Το ότι ο κύριος παράγων σε κάθε απόφαση είναι το, υποτιθέμενο, συμφέρον του γερμανού ψηφοφόρου, όπως η εκάστοτε γερμανική ηγεσία το αντιλαμβάνεται, φαίνεται ξεκάθαρα στην διαφορά ταχυτήτων στην υλοποίηση αποφάσεων περί το ευρώ, που έπαιξαν, ιστορικά, και παίζουν, τωρινά, καταλυτικό ρόλο, στον εάν ο οιοσδήποτε θεσμός που αποφασίζεται, αποφέρει θετικά η αρνητικά αποτελέσματα στην ανάπτυξη και εξέλιξη της Ευρωζώνης.
Ιστορικά, η πρώτη αντιδιαστολή μεταξύ σωστής κατεύθυνσης και λάθος ταχύτητας έλαβε χώρα στο ξεκίνημα της Ευρωζώνης. Πολλοί «ευρωσκεπτικιστές», εκείνη την εποχή, προειδοποίησαν, ότι μία νομισματική ένωση χωρίς μία οικονομική, η πολιτική ένωση, θα ήταν μία εύθραυστη και επισφαλής επιχείρηση. Άλλά, η Γερμανία, ενδιαφερόμενη κυρίως για την ραγδαία εξάπλωση της καταναλωτικής της αγοράς, επέβαλε ταχύτατα μία νομισματική ένωση, χωρίς να υποστηρίξει σοβαρά την μακρόχρονη προεργασία που χρειαζόταν και ακόμα χρειάζεται, η Ευρωζώνη, για την αμοιβαία ανάπτυξη και την βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα όλων των 17 κρατών, σε σύγκριση με τον γερμανικό βιομηχανικό κολοσσό.
Το ότι η δική μας χώρα, έλαμψε με την επιμέλεια που έδειξε τις τελευταίες δεκαετίες στην κατασπατάληση όλων των ευκαιριών και των εφοδίων που είχαμε στην διάθεσή μας για ανάπτυξη, δεν αντιτίθεται στην πραγματικότητα. Οτι δηλαδή το παιχνίδι της οικονομικής ανταγωνιστικότητας, μέσα στο πλαίσιο ενός κοινού νομίσματος, δηλαδή ενός ενιαίου τιμάριθμου, για πολλά από τα κράτη του ευρώ ήταν χαμένο από την αρχή, δεδομένης της ισχύος της γερμανικής οικονομίας. Και φυσικά, ήταν η ισχύς της γερμανικής οικονομίας, ένα από τα σοβαρότερα κίνητρα που είχαν τα υπόλοιπα ευρωπαικά κράτη, στην προσπάθειά και στο ενδιαφέρον που έδειξαν για την προώθηση της ιδέας της ενωμένης Ευρώπης. Το τραγικό επακόλουθο, πέραν των τεράστιων δημοσιονομικών προβλημάτων πολλών κρατών, είναι το γεγονός, ότι η δεκαετία του ευρώ, μεγάλωσε τις ανισότητες ανάμεσα στις χώρες του ευρώ, παρά το αντίθετο, που ήταν και ο υποτιθέμενος αρχικός στόχος.
Μία δεκαετία αργότερα, τα τραγικά επακόλουθα αυτής της τρομερά άνισης ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στην Γερμανία και σε πολλές χώρες της περιφέρειας του ευρώ ξεσκεπάστηκαν με την πρώτη σοβαρή ύφεση στην διεθνή οικονομία, που προκλήθηκε από τις τραπεζικές και δημοσιονομικές ατασθαλίες της αμερικανικής οικονομίας το 2008. Όταν η ευρωπαϊκή κρίση ξεκίνησε με την δημοσιονομική κρίση της Ελλάδας, οι όροι της αντιπαράθεσης, σωστή κατεύθυνση (ένωση του ευρώ), με την ταχύτητα (της υλοποίησης της ένωσης), αντιστράφηκαν. Ενώ επί δέκα χρόνια η Γερμανία πλούτιζε με τα πλεονάσματα που επέφεραν οι εμπορικές της συναλλαγές με όλες τις χώρες του ευρώ, ξαφνικά, για την διάσωση της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή για να κρατηθεί η σωστή κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ένωσης, έπρεπε η Γερμανία, εν ριπή οφθαλμού, να προσφέρει σοβαρά χρηματικά ποσά, υπό μορφή δανειακών εγγυήσεων προς την Ελλάδα για την αποφυγή μίας απειλούμενης χρεοκοπίας.
Βλέπουμε λοιπόν τον τελευταίο χρόνο τη Γερμανία να είναι αναγκασμένη να παραχωρεί εγγυήσεις, να «μεταβιβάζει» χρήματα σε διάφορες χώρες της ευρωζώνης, δια μέσου των μηχανισμών σταθερότητας, αλλά και δια των ενεργειών της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας, την οποίας η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος πιστωτικός εγγυητής. Η Γερμανία είναι πολύ δυστυχισμένη, διότι εδώ και ένα χρόνο, δίνει, δίνει, δίνει στις «σπάταλες» χώρες του Νότου. Φυσικά, η Γερμανία δεν αναγνωρίζει επισήμως όλα το έσοδα που εξακολουθεί να αποκομίζει από την Ευρωζώνη: 1) τα συνεχιζόμενα πλεονάσματα από το ενδοευρωπαικό εμπόριο, 2) τις μεγαλύτερες εξαγωγές στις χώρες εκτός της Ευρώπης, λόγω της μειωμένης τιμής του ευρώ σε σχέση με το μάρκο, 3) τα σημαντικά μειωμένα επιτόκια που αναγκάζεται να πληρώνει για την εξυπηρέτηση του δικού της μεγάλου δημοσίου χρέους.
Με αυτή την έννοια η γερμανική ηγεσία συνεχίζει να υποστηρίζει τη σωστή πορεία, της Ευρωπαικής Ένωσης, με δύο ταχύτητες, μία ταχύτητα που είναι επιβάλλεται από τις αγορές, αυτή των μνημονίων για τις χώρες της περιφέρειας, και μία άλλη ταχύτητα, αυτή της ενοποίησης της Ευρώπης, η οποία είναι αισθητά πιο αργή, και την οποία ακολουθεί πιεζόμενη από τις οικονομικές περιστάσεις.
Και φτάνουμε στη σημερινή, άκρως προβληματική κατάσταση στην ιστορία του ευρώ, όπου οι κερδοσκοπικές επιθέσεις εναντίον του πυρήνα της ευρωζώνης, στην Ισπανία, στην Ιταλία, και τέλος στη Γαλλία, έχουν χαρακτηριστεί από πολλούς αναλυτές σαν τον, ενδεχομένως, τελευταίο σταθμό στην ευρωπαική κρίση πρίν από την αναγκαία επιλογή μεταξύ μίας ολικής στήριξης του ευρώ, η μίας πιθανής κατάρρευσής του. Και πάλι όμως, η Γερμανία αντιμετωπίζει την άκρως επικίνδυνη κατάσταση, με την ταχύτητα που ταιριάζει στα συμφέροντα των γερμανών ψηφοφόρων, και όχι με την ταχύτητα που χρειάζεται η διάσωση του ευρώ. Και σαν αντίδωρο, η Μέρκελ και ο Σαρκοζί, προσφέρουν στις αγορές, αλλά και στην ευρωζώνη, ενωτικό «τσάι και συμπάθεια», φαινομενικά αδιάφοροι στην πιθανότητα ότι η κερδοσκοπική ενέργεια των αγορών, μπορεί να ξεσπάσει σε ένα τσουνάμι, από στιγμή σε στιγμή.
Πολλοί αναλυτές, τον τελευταίο χρόνο, έχουν χαρακτηρήσει πολύ αρνητικά το γεγονός ότι η πολύμορφη ευρωπαική ηγεσία, χρειάζεται δυσανάλογα πολύ χρόνο να πάρει τις αναγκαίες αποφάσεις στην αντιμετώπιση και την διαχείρηση της κρίσης του ευρώ. Αλλά είναι σημαντικό, κατά την γνώμη μου, να επισημανθεί, ότι πολλές φορές, αυτές οι σοβαρές καθυστερήσεις οφείλονται στις βραδύτατες ταχύτητες τις οποίες επιβάλλει η γερμανική ηγεσία, για καθαρά πολιτικές σκοπιμότητες εσωτερικής κατανάλωσης. Όταν το θέμα ήταν το οικονομικό κέρδος από τις γερμανικές εξαγωγές, τότε η υλοποίηση της ευρωπαικής ένωσης προωθήθηκε από την Γερμανία, ταχύτερα από ότι ήταν συνετό. Τώρα που το θέμα αφορά την Γερμανιά να επιστρέφει μερικά από τα κέρδη της περασμένης δεκαετίας, για να στηρίξει τις αδύνατες οικονομίες της περιφέρειας, η ταχύτητα της υλοποίησης της ένωσης του ευρω, συναγωνίζεται τον σαλίγκαρο. Στο μεταξύ, οι αγορές καιροφυλακτούν, και κερδοσκοπούν...
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr