Αυτό το άλμα το έκανε, διότι σύμφωνα με την πολιτική του κρίση, (την οποίαν δεν συμμερίζεται ο γράφων), έκρινε, ή κατάλαβε, ότι βρισκόταν μπρος σε ένα ευρωπαϊκό πολιτικό αδιέξοδο, και ότι η μόνη επιλογή ήταν να υποκύψει πλήρως στις γερμανοευρωπαϊκές διαταγές, και να εφαρμόσει σχεδόν στο ακέραιο όλες τις επιλογές λιτότητας για να επανακτήσει την «αξιοπιστία» της χώρας, δηλαδή την καλή θέληση των Ευρωπαίων δανειστών. Αυτό το άλμα ήταν ριψοκίνδυνο διότι έθετε την σχέση της τρικομματικής κυβέρνησης του σε σοβαρή αντιπαράθεση και κρίση αξιοπιστίας με τον ελληνικό λαό, του οποίου η πίστη στο κόμμα του Σαμαρά αλλά και σε όλο το πολιτικό σύστημα ήταν ήδη ισχνότατη.
Το πολιτικό στοίχημα, προς το παρόν, δείχνει θετικά αποτελέσματα, τουλάχιστον όσον αφορά τις σχέσεις της κυβέρνησης με την Ευρώπη και τους δανειστές. Ο ελληνικός λαός, ο οποίος βρίσκεται μπρος στο χείλος ενός ακόμα δημοσιονομικού γκρεμού, αλλά Γκρέκα, δηλαδή, μία ακόμα, και όχι η τελευταία, μαζική πτώση του ολικού εισοδήματος του μέσου νοικοκυριού, φαίνεται να εξακολουθεί να αντέχει στην απίστευτη κακουχία της μνημονιακής πολιτικής. Από την άλλη μεριά, ισχνά αλλά ελπιδοφόρα δείγματα ανάκαμψης διαφημίζονται εδώ και εκεί, και έπεται να φανεί, εάν η υπόσχεση του Σαμαρά για ανάκαμψη και ανάπτυξη μέλει να καρποφορήσει πράγματι μέσα στο 2013.
Αλλά ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να θεωρείται σαν αυτονόητο αντικείμενο γενικότερης υπακοής. Πρόσφατα, και έγκυρες διεθνείς δημοσκοπήσεις, αλλά και εγχώριες δείχνουν τον Ελληνικό λαό να έχει χάσει πλήρως την πίστη του στο πολιτικό του σύστημα, με μονοψήφια ποσοστά ελλήνων να δείχνουν πίστη προς τους πολιτικούς τους, και ποσοστά στο ύψος των 90% να πιστεύουν ότι οι πολιτικοί τους είναι όλοι εγκληματίες. Αυτές οι δημοσκοπήσεις, τις οποίες κανείς δεν αμφισβητεί, και των οποίων τα αρνητικά αποτελέσματα αποτελούν πλέον το αυτονόητο συμπέρασμα σε οποιοδήποτε διάλογο ανάμεσα σε έλληνες πολίτες που δεν είναι πολιτικά βολεμένοι, είναι για την κυβέρνηση Σαμαρά και τρομερός κίνδυνος αλλά και μοναδική πολιτική και εθνική ευκαιρία. Η αναξιοπιστία που βαραίνει τη κυβέρνηση του, σαν μέλος του ευρύτερου πολιτικού συστήματος, αλλά και σαν ένα από τα κόμματα εξουσίας της Μεταπολιτευτικής πολιτικής, μπορεί να καλυτερεύσει πάραυτα και σημαντικά, εάν ο Σαμαράς τολμήσει να δώσει γράμμα και γραφή ότι πιστεύει στην τιμωρία των πολιτικών. Μία παρόμοια ενέργεια θα είναι ένα μεγάλο και ριψοκίνδυνο άλμα, σαν αυτό που έκανε για την Ευρώπη, αλλά αυτή την φορά το άλμα θα έχει σαν αντικειμενικό σκοπό να κερδίσει την πίστη του ελληνικού λαού, όπως κέρδισε την πίστη της Μέρκελ.
Αυτή η ευκαιρία του προσφέρεται από το εξόχως ριψοκίνδυνο αλλά και εξίσου εξόχως προσοδοφόρο πρόβλημα της πολιτικής εμπειρίας του Ε. Βενιζέλου με την λίστα Λαγκάρντ. Ο γράφων δεν είναι νομικός, αλλά δεν μπορεί να αντιληφθεί πως οι πολλαπλές ενέργειες και παραλήψεις του Ε. Βενιζέλου, όταν ήταν υπουργός Οικονομικών σε δύο κυβερνήσεις, αλλά και μετά, δεν αποτελούν παράβαση καθήκοντος δημοσίου λειτουργού, εάν όχι σε νομικό επίπεδο, τουλάχιστο στο ανθρώπινο, λογικό επίπεδο. Εάν οι ελληνικές κυβερνήσεις από το ξέσπασμα της κρίσης το 2009 έως τώρα είχαν ένα κύριο και μοναδικό, άμεσο, κατεπείγον, εθνικό καθήκον, αυτό ήταν η εύρεση και προσκόμιση δημοσίων εσόδων έτσι ώστε να αποφύγει η χώρα την άτακτη χρεωκοπία. Ο κεντρικός παράγων, κυβερνητικός πράκτορας, αντιπρόσωπος, και ευθυνόμενος κυβερνητικός υπάλληλος για τη εύρεση εσόδων και την αποφυγή της χρεωκοπίας, σε όλες τις κυβερνήσεις της κρίσης, ήταν και είναι ο υπουργός της εθνικής οικονομίας.
Ο Ε. Βενιζέλος είχε την τύχη να κατέχει αυτή την υπεύθυνη θέση σε δύο συνεχόμενες κυβερνήσεις. Έλαβε στην κατοχή του το στικάκι μνήμης με την λίστα Λαγκάρντ από τον κ. Διώτη, και το κράτησε για 14 μήνες, διάστημα κατά το οποίον διετέλεσε ΥΠΟΙΚ του Παπανδρέου, μετά του Παπαδήμου, και μετά θεώρησε πρέπον να πάρει την λίστα στο σπίτι του, και να μην την παραδώσει στον επόμενο ΥΠΟΙΚ, ούτε να του παρέχει οιαδήποτε αναφορά. Σαν υπουργός οικονομικών του Παπανδρέου φέρεται να συμφωνεί με την άποψη του κ. Διώτη ότι η λίστα δεν ήταν «συνταγματικά» χρησιμοποιήσιμη, όταν στην πραγματικότητα ήταν πλήρως χρησιμοποιήσιμη. Φέρεται από δηλώσεις του Διώτη ότι δεν ενδιαφέρθηκε ουδόλως για την λίστα ούτε ότι έδωσε ειδική πολιτική εντολή χρησιμοποίησης της, την στιγμή που είχε δώσει παρόμοιες εντολές, σύμφωνα με δηλώσεις πάντα του κ. Διώτη, για άλλα ονόματα που έχρηζαν ιδιαίτερης προσοχής από τις δυνάμεις του ΣΔΟΕ. Επίσης, σαν υπουργός οικονομικών του Παπαδήμου, απαξιώθηκε να αναφερθεί στη λίστα σε γραπτή ερώτηση κοινοβουλίου του Τσίπρα.
Οι δικαιολογίες του Ε. Βενιζέλου για την ισχνή έως ανύπαρκτη αξιοποίηση της λίστας είναι δύο, από τις δικές του δηλώσεις. Η πρώτη υποστηρίζει ότι η τυχόν αξιοποίηση της λίστας θα προκαλούσε προβλήματα με την διακρατική συνεργασία Ελλάδας Ελβετίας για την γενικότερη πάταξη φοροδιαφυγής σε όλους του έλληνες καταθέτες στις ελβετικές τράπεζες. Σημειωτέον είναι ότι το ομόλογο ελβετικό υπουργείο, πάνω από μία φορά, τα τελευταία χρόνια έχει δηλώσει επισήμως ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν ανταποκριθεί σε προσφορά της Ελβετίας για παρόμοια συνεργασία. Μετά από τρία χρόνια ελληνικής κρίσης ουδεμία πληροφορία ή αποτέλεσμα δεν υπάρχει από αυτή την συνεργασία «φάντασμα». Εάν το κόλλημα ήταν η Ελβετία, δεν ήταν το καθήκον του κ. Βενιζέλου να επισπεύσει αυτή την διακρατική συνεργασία, ή, ελλείψη ανταπόκρισης από την Ελβετία, να αξιοποιήσει την λίστα Λαγκάρντ;
Η δεύτερη δήλωση του Ε. Βενιζέλου, την οποία έχει επαναλάβει πολλάκις τελευταία, είναι ότι ο κ. Διώτης είχε καθήκον να χρησιμοποιήσει την λίστα από μόνος του, χωρίς υπουργική εντολή. Αλλά εάν ακόμα είχε δίκιο ο κ. Βενιζέλος σε αυτό το σημείο, δεν ήταν το καθήκον του υπουργού να πιέσει τον αρχηγό του ΣΔΟΕ να χρησιμοποιήσει την λίστα άμεσα, έτσι ώστε να μη χρειαστεί ο κ. Βενιζέλος, σαν υπουργός οικονομικών, να εξοντώσει τα έσοδα του ελληνικού νοικοκυριού με πρόσθετους φόρους και μειώσεις απολαβών; Να θυμηθούμε ότι επί υπουργίας του Ε. Βενιζέλου, και αφού είχε παραλάβει τη λίστα Λαγκάρντ από τον κ. Διώτη, ένας από τους φόρους ακινήτων προσκολλήθηκε για πρώτη φορά από τον κ. Βενιζέλο στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, για να συνθέσει η κυβέρνηση Παπανδρέου μία νέα μαύρη σελίδα στην ιστορία του πολιτικού συστήματος της χώρας. Δεν ήταν καθήκον του κ. Βενιζέλου να προστατεύσει χιλιάδες ελληνικά νοικοκυριά από την έλλειψη ηλεκτρικού ρεύματος, απαιτώντας από τον κ. Διώτη να δουλεύει αυτός και ολόκληρο το ΣΔΟΕ συνεχείς υπερωρίες για την αξιοποίηση της λίστας Λαγκάρντ;
Η τελευταία πράξη, η μάλλον η τελευταία παράλειψη του Ε. Βενιζέλου στην άσκηση των καθηκόντων του σαν απερχόμενος υπουργός οικονομικών της κυβέρνησης Παπαδήμου ήταν να μη δώσει ουδεμία αναφορά στον επόμενο υπουργό οικονομικών περί της λίστας, να μην του παραδώσει την λίστα που είχε υπό την κατοχή του, και αντί αυτού, να την πάρει στο σπίτι του, όπου και την κράτησε, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ δικαίως καταδικάζει, εν μέσω δύο εκλογικών περιόδων, δηλαδή στάση πολιτική λίαν αμφιλεγόμενη ενός υποτιθέμενου λίαν πεπειραμένου πολιτικού και αρχηγού του μεγαλύτερου κόμματος της Μεταπολίτευσης. Εάν δεν είναι αυτές οι παραλείψεις και οι ενέργειες παραβάσεις καθηκόντων, τότε τι είναι;
Το πρόβλημα Βενιζέλου γύρω από την λίστα Λαγκάρντ αποτελεί σοβαρό σκόπελο για την κυβέρνηση Σαμαρά. Αποτελεί σκόπελο και όχι ύφαλο διότι το πολιτικό, νομικό και ηθικό πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι προφανές. Εξίσου προφανές και κάτι που ξεκάθαρα φοβίζει τον Σαμαρά, και έως τώρα σκηνοθετεί τις πολιτικές του επιλογές γύρω από την λίστα, είναι η συνοχή της κυβέρνησης του. Το ρητό του Δημόκριτου, που αυτή η πολιτική ατσίδα, η Μέρκελ, χρησιμοποίησε στην πρωτοχρονιάτικη ανακοίνωση της, βγαίνει εδώ προφητικό και για τον Σαμαρά. «Κάθε πράξη ξεκινά με πολύ κουράγιο, και τελειώνει με καλή τύχη».
Ο Σαμαράς χρειάζεται πολύ κουράγιο να σταθεί εμπράκτως, και όχι μόνο λεκτικά, υπέρ της πάταξης της πολιτικής διαφθοράς, αφήνοντας τους βουλευτές της ΝΔ να ψηφίσουν κατά το δοκούν υπέρ η κατά προανακριτικής επιτροπής για τον Ε. Βενιζέλο. Αυτή η πράξη, εάν την επιτρέψει ο κ. Σαμαράς, με λίγη καλή τύχη, μπορεί να του κερδίσει την αρχικά, ίσως, διστακτική, εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, ότι πράγματι είναι και διατεθειμένος, αλλά και ικανός, να επιβάλει πολιτική δικαιοσύνη σε αυτό τον άμοιρο τόπο. Η ευκαιρία είναι μοναδική για τον Σαμαρά. Και είναι πολιτικός που έχει δείξει στο παρελθόν, ότι μπορεί και επιλέγει να σταθεί ενάντια στο ρεύμα, εάν το θέλει και το πιστεύει ο ίδιος.
Όπως ο Α. Σαμαράς έβαλε την πίστη του στην Ευρώπη, και ξεκίνησε μία πολιτική λιτότητας άκρως ριψοκίνδυνη για την κυβέρνηση του, η οποία όμως, καθ΄όλες τις ενδείξεις φαίνεται να πετυχαίνει, έτσι πρέπει τώρα να βάλει την πίστη του στον ελληνικό λαό, και να δώσει, πραγματικά, και όχι συκοφαντικά, αυτό που ο ελληνικός λαός ψοφάει να δει και να ζήσει. Πραγματική πολιτική δικαιοσύνη. Μία πραγματική πολιτική δικαιοσύνη, σε πράξεις και παραλήψεις των «μεγαλόσχημων», όπως ο ίδιος ο Σαμαράς «υποσχέθηκε» στο ίδιο του το πρωτοχρονιάτικο διάγγελμα είναι αυτό που ταιριάζει, κατά την γνώμη του γράφοντα, στην δράση και στην απραξία του Ε. Βενιζέλου γύρω από την λίστα Λαγκάρντ.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr