Είναι γεγονός ότι μία κοινωνία κινδυνεύει να μετατραπεί σε αγέλη χωρίς την βοήθεια και την προστασία ενός Συντάγματος. Αλλά είναι επίσης αυτονόητο, ότι ένα σύνταγμα δεν έχει καμία υπαρξιακή υπόσταση και κανένα διανοητικό νόημα χωρίς μια κοινωνία στην οποία να αναφέρεται, την οποία να διοργανώνει, και πιο σημαντικά, η οποία κοινωνία να αναγνωρίζει το εν λόγω κείμενο σαν σύνταγμα της.
Θα έλεγε λοιπόν κανείς, ότι όταν μια κοινωνία, η έστω και ένα μέρος της, βρεθεί σε αντιπαράθεση με το σύνταγμα με το οποίο είναι συνδεδεμένη, ότι ανάμεσα στις δύο συγκρουόμενες ενέργειες, την θεσμική ενέργεια του Συντάγματος και την ανθρώπινη, ζωντανή ενέργεια μιας ανθρώπινης κοινωνίας, ότι η ζωντανή, η έμψυχη ενέργεια της κοινωνίας θα έπρεπε να υπερέχει σε δύναμη, σε σημασία και σε κύρος. Το ελληνικό σύνταγμα, παραδείγματος χάριν, αναγνωρίζει αυτήν την ασυμμετρία ανάμεσα στο Σύνταγμα και στον Λαό στον οποίο απευθύνεται και στον οποίον ανήκει, νομοθετώντας ότι η υπεράσπιση του εν λόγω Συντάγματος επαφίεται στον ελληνικό λαό. Το αμερικανικό σύνταγμα επίσης είναι νομοθετημένο από τον λαό και για τον λαό!
Ένα αποτέλεσμα της παραπάνω αυτονόητης αντιπαράθεσης είναι το γεγονός, ότι μία κοινωνία αλλάζει συχνά πυκνά το σύνταγμα της, ανάλογα με τις εξελισσόμενες ανάγκες της κοινωνίας. Ακόμα και στην Αμερική, όπου η ιερότητα του Συντάγματος αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του πολιτικού της συστήματος, η πάλη μετατρέπεται όχι τόσο σε μια προσπάθεια ονομαστικής αλλαγής των διαφόρων παραγράφων του Συντάγματος, όσο σε μια διαιωνιζόμενη αντιπαράθεση για την “σωστή ερμηνεία” διαφόρων παραγράφων του συντάγματος. Δηλαδή στην Αμερική, η εξέλιξη του Συντάγματος συνιστάται διαχρονικά στην εξέλιξη της ερμηνείας που αποδίδουν διάφορες γενεές στο κείμενο του, και όχι στην αλλαγή του ιστορικού κειμένου.
Η περίπτωση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Καταλονία και στην Ισπανία, μας φανερώνει, με κάποια έκπληξη, πως το σύνταγμα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί να χρησιμεύσει και να χρησιμοποιηθεί και σαν εργαλείο καταπίεσης. Αυτό θα μπορούσε να πει κανείς ότι συμβαίνει στην προσπάθεια της κεντρικής κυβέρνησης της Ισπανίας, να καταπνίξει μια εξελισσόμενη, όσο και σοβαρή, και για πολλούς λόγους κατανοητή ανάγκη της Καταλονίας, μια μειονότητας στο ισπανικό κράτος, να ανταποκριθεί σε μια ιστορική εξέλιξη της ταυτότητας και των αναγκών του πληθυσμού της με μια δημοκρατική διαδικασία που να ανταποκρίνεται στην ιστορική στιγμή.
Πώς όμως είναι δυνατόν να προωθηθεί αυτή η διαδικασία και αυτό το αίτημα των Καταλάνων, μέσα σε ένα θεσμικό πλαίσιο που αμετάκλειτα απαγορεύει οιαδήποτε προσπάθεια σε αυτόν τον τομέα, και με μία κεντρική κυβέρνηση που είναι διατεθειμένη να εμποδίσει, ίσως με κάθε τρόπο, την προκειμένη προσπάθεια;
Οι άνθρωποι που σχεδιάζουν ένα σύνταγμα δεν είναι αναλάθητοι, ούτε και τα συντάγματα που θεσμοθετούν. Πέραν τούτου και οι κοινωνίες αλλάζουν. Το κάθε σύνταγμα εμπεριέχει κανόνες πώς, πότε και από ποιούς το συγκεκριμένο κείμενο μπορεί να υποστεί αλλαγές. Αλλά αυτοί οι κανόνες πρέπει να εμπεριέχουν ορισμένη ευελιξία ως προς την μελλοντική πιθανότητα ότι μελλοντικές ανάγκες της κοινωνίας πιθανόν να απαιτούν διαμορφώσεις και αλλαγές στο Σύνταγμα για να καταστήσουν δυνατές ή και να διευκολύνουν κάποιες αλλαγές στην εξελισσόμενη ανθρώπινη κοινωνία όπως και στο αναγκαία εξελισσόμενο Σύνταγμα.
Καμιά φορά, μία εσκεμμένη παράβλεψη της διαφοράς που υπάρχει ανάμεσα στους κανόνες ενός Συντάγματος και στην πραγματικότητα της κοινωνίας που εξυπηρετεί, είναι αναγκαία για να μην υπάρξει μια σύγκρουση ανάμεσα στο Σύνταγμα και στην κοινωνία. Παραδείγματος χάριν, το γεγονός ότι το Αμερικανικό Σύνταγμα διαλαλούσε την ισότητα όλων των ανθρώπων την ίδια στιγμή που η Αμερική είχε μαύρους δούλους, των οποίων θεσμικά οι ψήφοι μετρούσαν μόνο ένα κλάσμα της ψήφου ενός λευκού ελευθερου αμερικανού, ήταν μια αντιπαράθεση που βγάζει μάτι την παρούσα ιστορική στιγμή. Και όμως το αμερικανικό πολιτικό σύστημα και ο αμερικανικός λαός ανεχόταν αυτό το κατακλυσμιαίο χάσμα ανάμεσα στο Σύνταγμα τους και την υπάρχουσα νομοθεσία για πολύ καιρό, ώσπου η επερχόμενη εξέλιξη της κοινωνίας και των βασικών αρχών της προώθησε την λύση μέσω του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου. Και φυσικά, αργότερα, όχι συνταγματικοί, παρά πολιτειακοί νόμοι, προσπαθούσαν επί γενεές να διαφυλάξουν αυτήν την ρατσιστικά διαφοροποιημένη διαχείριση και μεταχείριση των Αμερικανών πολιτών.
Έχοντας λοιπόν αυτό το ιστορικό παράδειγμα, μπορεί κανείς να δει πιο ξεκάθαρα, ότι στην αντιπαράθεση δύο διαφορετικών λαών, σε γλώσσα, κουλτούρα και ιστορία, σαν την Ισπανία και την Καταλονία, μιας ιστορίας μάλιστα που είναι γεμάτη από πόλεμο και στρατιωτική καταπίεση της Καταλονίας από την Ισπανία, το πρόβλημα εναπόκειται όχι τόσο πολύ στην αμετανόητη και αμετάκλητη ανάγκη των Καταλάνων για ανεξαρτησία, όσο στην αυταρχική , σχεδόν απολυταρχική, συμπεριφορά της λαϊκής κυβέρνησης Ραχόη, να καταπνίξει, με το έτσι θέλω, και με το Σύνταγμα σαν βοηθό, μια πραγματική και ουσιαστική εξέλιξη και μεταλλαγή στην ιστορία της Ηβηρικής ηπείρου.
Μόνο μια διαφοροποιημένη και αμφίλογη χρησιμοποίηση του ισπανικού Συντάγματος από την ισπανική κυβέρνηση που να επιτρέπει συντονισμένες και νόμιμες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις Ισπανίας και Καταλονίας, μπορεί να προωθήσει και να διευκολύνει μια ήρεμη και ειρηνική λύση της παρουσας εθνικής αντιπαράθεσης και να αποτρέψει και την θεσμική καταπίεση που λαμβάνει χώρα εναντίον της Καταλονίας έως τώρα, και να αποτρέψει μελλοντικά μια τυχόν τραγική αιματοχυσία.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr