Η διαφορά μεταξύ ανάγκης και απαίτησης, είναι, κατά την γνώμη μου, ουσιαστική. Η ανάγκη υποδηλώνει μία κατάσταση που έχει περάσει στο απροχώρητο. Μία κατάσταση που πρέπει άμεσα να διορθωθεί, διότι ανθρώπινες ζωές τίθενται σε ρίσκο, ή βασικοί θεσμοί της κοινωνίας κινδυνεύουν να διαλυθούν. Αντιθέτως, η απαίτηση, υποδηλώνει, ίσως μία δίκαια παράθεση ενός στρώματος του ελληνικού λαού, αλλά δεν αποτελεί μία κατάσταση απειλούμενης καταστροφής, είτε ζωής, είτε κοινωνικής συνοχής.
Η τωρινή αντιπαράθεση των εκπαιδευτικών μέσης εκπαίδευσης με την κυβέρνηση Σαμαρά, ζωγραφίζει αυτήν την σύγχυση, κυρίως στην στάση των εκπαιδευτικών, αλλά και η στάση της κυβέρνησης δεν πάει και πολύ πίσω. Το εάν οι εκπαιδευτικοί υποχρεωθούν να δουλέψουν δύο ώρες την εβδομάδα παραπάνω, στις είκοσι τόσες άλλες ώρες διδασκαλίας του εβδομαδιαίου ωραρίου τους, (πως γίνεται να δουλεύουν τόσο λίγο;;;), δεν αποτελεί για τους καθηγητές μία ανάγκη, παρά μία απλή, και αρκετά αμφισβητήσιμη, απαίτηση. Ανάγκη, παραδείγματος χάριν, υπάρχει στο ενάμιση εκατομμύριο ανέργους στην χώρα, να βρουν μία δουλειά. Παρομοίως, η άρνηση του εκπαιδευτικού σώματος να μετατεθεί σε σχολεία όπου δεν υπάρχει εκπαιδευτικό προσωπικό, είναι μία απαίτηση, αλλά δεν είναι μία ανάγκη. Όταν αποφασίζει κανείς να αναζητήσει μία δημόσια θέση εργασίας, με την συνδεδεμένη συνταγματική μονιμότητα, πρέπει κανείς να έχει καταλάβει και να έχει παραδεχθεί ότι η δημόσια αυτή θέση θα πρέπει να υπάρξει εκεί που είναι η ανάγκη των μαθητών, και όχι εκεί που είναι η απαίτηση του εκάστοτε εκπαιδευτικού.
Αυτή η σύγχυση μεταξύ διαφόρων απαιτήσεων και διαφόρων αναγκών του ελληνικού λαού αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κρίσης και ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για μία σωστή και αποτελεσματική αντιμετώπιση της καταστροφικής Τροϊκανής πολιτικής. Η οιαδήποτε απαίτηση ενός ανθρώπου, ή ενός μέρους του ελληνικού λαού, μπορεί να είναι δίκαια η να είναι άδική, αλλά δεν αποτελεί θέμα ζωής ή θανάτου, όπως αποτελεί η ανάγκη, είτε σε επίπεδο ατομικό, ή σε κοινωνικό.
Στην κατάσταση που βρίσκεται η ελληνική κοινωνία, μετά από τρία χρόνια εγκληματικής οικονομικής λεηλασίας από την γερμανοκρατούμενη πολιτική διάσωσης της κεφαλαιαγοράς, (και όχι της χώρας), οι απαιτήσεις δεν έχουν καμία πέραση, καμία αξία, όσο και δίκαιες και εάν είναι στην πραγματικότητα, όταν αντιπαραθέτονται, εκ των πραγμάτων και υποχρεωτικά, με τις τεράστιες υπαρξιακές ανάγκες που έχουν πλημμυρίσει το έθνος.
Το ενάμιση εκατομμύριο άνεργοι αποτελεί εθνική ανάγκη. 63% ανεργία στην νέα γενιά αποτελεί εθνική ανάγκη. Οι εκατοντάδες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες χωρίς κανένα εισόδημα αποτελούν τεράστια εθνική ανάγκη. Τα δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά χωρίς ηλεκτρικό ή θέρμανση αποτελούν εθνική ανάγκη. Η συνεχιζόμενη ανελέητη ύφεση και το επακόλουθο κλείσιμο χιλιάδων ακόμα επιχειρήσεων και χάσιμο θέσεων εργασίας αποτελεί εθνική ανάγκη. Το ανελέητο κούρεμα κατά 40% η 50% οριζοντίως, όλων των μισθών και των συντάξεων, σε τρία χρόνια, και άνευ μίας ίσης μείωσης του τιμαρίθμου, αποτελεί εθνική ανάγκη. Οι μισοί έλληνες που εργάζονται ανασφάλιστοι είναι εθνική ανάγκη.
Μέσα σε ένα τέτοιο, ιστορικό, ανεπανάληπτο, καταστροφικό κοινωνικό και οικονομικό καθεστώς, οι απαιτήσεις των καθηγητών δεν αποτελούν ανάγκες, οπωσδήποτε όχι εθνικής εμβέλειας, παρά αποτελούν απαιτήσεις, και για πολλούς, μάλιστα, αμφισβητήσιμης, υπόστασης.
Οι τωρινές απεργίες και διαδηλώσεις υπέρ των εκπαιδευτικών συντείνουν στην πλήρη εξίσωση δικαίων ή αδίκων οικονομικών και κοινωνικών απαιτήσεων διαφόρων στρωμάτων του λαού, με τις ιστορικές και τραγικές ανάγκες που έχουν σχεδόν διαλύσει τη ψυχή και την ελπίδα των ελλήνων. Αυτή η σύγχυση, η εξίσωση, απαιτήσεων με ανάγκες επιφέρει δύο τραγικά, αρνητικά αποτελέσματα.
Κατ αρχάς ισοπεδώνει τις αξίες του ελληνικού έθνους. Προσπαθώντας να παρουσιάσει ο έλληνας πολίτης, την δίκαια ή άδικη, απαίτηση του, σαν ανάγκη, κατορθώνει το αντίθετο. Αντί να ανυψώσει την ατομική ή συνδικαλιστική απαίτησή του στο ύψος εθνικής εμβέλειας που έχει μία εθνική ανάγκη, επιβάλλει, άθελά του, μία ισοπέδωση και μία κατάρρευση προς τα κάτω της αξίας και της σημασίας, και της δικιάς του απαίτησης, αλλά, τραγικά, και της ανάγκης των άλλων στρωμάτων του έθνους, ή και της δικιάς του, πραγματικής ανάγκης, σε άλλο τομέα της ζωής του.
Το άλλο αρνητικό αποτέλεσμα αυτής της εξίσωσης ατομικών και ομαδικών απαιτήσεων και αναγκών, και αυτής της ισοπέδωσης, και της κατάρρευσης, των αξιών του ελληνικού λαού, είναι ότι διαλύεται η θετική ενέργεια, το λαϊκό πάθος, για μία σωστή και αποτελεσματική αντίσταση στην εγκληματική πολιτική της Ευρωζώνης, που συνεχίζει να κατασπαράζει το έθνος. Όταν η διαδήλωση, και η συνδεδεμένη επιστράτευση των διαδηλωτών, γίνεται για, κατά την γνώμη μου, σχετικά ασήμαντες, εάν όχι άδικες, απαιτήσεις, τότε που να βρει κουράγιο και ενδιαφέρον ο έλληνας πολίτης να διαδηλώσει, να επαναστατήσει, πραγματικά και αποτελεσματικά, για τις ιστορικές, τις τραγικές ανάγκες του έθνους.
Οι διάφορες ομαδικές και συνδικαλιστικές απαιτήσεις διασπάνε τον ελληνικό λαό αντί να τον ενώνουν. Εάν οι διάφοροι και πάλαι ποτέ πανίσχυροι συνδικαλιστικοί οργανισμοί θέλουν πραγματικά να κερδίσουν τον αγώνα εναντίον της Τρόικας, και της Τρικομματικής κυβέρνησης που υπακούει τυφλά την ευρωζωνική πολιτική, πρέπει να διαδηλώσουν, όχι για τις απαιτήσεις των δικών τους συνδικαλιστικών ομάδων, παρά για τις εθνικές ανάγκες των ανέργων, των ανασφάλιστων, των απόρων, των αστέγων. Εάν ο κάθε συνδικαλιστής προσκαλέσει προσωπικά και κατεβάσει στο Σύνταγμα και στην Ομόνοια, πέντε πολίτες από αυτές τις ομάδες πραγματικής εθνικής ανάγκης, τους άνεργους, τους άπορους, τους ανασφάλιστους, να δεις πόσο γρήγορα μαζεύονται και ένα και δύο εκατομμύριο άνθρωποι στον Σύνταγμα, έξω από τη Βουλή. Αλλά το σύνθημα μίας τέτοιας διαδήλωσης πρέπει να είναι η τραγική ΑΝΕΧΕΙΑ του ελληνικού έθνους, και όχι τα εκάστοτε, δίκαια ή άδικα, συνδικαλιστικά προνόμια.
Με ακούς Αλέξη;;;;
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr