Μία λιγότερο ηχηρή, αλλά μακροπρόθεσμα ίσως εξίσου σημαντική, αλλαγή, που σοβαρά ανησυχεί την μερκελική ηγεσία, ήταν τα εγκαίνια μίας περισσότερο δημοκρατικής διαδικασίας για την εκλογή του υψηλότερου θεσμικού ρόλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, του προέδρου του ευρωπαϊκού συμβουλίου των αρχηγών κρατών.
Έως τώρα, το συμβούλιο των αρχηγών κρατών αποφάσιζε κεκλεισμένων των θυρών ποιος θα είναι αυτός ο αρχηγός. Το αποτέλεσμα ήταν ότι την τελευταία δεκαετία το αξίωμα αυτό το κατείχε ο Manuel Barroso για δύο συνεχόμενες πενταετίες, του οποίου το τεράστιο πλεονέκτημα για τους αρχηγούς των κρατών, και για το οποίο και προτιμήθηκε, ήταν ότι δέχθηκε να παίξει βασικά τον ρόλο υπηρεσιακού υπουργού στην Μέρκελ, βοηθώντας σημαντικά όλα αυτά τα χρόνια στο να εδραιωθεί στη πράξη, η ηγεμονία της γερμανίδας ηγέτιδας, επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και κυρίως επί της Ευρωζώνης, αλλοιώνοντας καθοδόν, το πνεύμα, εάν όχι και το γράμμα των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Αλλά για πρώτη φορά στις φετινές ευρωεκλογές, η ισχύουσα ευρωπαϊκή συνθήκη διευκρίνιζε ότι το συμβούλιο των αρχηγών κρατών όφειλε να λάβει υπόψη του τα κομματικά αποτελέσματα των ευρωεκλογών στην επιλογή τους για τον επόμενο αρχηγό του Συμβουλίου. Έτσι, στην προετοιμασία τους για τις ευρωεκλογές, κάθε κόμμα επέλεξε τον υποψήφιο του, ο οποίος θα προτεινόταν στο συμβούλιο αρχηγών κρατών για την επιλογή στο αξίωμα, εάν και όταν το συγκεκριμένο κόμμα θα πλειοψηφούσε στις ευρωεκλογές. Έτσι, η κεντροδεξιά λαϊκή παράταξη, στην οποίαν και ανήκει το κόμμα της Μέρκελ, επέλεξε τον πολύ γνωστό μας και μη εξαιρετέο, κ. Γούνκερ, η σοσιαλδημοκρατική παράταξη επέλεξε τον κ. Σουλτς, και όπως εμείς εδώ στην Ελλάδα γνωρίζουμε, η αριστερή παράταξη επέλεξε τον κ. Τσίπρα.
Στις ευρωεκλογές, όπως όλοι ξέρουμε, η λαϊκή, κεντροδεξιά παράταξη κέρδισε το μεγαλύτερο αριθμό ευρωβουλευτών, και πρότεινε τον υποψήφιο της, τον Γιούνκερ, με την άμεση υποστήριξη της δεύτερης μεγαλύτερης παράταξης, των σοσιαλδημοκρατών, της οποίας ο υποψήφιος, ο Σουλτς, επίσης υποστήριξε τον Γιούνκερ. Οι δύο μεγαλύτερες παρατάξεις του νέου Ευρωκοινοβουλίου, πρότειναν λοιπόν, δρώντας αστραπιαία, τον Γιούνκερ για το αξίωμα με μία προεξοφλημένη πλειοψηφία στο Ευρωκοινοβούλιο για την επικύρωση του εάν και όταν το συμβούλιο των αρχηγών κρατών, θα ενέκρινε την επιλογή.
Αλλά πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Μόλις το Ευρωκοινοβούλιο έστειλε την υποψηφιότητα του Γιούνκερ στους αρχηγούς κρατών, η Μέρκελ έσπευσε να υποβαθμίσει ριζικά την υποψηφιότητα λέγοντας ότι για το συγκεκριμένο αξίωμα «ο κ. Γιούνκερ ήταν πράγματι κατάλληλος, αλλά υπάρχουν και πολλοί άλλοι που είναι εξίσου κατάλληλοι». (!) Και υποστηρίζοντας ότι το συμβούλιο αρχηγών κρατών διατηρούσε το θεσμικό προνόμιο να αποφασίσει ποιον να διαλέξει για το αξίωμα και να στείλουν την δικιά τους επιλογή, διάφορη από τον Γιούνκερ, αν χρειαζόταν, για επικύρωση στο Ευρωκοινοβούλιο.
Η Μέρκελ έχει κάθε προσωπικό ενδιαφέρον να συντηρήσει τον ηγεμονικό της ρόλο, και να αποδυναμώσει κάθε ενίσχυση της δημοκρατικής διαδικασίας, για να κρατήσει το προνόμιο της επιλογής του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, μέσα στις, κλεισμένων των θυρών, διαβουλεύσεις ανάμεσα στους αρχηγούς κρατών. Σε αυτή την ομάδα των περίπου τριάντα αρχηγών, η Μέρκελ έχει αναδειχθεί απόλυτη κυρίαρχος, και επειδή ηγείται του πολυπληθέστερου, πλουσιότερου και πιο επιτυχημένου κράτους της Ευρώπης, και διότι η ίδια διαθέτει ανυπέρβλητα προτερήματα στην πολιτική διαπλοκή.
Αντιθέτως, εάν το Ευρωκοινοβούλιο πετύχαινε να προωθήσει την δικιά του, περισσότερο δημοκρατική διαδικασία, στην επιλογή και στη επικύρωση του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τότε η θεσμική θέση του Προέδρου θα ελάμβανε σημαντικά μεγαλύτερο κύρος, και θα σταματούσε με τον καιρό να περιορίζεται στο τωρινό υπηρεσιακό ρόλο στον οποίον η Μέρκελ έχει περιορίσει τον κ. Barroso.
Δύο από τις απόλυτα αποτελεσματικές στρατηγικές που η Μέρκελ συνηθίζει να χρησιμοποιεί στη άνοδο της στην παρούσα ηγεμονική θέση είναι αφενός να βρίσκει τους κατάλληλους πολιτικούς «ιχνηλάτες» να εισάγουν στον δημόσιο διάλογο, δύσκολες και αμφίσημες προτάσεις, που η ίδια θέλει να προωθήσει, και αφετέρου να συνδιαλέγεται και να συνάπτει προσωρινά χρήσιμες για την ίδια πολιτικές συμμαχίες με πολιτικούς με τους οποίους μπορεί και να μην συμμερίζεται βαθύτερες πολιτικές ιδεολογίες. Στην παρούσα περίπτωση, μπορούμε να παρατηρήσουμε αυτή την στρατηγική σε όλη της την δόξα.
Μέρες πριν τις εκλογές, και όταν ήταν βασικά βέβαιο ότι η λαϊκή παράταξη με υποψήφιο τον Γιούνκερ θα έβγαινε πρώτο κόμμα, ο βρετανός πρωθυπουργός, Κάμερον, διαλάλησε σε όλη την οικουμένη ότι θα έβαζε βέτο εναντίον της υποψηφίας του Γιούνκερ για το εν λόγω αξίωμα. Η προσωρινή συμμαχία Μέρκελ και Κάμερον εναντίον της υποψηφιότητας του Γιούνκερ είναι άκρως μακιαβελική, διότι οι δύο αυτοί αρχηγοί κρατών επιδιώκουν, υποτίθεται, διαμετρικά αντίθετες πολιτικές για την Ευρώπη. Ο μεν Κάμερον επιδιώκει να ελαφρύνει την χώρα του από όλες τις ευρωπαϊκές ευθύνες, κρατώντας όμως όλα τα τεράστια προνόμια της ελεύθερης εμπορικής ζώνης, ενώ από την άλλη μεριά η Μέρκελ επιδιώκει να συγκρατήσει και διαφυλάξει τις υπάρχουσες συνθήκες και να τις ενισχύσει. Γιατί αυτές οι φαινομενικά αντικρουόμενες πολιτικές και εθνικές επιδιώξεις συμφωνούν εναντίον του Γιούνκερ; Διότι ο Γιούνκερ υποστηρίζει μία ενισχυμένη ένωση της Ευρώπης, δηλαδή είναι εναντίον της εθνοκεντρικής θέσης του Κάμερον, και γιατί ο Γιούνκερ υποστηρίζει μία πιο δημοκρατική Ευρώπη, δηλαδή είναι αναφανδόν εναντίον της ηγεμονίας της Μέρκελ και της Γερμανίας.
Δεν μετρώ σε αυτό τον γεωπολιτικό χάρτη τις δύο τρεις άλλες πολύ μικρότερες χώρες, που μετά τις εκλογές μίλησαν εναντίον της υποψηφιότητας του Γιούνκερ, σαν την Σουηδία και την Ολλανδία, γιατί το ευρωπαϊκό παιχνίδι παίζεται βασικά ανάμεσα στις τρεις με πέντε μεγαλύτερες οικονομίες, με την Μέρκελ της Γερμανίας, να κερδίζει σχεδόν όλους τους γύρους εδώ και χρόνια.
Είναι όχι μόνο ενδεικτικό, αλλά, κατά την γνώμη μου αποδεικτικό, της (καταστροφικής) παντοδυναμίας της Γερμανίας μέσα στην Ευρώπη, ότι η Μέρκελ αναγκάστηκε να αλλάξει πορεία μέσα σε λίγες μέρες και να ανακοινώσει την βασική της αποδοχή και υποστήριξη της υποψηφιότητας του Γιούνκερ, μετά από άγρια και ανελέητη αντίσταση και κατακραυγή από τον ίδιο της τον κυβερνητικό συνασπισμό, και συγκεκριμένα από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα στο συνασπισμό της. Οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες, και μέσα στην γερμανική κυβέρνηση, αλλά και μέσα στο νεοεκλεγμένο Ευρωκοινοβούλιο μέσω της αρχηγίας του γερμανοσοσιαλδημοκράτη Σουλτς, ύψωσαν σθεναρότατη πολιτική φωνή υπέρ των ευρωπαϊκών δημοκρατικών διαδικασιών, δηλαδή των Ευρωεκλογών, επιμένοντας ότι οι ψήφοι των εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών, την περασμένη εβδομάδα, δεν μπορούν να αναιρεθούν από τριάντα αρχηγούς κρατών. (Πρέπει να παλέψει κανείς, μέσα στην μερκελική ηγεμονία, για να υποστηρίξει ότι είναι δημοκρατικά αυτονόητο…)
Είναι απίστευτο και δείγμα της κατάντιας, της διαστρέβλωσης και της σχεδόν εξαφάνισης των δημοκρατικών θεσμών, ηγετικών ρόλων και διαδικασιών στην πανευρωπαϊκή επικράτεια, το γεγονός ότι ο μόνος, ο μοναδικός αντίλογος στην πολιτική επιλογή της Μέρκελ στο συγκεκριμένο θέμα, υψώθηκαν από την ίδια της την εθνική κυβέρνηση, και ότι οι μόνες άλλες πολιτικές φωνές που τόλμησαν και που επετράπησαν να μιλήσουν δημόσια για την υποψηφιότητα Γιούνκερ ήταν οι φωνές που συμφωνούσαν και προωθούσαν τις επιλογές της ηγεμόνα. Αυτή είναι η κατάντια της πολιτικής δημοκρατίας στην Ευρώπη, και αυτή είναι η πηγή της Χρυσής Αυγής, την Γαλλίδας Λε Πεν (η Παναγιά να της δίνει χρόνια…), και των βρετανών ακροδεξιών.
Έπεται η συνέχεια σε αυτήν την πάλη, γιατί ο Γιούνκερ δεν έχει ακόμη επικυρωθεί στο αξίωμα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και περιμένω πώς και πώς, να δω τι άλλο θα μπορέσει να μαγειρέψει η Μέρκελ για να αποφύγει την εκλογή του. Υπενθυμίζω, ότι παρόλο που ο Γιούνκερ πρωτοστάτησε στην αρχηγεία της Ευρωζώνης, τα πρώτα τρία χρόνια της κρίσης, τελικά, παραιτήθηκε και έφυγε (δημόσια) αηδιασμένος με την πολιτική διάσωσης που η Μέρκελ και η Γερμανία, επέμεναν να επιβάλλουν στην περιφέρεια και την λοιπή Ευρώπη. Και είναι η ελπιδοφόρα, και ελπίζω μη αφελής υποψία μου, ότι οι Σοσιαλδημοκράτες του γερμανικού συνασπισμού, θέλουν ή τον Γιούνκερ ή τον Σούλτς στον ρόλο του Προέδρου, για να προωθήσουν πιο αποτελεσματικά μία αλλαγή στην μερκελική πολιτική, που να βοηθούσε και την Ευρώπη, αλλά και τους Γερμανούς πολίτες.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr