Η φύση της Ευρωζώνης, μέσα στο πλαίσιο τού ευρωπαϊκού καπιταλισμού, απαιτούσε και απαιτεί μια αγορά με δύο αναγκαία συστατικά. Έναν ενιαίο τιμάριθμο σε όλα τα κράτη μέλη και ένα εύπορο καταναλωτικό κοινό, ικανό να αγοράζει τα made in Europe καταναλωτικά προϊόντα. Ο αδύναμος κρίκος δημιουργήθηκε επειδή το ισχυρό επιχειρηματικό κεφάλαιο που κατοικοεδρεύει στις δυνατές οικονομίες της Ευρώπης πίεσε τούς πολιτικούς ιδρυτές της Ευρωζώνης να δώσουν άμεση προτεραιότητα στην δική τους ανάπτυξη, που απαιτούσε άμεση επέκταση της καταναλωτικής αγοράς, και όχι στην ανάπτυξη των φτωχότερων κρατών, που προϋπέθετε αύξηση της εξαγωγικής βιομηχανικής παραγωγής και παραγωγικότητας.
Η επιλογή αυτή επιδείνωσε σημαντικά την κατάσταση καθώς ο πρώτος στόχος του κοινού τιμάριθμου πραγματοποιήθηκε σε σχετικά πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ενώ η ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής και παραγωγικότητας των φτωχότερων κρατών βρίσκεται ακόμα στα σκαριά, και σε μερικές περιπτώσεις, σαν την Ελλάδα, δεν ξεκίνησε ποτέ.
Πέραν όμως της ιδιαιτερότητας των ενδογενών προβλημάτων της Ελληνικής κοινωνίας, που αποτελούν από μόνα τους τεράστια τροχοπέδη στην ανάπτυξη, υπήρξε και ένας άλλος λόγος, γιατί μία χώρα σαν την Ελλάδα βρέθηκε σε σχετικά μικρό διάστημα με ένα απίστευτο χρέος. Οι πολίτες και η πολιτεία βρεθήκαν από την μία μέρα στην άλλη αντιμέτωποι με έναν τιμάριθμο που δεν ανταποκρινόταν στην αγοραστική τους δυνατότητα. Είναι πια μυθικό το παράδειγμα της τιμής του καφέ, (ένα ευρύτατα καταναλωτικό αγαθό στην Ελλάδα), που ανέβηκε από 200 δραχμές, δηλαδή λιγότερο από μισό ευρώ, στα 4 ευρώ!
Ο ίδιος ο συγγραφέας αυτού του άρθρου, ελληνοαμερικανός μεσοαστός, είδε την Ελλάδα στις ετήσιες διακοπές του να μεταμορφώνεται μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, από μία φτηνή χώρα, όπου το δολάριο είχε μεγάλη αγοραστική δύναμη, σε μία χώρα, που ήτανε τόσο ακριβή, ώστε εάν δεν υπήρχε η γενναιόδωρη συμπαράσταση συγγενών και φίλων να του παρέχουν σπίτια και να τον κερνούν συνεχώς στις ταβέρνες, να μην μπορεί να την επισκέπτεται.
Ακόμα και εάν κανείς δεν υπολογίσει την υψηλότερη ρήτρα του ευρώ έναντι του δολαρίου, και συγκρίνει τα δυο νομίσματα, η ζωή στην μεγαλούπολη του Λος Άντζελες είναι κατά εν τρίτον, τουλάχιστον, φτηνότερη από την ζωή στην Αθήνα, με εξαίρεση μόνο, του ενοικίου κατοικίας.
Εξ ίσου αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι όταν ο υπογράφων άρχισε να διαμαρτύρεται δυνατά για την σημαντική άνοδο των τιμών, συνάντησε ελάχιστη κατανόηση από συγγενείς και φίλους. Προφανώς οι έλληνες αντιμετώπιζαν την τεράστια αλλαγή με δύο συμπληρωματικά βοηθήματα: πρώτον είχαν πιο πολλά λεφτά στην διάθεση τους, και δεύτερον, έδειχναν απάθεια ή απώλεια μνήμης, καθώς συνήθιζαν στην καθημερινότητα της ανόδου του τιμάριθμου.
Ετσι λοιπόν εξηγείται γιατί η ελληνική πολιτεία συνέχιζε να παίρνει φτηνά ευρωπαϊκά δάνεια για να είναι σε θέση να μεγαλώνει την εργασιακή αγορά, κυρἰως στον δημόσιο τομέα, και να προσφέρει πληθωρικές αυξήσεις μισθών, που με την σειρά τους ανέβαζαν τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, με άμεσο αποτέλεσμα να πέσει η ανταγωνιστικότητα της ελληνικἠς οικονομίας κατά 25% τα τελευταία 10 χρόνια, όπως δεν παρέλειψε να υπενθυμίσει ο κ. Στρος-Καν στην τελευταία του επίσκεψη στην Αθήνα.
Το ιδρυτικό λάθος του ευρώ ήταν, λοιπόν, ότι, ανεβάζοντας τον τιμάριθμο της Ευρωζώνης στο πανύψηλο επίπεδο του Γερμανικού μάρκου, πριν προλάβουν τα φτωχότερα κράτη της περιφέρειας να ανεβάσουν το οικονομικό και βιοτικό επίπεδο των πολιτών τους, ανάγκασε και τους ιδιώτες και τις κυβερνήσεις τους να καταφύγουν απερίσκεπτα στα φτηνά δάνεια που προσέφεραν αφειδώς τα τραπεζιτικά κεφάλαια των πλουσίων μελών, βλέπε Γερμανία, Γαλλία, κ.λ.π.
Ετσι, δημιουργήθηκε ο αυτοκαταστροφικός κύκλος της Ζώνης του Ευρώ, που μαστίζει την Κοινότητα αυτόν τον καιρό αναζητώντας, επιτακτικά μία λύση. Μέσα στην τελευταία δωδεκαετία, από την γέννηση του ευρώ, ο οικονομικός κύκλος της Κοινότητας έστελνε καταναλωτικά αγαθά από το κέντρο (των πλουσίων χωρών), στην περιφέρεια, που τα αγόραζαν, επιστρέφοντας δισεκατομμύρια ευρώ στα κράτη του σκληρού πυρήνα, του οποίου οι τράπεζες, με τις σειρά τους, έδιναν δάνεια με χαμηλά επιτόκια στους πολίτες και στις κυβερνήσεις των φτωχών κρατών της περιφερείας για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της ευρωπαϊκής καταναλωτικής κοινωνίας.
Το θετικό αποτέλεσμα ήταν μια σημαντική άνοδος του βιοτικού επιπέδου όλων των κρατών της Ευροζώνης. Από την άλλη μεριά, το αρνητικό αποτέλεσμα ήταν ότι τα κράτη της περιφέρειας βρεθήκαν να χρωστάνε πολλά λεφτά είτε στις τράπεζες, είτε στα κράτη του σκληρού πυρήνα. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα! Είτε τα κράτη της περιφέρειας θα δυστυχήσουν για πολλά χρόνια ξεπληρώνοντας τα χρέη, είτε οι οικονομίες των κρατών του πυρήνα θα πάθουν μεγάλη καταστροφή, αν τα χρέη της περιφέρειας δεν πληρωθούν.
Το Μνημόνιο, τώρα, καθώς σχεδιάστηκε από παρόμοιες κεφαλαιοκρατικές δυνάμεις, (αυτήν την φορά του τραπεζιτικού κεφαλαίου), κάνει ένα παρόμοιο λάθος στο σχέδιό του. Στην προσπάθεια, υποτίθεται, να βοηθήσει μία χώρα σαν την Ελλάδα να ορθοποδήσει οικονομικά, επέλεξε να χαμηλώσει την καταναλωτική δύναμη του ελληνικού λαού κατά ένα μεγάλο, σχεδόν αβάσταχτο, ποσοστό, με αντικειμενικό σκοπό να διορθώσει τα δημοσιονομικά, σαν πρωταρχικό βήμα.
Το μεγάλο λάθος για δεύτερη φορά είναι, ότι η οικονομική ανάπτυξη έλαβε πάλι δευτερεύουσα σημασία, και, ακόμα χειρότερα, δευτερεύουσα χρονική προτεραιότητα. Ετσι, ο έλληνας πολίτης ξαναζεί το ίδιο προβληματικό σενάριο με εκείνο της ίδρυσης του ευρώ πριν μερικά χρόνια. Η συγκυρία της μεγάλης ανεργίας, των χαμηλότερων μισθών και των ακόμα πιο υψηλών τιμών λόγω των νέων φόρων, έχει καταστήσει τον καθημερινό βίο του μέσου πολίτη οικονομικά αβίωτο.
Την πρώτη φορά, με την ίδρυση τού ευρώ, ο πολίτης κατέφυγε στά δάνεια. Αυτήν την φορά δάνεια δεν υπάρχουν. Άρα στα επόμενα μερικά χρόνια, έως ότου να γίνει η ελληνική οικονομία πάλι ανταγωνιστική, το μεγάλο πρόβλημα και ερωτηματικό είναι το που θα καταφύγει ο μέσος πολίτης αυτήν την φορά. Στην αποχή από τις κάλπες, στις διαδηλώσεις στους δρόμους, ή αλλού;
Εν κατακλείδι, μπορεί να περιγράψει κανείς τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό ως εξής. Έιναι ένα οικονομικό και κοινωνικό σύστημα με τέσσερεις βασικές κοινωνικές δυνάμεις. Τους ψηφοφόρους, τους πολιτικούς, το επιχειρηματικό κεφάλαιο, και το τραπεζικό κεφάλαιο. Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός, (αντίθετα με τον αμερικανικό, εις τον οποίον, εδώ και μία γενιά, τουλάχιστον, τα δύο κεφάλαια, το επιχειρηματικό και το τραπεζιτικό, έχουν πλήρως εξαγοράσει τούς πολιτικούς και τα μήντια), εξακολουθεί, ειλικρινά να ενδιαφέρεται για την ποιοτική ζωή όλου του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Αλλά, και μερικές φορές αυτό το «αλλά» είναι πολύ σημαντικό, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί δίνουν το προβάδισμα στις δυνάμεις του κεφαλαίου, έναντι των αναγκών των πολιτών. Στην περίπτωση της ίδρυσης του ευρώ, το προβάδισμα δόθηκε στο επιχειρηματικό κεφάλαιο, και ένεκα τούτου, οι πρώτοι, και μεγάλοι κερδισμένοι ήτανε οι μεγάλες βιομηχανίες του σκληρού πυρήνα. Στην περίπτωση του Μνημονίου και του Συμφώνου Διάσωσης, το προβάδισμα δίνεται στο τραπεζικό κεφάλαιο, με την εντολή, όπως αυτή είναι διατυπωμένη ξεκάθαρα μέσα στο ελληνικό Μνημόνιο, να σωθούν πρώτα οι τράπεζες, και μετά όλοι οι άλλοι.
Αν θέλουμε, ας κάνουμε και αλλιώς!
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr