Φυσικά, αυτός ο διχασμός ξεκινάει από την διχασμένη επιθυμία του ελληνικού λαού, να θέλει να παραμείνει στο ευρώ, αλλά να αρνείται το είδος «βοήθειας» που η επικρατούσα ευρωπαϊκή ηγεσία του επιβάλει για να επιτρέψει την παραμονή της χώρας στο κοινό νόμισμα. Έτσι, ο λαός ανέδειξε μία κυβέρνηση συνασπισμού, (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ), τριών κομμάτων που βάζουν πιο πολύ βάρος σε μία προσπάθεια για αποτελεσματική συνεργασία με την παρούσα ευρωπαϊκή ηγεσία, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα, (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ), προτείνουν μία ριζική αντίσταση στην ειδικευμένη «βοήθεια» των ευρωπαϊκών μνημονίων, απειλώντας μέχρι και την ριζική αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Πριν προχωρήσουμε στην εξέταση αυτού του επερχόμενου διχασμού στην χώρα, αξίζει να υπενθυμίσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς, ότι παρόμοιες οξείες διχαστικές αντιπαραθέσεις παίζουν σε όλα τα κράτη της Ευρωζώνης, με επίκεντρο, αυτήν την στιγμή, την Γερμανία και την Φινλανδία, όπου μεγάλες συζητήσεις έχουν ξεσπάσει, κατά πόσον οι δύο αυτές χώρες, θέλουν η δεν θέλουν το ευρώ, με τις τωρινές κακουχίες της Ευρωζώνης. Μην ξεχνάμε, επίσης, ότι και η Γαλλία εξέλεξε ένα σοσιαλιστή πρόεδρο, ο οποίος ανοιχτά διαφωνεί με την ευρωπαϊκή πολιτική των τελευταίων δύο ετών, και ότι η Ολλανδία είναι προγραμματισμένη για εκλογές τον Σεπτέμβριο, έχοντας μεγάλες διαφωνίες ανάμεσα στα πολιτικά της κόμματα, ως προς την πολιτική λιτότητας του ευρώ, και την συμμετοχή της Ολλανδίας στο κοινό νόμισμα.
Η παραπάνω ζωγραφιά της πανευρωπαϊκής αμφιθυμίας και εσωτερικής διαφωνίας γύρω από το ευρώ και την επικρατούσα πολιτική διάσωσης του κοινού νομίσματος, είναι αναγκαία για να αποφύγουμε μία προδιάθεση που έχουμε εμείς οι έλληνες, να καταδικάζουμε τους εαυτούς μας, χειρότερα από ότι το κάνουν οι άλλοι, την ίδια στιγμή, που, από την άλλη μεριά, δίνουμε στον εαυτό μας εύκολα συγχωροχάρτια, όταν κάνουμε εκούσιες στραβοτιμονιές η και μπαγαποντιές. Το ελληνικότατο «Παν μέτρον άριστον» είμαστε οι τελευταίοι στο να το ακολουθούμε.
Έτσι βλέπουμε τον Αλέξη Τσίπρα, να απειλεί την κυβέρνηση με φυλάκιση εάν προχωρήσει στις ιδιωτικοποιήσεις, και τους ενδιαφερόμενους ξένους αγοραστές με σοβαρές επενδυτικές απώλειες. Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση κατηγορεί τον Τσίπρα ότι υπονομεύει την Ελλάδα, με τον τρόπο που προσπαθεί να υπονομεύσει το απεγνωσμένο έργο της κυβέρνησης.
Από την μια μεριά, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τους φόβους της αντιμνημονιακής παράταξης, για το πώς θα διαχειριστεί η κυβέρνηση το «ξεπούλημα» της κρατικής περιουσίας. Δυστυχώς, η ιστορία μας λέει ότι πολλές ελληνικές κυβερνήσεις, εις το παρελθόν, κατασπατάλησαν και λήστεψαν τον δημόσιο χώρο, με ατιμωρησία. Ενάντια της τελευταίας κυβέρνησης της ΝΔ, παραδείγματος χάριν, υπάρχουν ακόμα πολλές καταγγελίες που δεν εξιχνιάστηκαν δεόντως, και ίσως ποτέ δεν ερευνηθούν πλήρως. Από την άλλη μεριά, η ίδια η ιστορία της Ελλάδας, είναι γεμάτη τραγικών παραδειγμάτων, όπου ένας βαθύς και ανελέητος πολιτικός αλλά και εθνικός διχασμός, υπήρξε καταστροφικός για το έθνος, σε κρίσιμες ιστορικές συγκυρίες. Η τωρινή συγκυρία μπορεί να αποβεί τραγική για το έθνος, εάν αυτός ο πολιτικός διχασμός αποδειχθεί αυτοκαταστροφικός.
Από μία άλλη σκοπιά, όμως, αυτή η σοβαρή, και άγρια αντιπαράθεση, μεταξύ των δύο παρατάξεων γύρω από την μνημονιακή πολιτική, θα μπορούσε να απέβαινε θετικά για την Ελλάδα στον αγώνα για την οικονομική διάσωση και επιβίωση, εάν αυτός ο σημαντικότατος διχασμός απόψεων και σχεδίων, για το πώς να σωθεί η χώρα, κατέβαινε λίγο στην βιαιότητα του, και ανέβαινε λίγο στην συναδελφικότητα, ανάμεσα στους πολιτικούς αντιπάλους, έτσι ώστε ο διχασμός να μην αποβεί αυτοκαταστροφικός για την χώρα, αλλά να δουλέψει σαν ένα αποτελεσματικό εργαλείο αυτοελέγχου στο κατακαημένο και πολύ ένοχο ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Η ιδιωτικοποίηση της κρατικής περιουσίας, η οποία, όπως ξέρουμε, είναι ήδη άγρια κακοδιαχειρισμένη η πλήρως εγκαταλελειμμένη από το ελληνικό κράτος και τις διαδοχικές κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης, είναι ένα διαχρονικό επιχείρημα με τεράστιους κινδύνους, όσον αφορά το όφελος η την απώλεια για την Ελλάδα. Το πώς θα την διαχειριστεί κανείς, είναι ζήτημα επιτυχίας η αποτυχίας. Έχοντας υπόψη τους αυτό-προστατευτικούς νόμους του πολιτικούς συστήματος, την βουλευτική ασυλία, και τον νόμο περί ευθύνης, (βλέπε ανευθυνότητας), των υπουργών, μπορεί πολύ εύκολα κανείς να σκεφτεί ότι θα βοηθούσε πολύ εάν η τωρινή, αλλά και κάθε μελλοντική κυβέρνηση της Ελλάδας, είχε τον φόβο της νομικής καταδίωξης, να κρατάει τα κυβερνητικά μέλη στον συνετό και αγαθό δρόμο του δημοσίου υπηρέτη, και όχι του δημοσίου κλέφτη, όπως πολλοί πολιτικοί της Ελλάδας φαίνεται ότι είχαν προτιμήσει στο παρελθόν. Οι απειλές της αντιπολίτευσης, δηλαδή, μπορεί να ισχύσουν σαν αποτελεσματικό εργαλείο κοινοβουλευτικού ελέγχου, εάν δεν είναι έξαλλες ούτε εξωπραγματικές.
Από την άλλη μεριά, οι καταστροφικές εκδηλώσεις των αντιπάλων της εκάστοτε κυβέρνησης, εκτός κοινοβουλίου, όπου σαν επιτελικός σκοπός ήταν το κάψιμο και η λεηλασία του κέντρου της Αθήνας, η η καταστροφή της τουριστικής ταυτότητας της χώρας, μέσων βάναυσων απεργιών, η, επίσης, και το πλήγωμα της εμπορικής ζωής της χώρας, λόγω ειδικευμένων εργατικών απαιτήσεων, όλες αυτές οι ενέργειες, που πλημμύρισαν την καθημερινότητα του έθνους τα τελευταία δύο χρόνια, όλες αυτές οι καταστάσεις, δεν είναι τίποτα άλλο από τάσεις εθνικής αυτοκαταστροφής. Και τα κόμματα της αντιπολίτευσης φέρουν την βασική ευθύνη για τα αρνητικά αποτελέσματα.
Η ιστορία θα είναι αμείλικτη απέναντι στην στάση των τωρινών πολιτικών αρχηγών, των κκ. Σαμαρά, Τσίπρα, Βενιζέλου, Κουβέλη, Καμμένου, Μιχαλολιάκου και Παπαρρήγα. Το έθνος ή θα σωθεί η θα καταστραφεί, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ηγεσίας που θα προσφέρουν στα κόμματά τους και στους έλληνες πολίτες. Και με την καταστροφή, δεν αναφέρομαι στην δραχμή, διότι είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει η να αποτύχει, και μέσα στο ευρώ, αλλά και έξω στην δραχμή. Το μέλλον εξαρτάται από την Ελληνική ηγεσία, και τον ελληνικό λαό, και όχι από το νόμισμα της χώρας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr