Ο Α. Σαμαράς πρέπει να αναγνωριστεί για δύο σημαντικότατες προβλέψεις πού πρόσφερε στον ελληνικό λαό μέσα στον εθνικό διάλογο για την οικονομία της χώρας. Πρώτον, και κυριότερο, πρόβλεψε και σωστά καταψήφισε το πρώτο μνημόνιο, πριν ένα χρόνο, γιατί η στρατηγική της λιτότητας θα οδηγούσε την οικονομία σε σοβαρή ύφεση, και θα χειροτέρευε όχι μόνο το χρέος της Ελλάδας, αλλά και θα καθιστούσε δυσκολότερη την αύξηση των εσόδων, όπως και έγινε. Στην άποψή του αυτή, ο Αντώνης Σαμαράς ήταν και είναι σε συμφωνία με μία μεγάλη μερίδα διεθνών οικονομικών αναλυτών, που κατέκριναν, τότε, και συνεχίζουν να κατακρίνουν, τώρα, την Ευρωζώνη για την αυστηρή πολιτική λιτότητας, πού επέβαλε και συνεχίζει να επιβάλλει στις «πάσχουσες» οικονομίες της περιφέρειας. Αυτή η οικονομική πολιτική, η οποία έχει το, κυρίως πολιτικό, κίνητρο να κατευνάσει τους αγανακτισμένους ψηφοφόρους των κρατών του βορρά, είναι μακροοικονομικά τραγικά κοντόφθαλμη. Απόδειξη της εσφαλμένης οικονομικής της Τρόικας είναι το γεγονός ότι η πιθανότητα χρεοκοπίας της Ελλάδας μετά ένα χρόνο μνημονίου αυξήθηκε θεαματικά, παράλληλα με την δραματική άνοδο των περίφημων spreads, και η χρεοκοπία της χώρας μας έχει πια προεξοφληθεί από την διεθνή χρηματοπιστωτική αγορά.
Ο δεύτερος, σχεδόν εξίσου σοβαρός λόγος, για το οποίον οι προτάσεις του κ. Σαμαρά, δικαιούνται μίας προσεκτικής και επείγουσας μελέτης από την κυβέρνηση, την Τρόικα και τον ελληνικό λαό, είναι ότι έθεσε επί τάπητος την αξιοποίηση της εθνικής περιουσίας για την σωτηρία της ελληνικής οικονομίας, πολλούς μήνες πριν από την Τρόικα και την κυβέρνηση. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς, ότι η Τρόικα δεν είχε αρκετή εμπειρία να μη έχει επισημάνει μια τέτοια προϋπόθεση για την οικονομία της χώρας μας. Αυτό λέει ότι η κυβέρνηση έσφαλε σε ένα ακόμα σοβαρό σημείο στην προσπάθειά της να σώσει την οικονομία, καθυστερώντας μία αναγκαία εθνική απόφαση για καθαρά κομματικούς λόγους. Το ίδιο έχει κάνει με τραγικές συνέπειες, με την άρνησή της να επιφέρει μία σοβαρή μείωση των δαπανών του δημοσίου αυξάνοντας με τα μέτρα που πήρε την ύφεση της ιδιωτικής οικονομίας, και στέλνοντας στην ανεργία 170,000 ιδιωτικούς υπαλλήλους το περασμένο έτος. Είναι αστείο ότι η Τρόικα και η κυβέρνηση αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν, όχι μόνο την ιδέα, αλλά ακόμα και τον ακριβή αριθμό των 50 δις Ευρώ από τον κύριο Σαμαρά, για την έκταση αυτής της εθνικής απόφασης.
Ο κ. Πόλ Τόμσεν αντέδρασε στο πακέτο του Ζαππείου ΙΙ λέγοντας ότι βάζει την άμαξα εμπρός από το άλογο. Αυτή η εικόνα είναι γλαφυρή αλλά τραγικά εσφαλμένη. Το άλογο και η άμαξα πρέπει πάντα να συμβαδίζουν, για να φτάσουν στον προορισμό τους, που στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, και των άλλων χωρών με μνημόνια, σημαίνει ότι η αυστηρή μείωση της κρατικής, (και όχι της ιδιωτικής) δαπάνης έπρεπε από την αρχή να συμβαδίζει με μία γιγαντιαία προσπάθεια αναζωογόνησης της οικονομίας, κάτι πού δεν έπραξε ακόμα η Τρόικα και εξακολουθεί να αρνείται να θέσει σαν στόχο Αντίθετα σε αυτό στοχεύει το Ζάππειο ΙΙ.
Από την άλλη μεριά το ΥΠΟΙΚ έσπευσε να υπολογίσει το κόστος με το οποίο θα επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό τα μέτρα πού προτείνει η Νέα Δημοκρατία για την επανεκκίνηση της οικονομίας στα 12 δις ευρώ, περίπου. Αυτή η μέτρηση είναι εσφαλμένα μονομερής, γιατί αρνείται να υπολογίσει τα, ίσως μεγάλα, κέρδη πού μπορεί να προσθέσει στα έσοδα του κρατικού ισολογισμού μία αναζωογονημένη οικονομία. Το ίδιο λάθος έκανε το ΥΠΟΙΚ, στον αρχικό σχεδιασμό του πρώτου μνημονίου, όταν δεν υπολόγισε σωστά πόσο μεγάλη θα ήταν η ύφεση πού θα προκαλούσαν στην οικονομία μας τα αυστηρά μέτρα λιτότητας, και πόσο αυτή η ύφεση θα μείωνε τα έσοδα του κράτους.
Το Ζάππειο ΙΙ αντιστέκεται στην κυβερνητική οικονομική πολιτική και αντιστρέφει δραματικά τους όρους που επέβαλε και συνεχίζει να θέλει να επιβάλει η Τρόικα, παρόλο πού το επίσημο τροπάρι της πάντα είναι, ότι αυτή θέτει του στόχους για το εθνικό ισολογισμό, και ότι επαφίεται στην Ελλάδα να αποφασίσει με ποιούς τρόπους να επιχειρήσει να φτάσει αυτούς τους στόχους. Είναι μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή στη διαχείριση της τραγικής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας, και ένα ερώτημα εθνικής σημασίας, κατά πόσον η χώρα θα μπορέσει να πραγματοποιήσει ένα σωστό, διαφανή και ενεργό πανελλήνιο διάλογο στην συγκριτική εκτίμηση αυτών των δύο, διαμετρικά αντιθέτων, οικονομικών και πολιτικών στρατηγικών, για την διάσωση της οικονομίας μας.
Το μνημόνιο 1 είχε δύο στόχους, τον ένα διαφανή, και τον άλλο ημιδιαφανή. Ο διαφανής στόχος ήταν να δώσει χρόνο στην Ελλάδα να επανέλθει από μόνη της στην χρηματοπιστωτική αγορά. Ο ημιδιαφανής στόχος, αλλά και ο πολύ σημαντικότερος για την Ευρωζώνη, ήταν, και παραμένει, να προετοιμάσει τις ιδιωτικές τράπεζες τις Ευρώπης, πού κρατούσαν και κρατούν πολλά ομόλογα της Ελλάδας, για μία ενδεχόμενη αναγκαστική χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας. Ένα χρόνο αργότερα, κανένας από τους δύο στόχους δεν έχει ακόμα επιτευχθεί. Η μεγάλη ανάλυση του ελληνικού χρέους, την οποία οργανώνει η Ευρωζώνη, κα τα αποτελέσματα της οποίας έχουν αναγγελθεί για τον Ιούνιο, αποσκοπεί να εκτιμήσει και τους δύο σκοπούς, παρόλο πού ο ημιδιαφανής στόχος εξακολουθεί να μην συζητιέται πολύ στα ΜΜΕ. Ο λόγος αυτής της διαφοροποίησης είναι ότι οι δύο στόχοι είναι μάλλον αντικρουόμενοι. Ο πρώτος στόχος είναι προς όφελος της Ελλάδας, ενώ ο δεύτερος είναι προς όφελος των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης.
Είναι ολοφάνερο ότι η επίτευξη του πρώτου στόχου, να μπορέσει να δανειστεί η χώρα μας κατευθείαν από τις αγορές καθυστερεί δραματικά, ίσως για αρκετά χρόνια. Αλλά η αμυντική προετοιμασία των ευρωπαϊκών τραπεζών εναντίον μίας ελληνικής χρεοκοπίας προχωρεί με σταθερότερη πρόοδο, και οι αναφορές στον τύπο εικάζουν ότι αυτή η προετοιμασία μπορεί να ολοκληρωθεί το 2012. Όταν αυτός, ο δεύτερος, ημιδιαφανής στόχος, πραγματοποιηθεί, τότε η Ευρωζώνη θα απαγκιστρωθεί σημαντικά από τον αγωνιώδη κίνδυνο που θα επέφερε στην Ευρωζώνη, μία ενδεχόμενη χρεοκοπία της ελληνικής οικονομίας. Η γεωπολιτική σημασία αυτής της άνισης πραγματοποίησης αυτών των δύο στόχων, είναι, ότι, ενώ ακόμα τώρα, η αντιπαράθεση των συμφερόντων Ελλάδας – Ευρωζώνης μπορεί να χαρακτηριστεί με το ¨φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη», σε ένα χρόνο και όταν η Ευρώπη θα έχει τελειώσει την θωράκιση των τραπεζών της, τότε μόνο ο Γιάννης, η Ελλάδα δηλαδή, θα έχει ακόμα λόγο να φοβάται το θεριό, την Ευρώπη, και όχι το αντίθετο. Αυτό σημαίνει, ότι εάν έχει ακόμα μια κάποια δύναμη η Ελλάδα να επαναδιαπραγματευθεί το μνημόνιο με την Τρόικα, ο καιρός είναι τώρα, και όχι αργότερα ή του χρόνου.
Το άλλο τεράστιο ερωτηματικό στην παραβολή του Γιάννη και του θεριού είναι, τι θα αποφασίσει το θεριό να κάνει, όταν σταματήσει να φοβάται τον Γιάννη. Θα εξακολουθήσει να βοηθάει η Ευρωζώνη, δηλαδή η Γερμανία, την ελληνική οικονομία, ώσπου να μπορέσει να γυρίσει η Ελλάδα στην χρηματοπιστωτική αγορά, ή θα σπρώξει η Γερμανία, υπό την πίεση των ψηφοφόρων της, την Ελλάδα έξω από το Ευρώ, μαλακά η άγρια.
Και έτσι φτάνουμε στο ερώτημα του τι θα γίνει προσεχώς στην εθνική, πολιτική σκηνή. Θα υπάρξει μια δραματική συναίνεση μεταξύ κυβέρνησης και Νέας Δημοκρατίας, και το επόμενο μνημόνιο θα υπογραφεί και από τα δύο μεγάλα κόμματα, ή, σε ακραία περίπτωση, ο Σαμαράς θα αρνηθεί να υπογράψει, η Τρόικα θα αρνηθεί να πληρώσει, και η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να κατεβεί σε εκλογές?
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr