Παρεπιπτόντως, αυτοί οι δύο υποψήφιοι δεν είναι «ευρωσκεπτικιστές» όπως συνηθίζουν να τους ονομάζουν τα εμπεδωμενα ΜΜΕ. Δεν αμφιβάλλουν περί της Ευρώπης. Απλούστατα δεν θέλουν να συνεχίσουν την υποταγή της χώρας στους στο υπάρχον γερμανοκρατούμενο καθεστώς της γηραιάς ηπείρου.
Οι δύο κεντρώοι υποψήφιοι, ο κεντροδεξιός Φιγιόν κα ο κεντροαριστερός σοσιαλιστής, του οποίου το όνομα ούτε καν το θυμάμαι, αποτελούν τους ιδεολογικούς ουραγούς της ιστορικής για την μοντέρνα εποχή της Γαλλίας, εκλογικής προεδρικής αναμέτρησης. Και μένει φυσικά ο υποτιθέμενος πιθανός θριαμβευτής και ο αγαπημένος, καθότι γέννημα και θρέμμα, του τραπεζιτικού συστήματος, από τη κοιλιά της χρηματοπιστωτικής αυτοκρατορίας των Ρότσιλντ, ο φωτογεννέστατος Μακρόν, παρόλο που «εμπλούτισε» την άκρως αποτυχημένη πολιτική του Ολαντρέου, για τρία από τα πέντε χρόνια της θητείας του τελευταίου, σαν υπουργός οικονομικών.
Είναι αξιοσημείωτο, και τραγική πραγματικότητα στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, ότι ο Μακρόν, με απόλυτη έλλειψη ουδεμίας ουσιαστικής θετικής ή επιτυχημένης εμπειρίας στην πολιτική ζωή της Γαλλίας, πόσο μάλλον στο χώρο της οικονομικής τελμάτωσής της κυβέρνησης του Ολάντ, στην οποία κατείχε το πιο νευραλγικό πόστο, κατάφερε να ανακηρυχθεί η καλύτερη ελπίδα της τελματωμένης γαλλικής οικονομίας και της βαθιά απογοητευμένης γαλλικής κοινωνίας, με μόνο ένα Χολλυγουντιανό πρόσωπο στην διάθεσή του, αλλά αμερικανική προεδρική εκστρατεία, και άπλετη προώθηση από τα γαλλικά και ευρωπαϊκά ΜΜΕ. Αλλά είπαμε, δεν βγήκαν όλοι οι πολιτικοί από την μήτρα του τραπεζιτικού συστήματος.
Το ίδιο τραπεζιτικό σύστημα, παρεμπιπτόντως, που σύσσωμο μποϊκοτάρει την Μαρίν Λε Πεν, αρνούμενο να της χορηγήσει ένα δάνειο για την προεκλογική της εκστρατεία, και αναγκάζοντάς την να καταφύγει σε τράπεζα της Ρωσίας, την στιγμή κατά την οποία σύμφωνα με τους γαλλικούς νόμους χορήγησης χρηματικών επιδοτήσεων από το κράτος σε προεκλογικούς υποψηφίους, η Λε Πεν και το κόμμα της είναι από τους πιο ασφαλείς πιθανούς δανειολήπτες για προεκλογικά δάνεια σε σχέση με τους υπόλοιπους υποψηφίους.
Το τελευταίο περιστατικό, δηλαδή το απόλυτο μποϊκοτάζ των ευρωπαϊκών τραπεζών εναντίον της Λε Πεν, αναδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας την ουσιαστική πατρότητα του γερμανοκρατούμενου καθεστώτος της Ευρώπης, δηλαδή της τραπεζικής και τραπεζιτικής πατρότητας αυτού του καθεστώτος, μία πραγματικότητα που έμαθε, αφού έπαθε, και η Ελλάδα στην συνεχιζόμενη τραγική της καταστροφή.
Ο κεντροδεξιός Φιγιόν και ο πώς τον λένε κεντροαριστερός σοσιαλιστής από το κόμμα του Ολάντ, έχουν φυσικά χάσει την μάχη της Ευρώπης, εδώ και πολλά χρόνια μαζί με τα υπόλοιπα κεντρώα κόμματα των άλλων χωρών. Τα ακροδεξιά και τα ακροαριστερά κόμματα έχουν πάρει τις θέσεις τους στις επάλξεις εναντίον του γερμανοκρατούμενου χρηματοπιστωτικού καθεστώτος της Ευρώπης, με αμφιλεγόμενη επιτυχία, βλέπε την περίπτωση Τσίπρα, αλλά το κύμα, ο αέρας εξακολουθεί να πνέει ούριος για της ακραίες πολιτικές ιδεολογίες, διότι οι κεντρώες τοιαύτες έχουν πολιτικά ισοπεδωθεί και εκλογικά αποδυναμωθεί κάτω από το πολυετές βάρος, δηλαδή τον οδοστρωτήρα, της ευρωπαϊκής πολιτικής του Μεγάλου Βεζύρη Σόιμπλε.
Η ακροδεξιά Λε Πεν και ο ακροαριστερός Μελανσόν διαφέρουν βασικά σε ένα και μόνο σημαντικό σημείο στα προεκλογικα τους προγράμματα για το πώς θέλουν να αλλάξουν την Γαλλία και την σχέση της χώρας τους με την γερμανοκρατούμενη Ευρώπη. Αυτό το κρίσιμο σημείο διαφοράς είναι η σχέση της Γαλλίας και της Γαλλικής ταυτότητας, προς τους άλλους, τους ξένους, τους μετανάστες, τους πρόσφυγες.
Αυτή η διαφορά δεσπόζει επιβλητική και απειλητική και για τα δύο κόμματα. Αυτή η φαινομενικά τεράστια διαφορά δεν είναι τεράστια, απλούστατα και τραγικά είναι μία διάφορα διαστρεβλωμένη από τη ηλεκτρισμένη και δηλητηριασμένη παγκοσμιοποίηση του θέματος, και ειδικά λόγω της μακρόχρονης και εκτεταμένης στρατιωτικής εκστρατείας της Αμερικής εναντίον των μουσουλμανικών κρατών της Μέσης Ανατολής, και φυσικά λόγω της αιματηρής αποικιοκρατικής ιστορίας της Γαλλίας της ίδιας.
Αυτός ο διάχυτος όσο και ακράτητος ερεθισμός στην κοινωνία της Γαλλίας και όχι μόνο, σκεπάζει και κρύβει την πιθανή μέση λύση στο βασικό θέμα. Την ανάγκη σε κάθε δημοκρατικό κράτος, να αποφασίζει ο λαός, κατόπιν περιστατομένης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής συζήτησης, διά δημοψηφίσματος, κατά το πρόσφατο βρετανικό παράδειγμα.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr