Αυτές οι δύο δυνάμεις, η Γαλλία του «σοσιαλιστή» Ολάντ, και η σοσιαλιστική παράταξη του γερμανικού κοινοβουλίου, με οποιονδήποτε αρχηγό και να έχει στην ηγεσία της, παίζουν, εδώ και καιρό, ένα λίαν υποκριτικό παιχνίδι. Κοκορεύονται δημοσίως ότι αντιτίθενται στην πολιτική της Μέρκελ, αλλά πάντα, μα πάντα, στην κάθε κρίσιμη στιγμή, η μεν Γαλλία αρνείται να αντισταθεί στην μερκελική βούληση, και υποχωρεί σε κάθε συνεδρίαση των ευρωζωνικών αξιωματούχων, η δε γερμανική σοσιαλιστική παράταξη, σε κάθε απόφαση που η Μέρκελ παρουσιάζει εξ ανάγκης στο γερμανικό κοινοβούλιο, για την τύχη της Ευρωζώνης, της παρέχει την υποστήριξή της.
Η πολιτική υποκρισία αυτών των δύο πολιτικών συστημάτων, είναι βαθειά και πλατειά, και έως τώρα λίαν αποτελεσματική στο να έχουν οι δύο αυτές παρατάξεις και τον σκύλο τους, υποτίθεται, χορτάτο, και την πίτα ολόκληρη. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτές οι δύο σοσιαλιστικές παρατάξεις, μπορεί μεσοπρόθεσμα να φαντάζουν σαν υποστηρικτές των κοινωνικών αξιών και ανθρώπινων ιδανικών του σοσιαλισμού, αλλά μακροπρόθεσμα δεν κάνουν τίποτα άλλο, παρά να καταστρέφουν τα λείψανα του μοντέρνου σοσιαλισμού, ενός πολιτικού κινήματος που κατάφερε να ανακηρύξει παμψηφεί, πριν μόλις λίγους μήνες, έναν ηγέτη του βάθους του Γιωργάκη Παπανδρέου στην ηγεσία της Διεθνούς Σοσιαλιστικής, (για δεύτερη φορά!).
Η συμβολή των δύο αυτών σοσιαλιστικών παρατάξεων, της γαλλικής και της γερμανικής, είναι παράλληλη και εξίσου σημαντική στην συντήρηση και διατήρηση της Μερκελικής πολιτικής, με την ηγεσία της ίδιας της αυτοκράτειρας Μέρκελ. Στην Γερμανία, παραδείγματος χάριν, εδώ και πάνω από ένα χρόνο, η Μέρκελ δεν έχει κατορθώσει να περάσει ούτε μία νομοθεσία σχετική με την Ευρωζώνη, η με την διάσωση της Ελλάδας, κερδίζοντας τη πλήρη υποστήριξη του κυβερνητικού της συνασπισμού, ο οποίος, υποτίθεται διαθέτει μία άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αντί αυτού, το κυβερνητικό της σχήμα δεν της έχει ουδεμία φορά παράσχει, από μόνο του, την υπερψήφιση των διαφόρων ευρωζωνικών της αποφάσεων. Αντιθέτως, η Μέρκελ κατάφερε να περάσει όλες της τις επιλογές με την πλήρη, η την μερική υποστήριξη των σοσιαλιστών.
Η γερμανική σοσιαλιστική παράταξη, η οποία, υποκριτικά, συνεχώς φωνασκεί και οδύρεται για την αντίθεσή της στην Μερκελική πολιτική, ξανά και ξανά, τον τελευταίο χρόνο τουλάχιστον, παρέχει στην μερκελική πολιτική την απαιτούμενη κοινοβουλευτική έγκριση, ενώ, εάν αποφάσιζε να καταψηφίσει οποιαδήποτε από αυτές τις ευρωζωνικές επιλογές της Μέρκελ, θα έριχνε τον κυβερνητικό συνασπισμό, και θα ανάγκαζε τον γερμανικό λαό να κάνει μια πιο επίκαιρη πολιτική εκλογή γύρω από την κρίση του ευρώ. Αντιθέτως, προσφέροντας στην Μέρκελ την κοινοβουλευτική υποστήριξη που έχει απόλυτα ανάγκη, την ίδια στιγμή που δεν συμφωνεί με την πολιτική που υπερψηφίζει, η γερμανική σοσιαλιστική παράταξη καταδικάζει ολόκληρη την Ευρωζώνη σε μία πολιτική με την οποία, υποτίθεται, δεν συμφωνεί!! Εάν δεν είναι αυτός ο βασικός ορισμός της έννοιας της πολιτικής υποκρισίας, και της έννοιας της πολιτικής χειραγωγίας των ψηφοφόρων, δεν ξέρω ποια είναι.
Από την άλλη μεριά, ο κύριος Ολάντ, και η σοσιαλιστική του παράταξη, μας έφαγαν τα αυτιά μας, με τις προεκλογικές υποσχέσεις για την βασική ανατροπή της μερκελικής πολιτικής για την Ευρωζώνη, και έως τώρα, τα μόνα δείγματα που έχουμε στο ενεργητικό μας, είναι τα θαυμάσια «σοσιαλιστικά» λόγια και οράματα. Σε κάθε κρίσιμη καμπή από τότε που εξελέγη πρόεδρος της Γαλλίας, ο Ολάντ «υπέκυψε» στην μερκελική ακαμψία, και προσέφερε στην Ευρωζώνη, ονειρώδη σχέδια χωρίς ουσία και χωρίς χρονοδιάγραμμα. Το έχω ξαναπεί από αυτή την στήλη, και πιστεύω ότι θα χρειαστεί να το ξαναπώ στο μέλλον, ότι ο Τσίπρας στάθηκε μάλλον προφητικός με τον Ολάντ, όταν το περιγέλασε σαν ένα ενδεχόμενο Ολαντρέου.
Γιατί κρατούν αυτές οι δύο «σοσιαλιστικές» παρατάξεις της Ευρωζώνης τόσο υποκριτικές θέσεις γύρω από την κρίση του Ευρώ; Οι αιτίες είναι δύο και κοινές και στις δύο παρατάξεις. Η μια αιτία είναι ότι οι έννοιες και τα ιδανικά του σοσιαλισμού έχουν τρομερά αποδυναμωθεί στην μοντέρνα παγκοσμιοποιημένη χρηματοπιστωτική οικονομία, και έχουν καταντήσει να υπάρχουν βασικά μόνο σαν άυλες ουσίες, σαν φαντάσματα, κάποιων αξιών, που κάποτε συνέπαιρναν τον κόσμο πολύ πιο δυναμικά και πολύ πιο αποτελεσματικά. Η δεύτερη αιτία που συνδέεται και απορρέει από την πρώτη, είναι ότι ο εθνικισμός, ο εθνικός εγωισμός, εξακολουθούν να είναι οι πρωτογενείς κινητήριες δυνάμεις των πολιτικών κομμάτων στην Ευρωζώνη, και στην Ευρώπη, γενικά.
Η Γαλλία, και του κεντροδεξιού Σαρκοζί και του κεντροαριστερού Ολάντ, υποστηρίζει την πολιτική που της παρέχει την «άτοκη» συντήρηση του τεράστιου δημοσίου χρέους της. Η δε γερμανική σοσιαλιστική παράταξη έχει σαν πρωταρχικό στόχο την οικονομική προστασία του γερμανικού λαού, παρόλο που η πολιτική που υποστηρίζει θα επιφέρει επί του μακρού, τα χειρότερα οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα στον γερμανικό λαό, που προσπαθούν να προστατεύσουν.
Αυτό το «άτοκο» καθεστώς της συντήρησης του τεράστιου γαλλικού, αλλά και του ακόμα πιο τεράστιου γερμανικού χρέους, οφείλεται εκατό τοις εκατό, στην κρίση του ευρώ, η οποία με την μορφή της τεράστιας τραμπάλας, έβγαλε τα κρατικά ομόλογα του κάθε κράτους της Ευρωζώνης, από την ισορροπία των επιτοκίων των 4% που ίσχυε για κάθε ένα από τα 17 κράτη έως το 2010, και έστειλε την τραμπάλα των επιτοκίων στα άκρα. Στο ένα άκρο είναι ο πυρήνας του Βορρά, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, όπου όλα αυτά τα κράτη, με καλύτερη την Γερμανία, συντηρούν τα δημόσια χρέη τους, είτε άτοκα, είτε με εμπορικό κέρδος, όπως η Γερμανία. Στο άλλο άκρο βρίσκονται τα κράτη της Περιφέρειας, των οποίων τα επιτόκια έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, και τα οποία επιτόκια έχουν καταντήσει την συντήρηση των δημοσίων χρεών των κρατών της περιφέρειας, μη βιώσιμη, και όχι μόνο στη Ελλάδα.
Αυτή η τρομακτική αλλαγή δεν είναι μία θεϊκή πράξη, (ενός προτεσταντικού Θεού που τιμωρεί τους «κηφήνες»), παρά ένα αποτέλεσμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κεφαλαιαγοράς, η οποία έχει μακρά ιστορία τρελλών διαδικασιών και αποτελεσμάτων, και της οποίας ο θεμέλιος λίθος και η βασική θεολογία συνίσταται στην αμείλικτη και ολοκληρωτική τιμωρία των κάθε «απιστίας» από μέρους χρεωστών, ενώ συστηματικά κουκουλώνει, παραβλέπει και πολλές φορές επιβραβεύει κάθε οικονομική η νομική «απιστία» από μέρους των πιστωτών.
Και το ερώτημα γεννιέται, γιατί να έχουν οποιονδήποτε ενδιαφέρον τα κράτη του ευρωζωνικού πυρήνα να διορθώσουν την ευρωζωνική κρίση στα γρήγορα, (μέσω ευρωομολόγων, νομισματική ελαστικότητας και ελεγχομένου πληθωρισμού), και να επιστρέψουν το ευρώ σε ομαλή πορεία, όταν όλα αυτά τα κράτη έχουν ένα τεράστιο άμεσο οικονομικό όφελος λόγω της κρίσης από τη φτηνότατη συντήρηση των δικών τους χρεών, ενώ, αντιθέτως, σαν μοναδικό πρόβλημα έχουν μόνο την παροχή δανειακών εγγυήσεων για τα κράτη του πυρήνα, και περί των οποίων εγγυήσεων κλαίνε και παραπονιούνται ασταμάτητα;
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr