Έτσι βλέπουμε ότι η Ελλάδα αντιπροσωπεύει τον ιστορικά αδυνατισμένο αντίποδα του καπιταλισμού, την κομμουνιστική κυριαρχία των κλειστών, κρατικοδίαιτων συνδικάτων, και η Αμερική αντιπροσωπεύει τον άλλον αντίποδα, το πιθανότατο μέλλον του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, με τα δύο πολιτικά της κόμματα, βασικά ολόκληρο το πολιτικό της σύστημα, να τελεί υπό την πλειοψηφική χρηματοδότηση από το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο. Και η έμφαση, όσον αφορά την Αμερική, πρέπει να είναι στο επίθετο ¨παγκοσμιοποιημένο¨, διότι το αμερικανικό κεφάλαιο έχει προ πολλού σταματήσει να εξαρτάται από την εγχώρια αμερικανική κατανάλωση των βιομηχανικών η των χρηματοπιστωτικών του προϊόντων, και ένεκα τούτου, έχει χάσει οποιαδήποτε ανάγκη και εθνικιστική αφοσίωση μπορεί ποτέ να είχε στο παρελθόν, προς τον αμερικανικό λαό.
Οι ιδιωτικές οικονομίες και των δύο χωρών, αν και διαφέρουν τρομερά σε μέγεθος, πάσχουν και οι δύο, λόγω της αδιάφορης οικονομικής πολιτικής των δύο κυβερνήσεων. Στην Ελλάδα, οι επενδύσεις έχουν πάει, κατά την τελευταία γενεά, στην ανάπτυξη του άχρηστου δημοσίου και των κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων, ενώ στην Αμερική, οι επενδύσεις, αλλά και όλη η αμερικανική βιομηχανία, έχουν ξενιτευτεί στις αναπτυσσόμενες χώρες, δημιουργώντας ανεργία στο αμερικανικό κράτος, και πιέζοντας το κόστος εργασίας στην αμερικανική οικονομία, προς τα κάτω, επί μία γενεά.
Έτσι λοιπόν, το απίστευτο παράδοξο μίας σύγκρισης της αμερικανικής και της ελληνικής κοινωνίας, είναι ότι η μάστιγα της ελληνικής κοινωνίας είναι τα διάφορα, εγχώρια τσιφλίκια, όπως τρομερά εύστοχα ο Νίκος Χρυσολωράς είπε σε άρθρο του στην Καθημερινή, τα οποία είναι διατεθειμένα να υπερασπιστούν τα μικροσυμφέροντά τους εις βάρος του υπόλοιπου πληθυσμού, ενώ η μάστιγα της αμερικανικής οικονομίας είναι το αμερικανικό κεφάλαιο, το οποίο υποστηρίζει και πλήρως ελέγχει το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, δια της απεριόριστης, διαφανούς αλλά και αδιαφανούς, προεκλογικής χρηματοδότησης, και του οποίου τα συμφέροντα είναι παγκόσμια, και άρα υπερβαίνουν, και δεν ταυτίζονται με τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες του αμερικανικού λαού.
Και σαν καλά παραδείγματα αυτών των δύο παράλληλων πολιτικών καταστάσεων, έχουμε, από την μια μεριά, την κατάσταση των ταξιτζήδων στην ελληνική κοινωνία, οι οποίοι ψύχραιμα και ψυχρά καταφέρουν καταστροφικά χτυπήματα εναντίον του ελληνικού τουρισμού και της ελληνικής οικονομίας, άρα της ελληνικής κοινωνίας, στην προσπάθειά τους να εκβιάσουν μία κυβερνητική πολιτική, συμφέρουσα στις συνδικαλιστικές τους απαιτήσεις. Και από την άλλη μεριά, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, δια των κυβερνητικών και δικομματικών του ¨οργάνων¨, βρίσκεται στις τελευταίες πολιτικές διαδικασίες να επιφέρει ένα πλήγμα κατά της αμερικανικής οικονομίας, υποκύπτοντας, δήθεν, στον τελευταίο εκβιασμό του ρεπουμπλικανικού κόμματος γύρω από το ύψος του αμερικανικού δημοσίου χρέους,. Τα εκτενή, και αρνητικά για την αμερικανική οικονομία, μέτρα λιτότητας που αποφασίζονται αυτές τις ημέρες, στις διαβουλεύσεις μεταξύ του Ομπάμα, και της ηγεσίας των δύο αμερικανικών κομμάτων, θα έχουν σαν αποτέλεσμα να οπισθοχωρήσει περαιτέρω η αναζωογόνηση της αμερικανικής οικονομίας, να επεκταθεί περαιτέρω η ύφεση της οικονομίας και η υψηλή ανεργία στην Αμερική, και να παραμείνουν τραγικά αναπάντητες οι ανάγκες και οι απαιτήσεις του αμερικανικού λαού που παρουσιάζονται ξεκάθαρες στις δημοσκοπήσεις, για την δημιουργία θέσεων εργασίας, την συνέχιση προσφοράς κοινωνικών υπηρεσιών και παροχών, και την προς τούτου επιθυμητή και επιτακτική υψηλότερη φορολόγηση των πλουσίων.
Ιστορικά, πιστεύω, ότι ο κρίκος σε αυτήν την πολιτική και κυβερνητική αντιπαράθεση μεταξύ Αμερικής και Ελλάδας, ίσως είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος έχοντας επαγγελματικά γαλουχηθεί στην αμερικανική ανώτατη εκπαίδευση, και φτάνοντας στο ύψος να κατέχει την έδρα της σχολής οικονομικών του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϋ στην Καλιφόρνια, είχε γνωρίσει από κοντά και προείδε την επερχόμενη άκρως αρνητική επίδραση του αμερικανικού κεφαλαίου στο πολιτικό σύστημα και στην διακυβέρνηση του αμερικανικού κράτους, και ο οποίος γύρισε στην Ελλάδα, και πολιτεύτηκε με το ενδιαφέρον να αντισταθεί και να ανατρέψει την επερχόμενη πορεία του μοντέρνου καπιταλισμού, όπως αυτή διαμορφωνότανε και εξακολουθεί να διαμορφώνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Εξ ου και ο περιβόητος αντιαμερικανισμός του.
Και έτσι βλέπουμε ότι στην Ελλάδα, η οικονομία πάσχει από τον απολυταρχικό εγωισμό των συνδικάτων ο οποίος συνθλίβει την πολιτική βούληση της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά ιδιαίτερα, βέβαια, των διαδοχικών κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, ενώ στην Αμερική, η οικονομία πάσχει από την επιβολή των παγκοσμιοποιημένων κεφαλαιοκρατικών συμφερόντων επί της πολιτικής βούλησης και των δύο πολιτικών κομμάτων, έτσι ώστε οι διαφορές στην πολιτική ηγεσία μεταξύ ρεπουμπλικανικών και δημοκρατικών κοινοβουλίων και προέδρων, να μην είναι ουσιαστικά πολύ μεγάλες, και να μην ανταποκρίνονται, ούτε οι μεν ούτε οι δε, στις πραγματικές ανάγκες του αμερικανικού λαού. Οι διαδοχικές κυβερνήσεις, και στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα, έχουν χάσει, βασικά, τον έλεγχο της ηγεσίας στα κράτη τους, εδώ και πολλά χρόνια, μέσα στις εκατέρωθεν προσπάθειές τους να αναρριχηθούν και να διατηρηθούν στην πολιτική εξουσία.
Και εάν πάμε λίγο παραπέρα από την Αμερική και την Ελλάδα, βλέπουμε την Κίνα, να κυβερνάται από μία απολυταρχική πολιτική ηγεσία, μίας πάλαι ποτέ κομμουνιστικής ιδεολογίας, η οποία ηγείται ενός καπιταλιστικού, οικονομικού συστήματος, ενώ στην Ευρώπη, οι περισσότερες κυβερνήσεις, αγωνίζονται, με μεγαλύτερη η μικρότερη επιτυχία, να ισοβαθμήσουν τα συμφέροντα των λαών με αυτά του κεφαλαίου, μέσα σε ένα συνεχώς εξελισσόμενο παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr