Ο Αντρέας Παπανδρέου , φυσικά ευφυής και πραγματιστής, κατάλαβε ότι εμπρός του είχε ένα ακατέργαστο όγκο, που δεν εκφράζετο από την στιγματισμένη δογματική αριστερά (Κ.Κ.Ε) αλλά έψαχνε να εύρει νέα ταυτότητα και δίοδο στη νομή της παραγωγής και της εξουσίας. Έτσι ο Αντρέας έσκυψε (απαραίτητο αυτό) τον σήκωσε και του εμφύσησε ότι «μαζί μου ήρθε η ώρα σας». Και εγένετο ΠΑ.ΣΟ.Κ (1974).
Ο Μεγάλος ήξερε ότι για να καταλάβει την εξουσία (και το χαλεπέστερο για να την διατηρήσει) έπρεπε να σχηματίσει ευάριθμους κοινωνικούς πυρήνες δια βίου δεμένους μαζί του. Και εγένοντο Πρασινοφρουροί (1981). Ερανιζόμενος ιστορικα παραδείγματα του Ναπολέοντος (ο λοχίας προήγετο σε στρατηγό) του Χίτλερ ( ο θυρωρός εργατικής πολυκατοικίας μετουσιώνετο σε obersturmfuhrer) και του Λουδοβίκου ΙE΄ (apres moi le deluge) σκαρφίστηκε το τριπλούν θεώρημα « ΔΗΜΟΣΙΟ- ΟΤΑ- ΔΕΚΟ». Αυτό, σε απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, για μια αναιμική οικονομία υπηρεσιών μετεφράζετο σε έξωθεν κατά ριπάς δανεισμό, για να πληρωθούν τα «μιστά» και οι «υπερωρίες».
Αντί λοιπόν ο σοσιαλιστής ηγέτης να λειτουργήσει εργοστάσια, βιοτεχνίες, υπερξενοδοχεία, καλλιέργειες και βοσκοτόπια (όπου θα υπήρχε μονίμως ανταποδοτικό οικονομικό όφελος και θα άνθιζε η επαρχία και η ύπαιθρος) προτίμησε την κοινωνική αναβάθμιση των ψηφοφόρων του. Από εργάτες και αγρότες να τους προαγάγει σε ανθρώπους του γραφείου, σε «νοματαίους». Αυτή η τιμή και η δια βίου εξασφάλιση που περιποίησε ο Αντρέας στους δικούς του (και σ’ όσους θα εγίνοντο δικοί του προϊόντος του χρόνου επί τη αναλόγω προσμονή) δημιούργησε μια στρατιά πολιτών που έπιναν νερό στ΄ όνομα του, εφ΄ όσον ευτύχησαν να ζήσουν το απλησίαστο και το ακατόρθωτο μέχρι τούδε. Παγίωσε δε μια νοοτροπία, η οποία μέχρι σήμερα είναι επίκαιρη και αξεπέραστη. Αυτή του πάση θυσία διορισμού. Άλλως ειπείν, δεν πρόκειται να κουραστώ, να σπουδάσω, να επιχειρήσω στη ζωή, αφού θα τρυπώσω σ΄ ένα γραφείο και θα πρωτοκολλώ. Έτσι η εργασία με φουρτούνες, μόχθο και ιδρώτα κατέληξε στην συνείδηση του κόσμου απευκταία, εφ΄ όσον περίμενε στη γωνία η έτοιμη και άκοπη λύση.
Με την κατάρρευση και αποδόμηση του υπαρκτού σοσιαλισμού (1989) ένα νέο άλλοθι προσετέθη στην ελληνική κοινωνία. Η έλευση φθηνών και προθύμων εργατικών χεριών, κυρίως από την βορειοδυτικώς κείμενη γείτονα χώρα. Έτσι σιγά- σιγά εξαλείφθη η αυτόχθων εργατική τάξη και την θέση της πήρε μια πολτοποιημένη και πολυάριθμη μεσαία τάξη. Οι πόρτες της νεότευκτης αυτής τάξης άνοιξαν για όλο και περισσότερους μετά τον αθρόως προσφερόμενο τραπεζιτικό δανεισμό. Και μέχρις πρότινος όλοι ζούσαμε όμορφα τ΄ όνειρο μας. Τόσο όμορφα, που και το αντίπαλο δέος, η Ν.Δ, ακολούθησε τα διδάγματα και την πρακτική του Αντρέα και πασοκοποιήθηκε στη νοοτροπία. Το τερμάτισε δε με το νόμο του νυν Προέδρου της δημοκρατίας, που εισέφερε άλλους 150.000 «νοματαίους». Το μπόλιασμα του Αντρέα - ακόμη και μετά τον θάνατο του - έβγαζε νέα άνθη και καρπούς…
Διαισθάνομαι ότι κανείς από το πολιτικό και επιστημονικό προσωπικό δεν προτίθεται να αφηγηθεί το πραγματικό γεγονός. Ότι ανάπτυξη χωρίς ανασύσταση της ημεδαπής εργατικής τάξης δεν γίνεται. Και οι δημόσιες επενδύσεις – ως αντιβιοτικό στην ύφεση – εργάτες χρειάζονται. Επειδή όμως τα νιάτα μας είναι ως επί το πλείστον άμαθα στη χειρωναξία, σπουδαγμένα και εκτός Ελλάδος, μια νέα εξαθλιωμένη και φθηνή εργατική τάξη (από πρόσφυγες και μετανάστες) σχεδιάζεται να υποκαταστήσει τους ελλείποντες. Χωρίς βεβαίως απτά και αξιοποιήσιμα οικονομικά αποτελέσματα για την πατρίδα μας.
Έτσι προβάλλει μάλλον προφητικός στις ημέρες μας ο Κ. Π. Καβάφης με τους στίχους του: «Δεν ήσαν οι Σπαρτιάται για να τους οδηγούν και για να τους προστάζουν σαν πολύτιμους υπηρέτας…».
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr