετατραπεί, υπό τις διαταγές της γερμανοκρατούμενης Ευρωζώνης, σε μια μακροχρόνια χρηματοπιστωτική δουλοπαροικία. Αυτή είναι η αλήθεια, αλλά όλοι συνεχώς το ξεχνάνε και αρνούνται να παραδεχθούν την πραγματικότητα, όταν το ίδιο το ΔΝΤ, το κατεξοχήν ειδικό όργανο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής οικονομίας, ορύεται από το 2010 και έως σήμερα, ότι το χρέος που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα δεν είναι βιώσιμο.
Αυτή και μόνο η γνωμάτευση του ΔΝΤ αποτελεί και τον βασικό ορισμό μιας εθνικής οικονομίας υπό καθεστώς δουλοπαροικίας. Μη βιώσιμο δημόσιο χρέος, σημαίνει ότι η οικονομία της εν λόγω χώρας δεν δύναται να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να αποπληρώσει το χρέος, άρα παραμένει εσαεί δουλοπάροικος των δανειστών, στην προκειμένη περίπτωση, τα κράτη της Ευρωζώνης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ακόμα και προχθές, έλεγε σε συνέντευξη σε κανάλι της τηλεόρασης, ότι μετά από ένα χρόνο στην διακυβέρνηση της χώρας, θα μπορέσει να πείσει την Γερμανία να κατεβάσει τα αναγκαστικά πλεονάσματα της Ελλάδας, στο 1,5% από 3,5%. Δυστυχώς, στην περίπτωση του κ. Μητσοτάκη, δεν μπορεί εύκολα κανείς να υποθέσει ότι ψεύδεται προς τον ελληνικό λαό, όπως, ίσως, θα μπορούσε να πει κανείς το ίδιο για τον Μακιαβελικό Τσίπρα. Αλλά είναι δύσκολο για τον γράφοντα να ακούει την συγκεκριμένη πρόθεση του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας και να μην θυμάται τις αλαζονικές υποσχέσεις του Τσίπρα πριν έρθει στην εξουσία.
Ένα παραμένει το σημαντικό γεγονός. Η Ελλάδα έχει μια κάποια ολίγη τύχη, μέσα σε αυτήν την χρηματοπιστωτική καταδίκη που έχει εγκλωβιστεί, να υπάρχειι ένας ασυναγώνιστος μακιαβελικός πολιτικός, με την πλήρη θετική όσο και αρνητική έννοια του όρου, στο σκηνικό της χώρας. Ο κ. Τσίπρας. Εάν κάποιος μπορεί να βγάλει λαγούς από κάποιο καπέλο, στην παρούσα απίστευτα δύσκολη και αρνητική οικονομική κατάσταση, αυτός ο κάποιος είναι ο Τσίπρας.
Και ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να καταλάβει ότι παίζοντας σχεδόν αποκλειστικά τον αντί-Τσίπρα, δεν κερδίζονται εκλογές…
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr