Δείτε, ωστόσο, τι καταλαβαίνετε από τη διατύπωση του α. 88 παρ.5 του Συντάγματος:
«Οι δικαστικοί λειτουργοί, έως και το βαθμό του εφέτη ή του αντεισαγγελέα εφετών και τους αντίστοιχους με αυτούς βαθμούς, αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας τους και όλοι όσοι έχουν βαθμούς ανώτερους από αυτούς ή τους αντίστοιχους με αυτούς αποχωρούν υποχρεωτικά από την υπηρεσία μόλις συμπληρώσουν το εξηκοστό έβδομο έτος της ηλικίας τους. Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής θεωρείται σε κάθε περίπτωση ως ημέρα που συμπληρώνεται το όριο αυτό η 30ή Ιουνίου του έτους της αποχώρησης του δικαστικού λειτουργού.»
Καταλαβαίνετε ότι το «υποχρεωτικά», που επίτηδες υπογράμμισα, σημαίνει πως το όριο ηλικίας έχει τεθεί υπέρ των δικαστών και πως, αν κάνουν κέφι (αυτοί και η κοινοβουλευτική πλειοψηφία), μπορούν με νόμο να μένουν στη θέση τους μέχρι τα 90 τους – ή πως ο συνταγματικός νομοθέτης έταξε ότι οι μεν εφέτες/αντεισαγγελείς εφετών «την κάνουν» υποχρεωτικά, άρα είτε θέλουν είτε όχι, στα 65, οι δε ανώτεροι στα 67;
Για όποιον καταλαβαίνει το πρώτο, επιτρέψτε μου να σημειώσω ότι θα του ήταν χρήσιμα όχι τόσο μαθήματα νομικής, όσο ελληνικών. Οι αντιδράσεις των ενώσεων δικαστικών λειτουργών παρέδωσαν λίγα και απ’ τα δύο.
Θα πείτε, «μα πως τότε υποστήριξε το αντίθετο η πρόεδρος του Αρείου Πάγου;».
Αντί απάντησης, ιδού μία άλλη περί τα ελληνικά ερώτηση. Όταν διαβάζετε το α. 23 παρ. 2 του Συντάγματος, που γράφει «απαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς», τι καταλαβαίνετε; Ότι οι δικαστές μπορούν να κάνουν στάσεις εργασίας στις συνεδριάσεις δικαστηρίων και να απέχουν από την έκδοση αποφάσεων ή ότι, αν πράξουν κάτι τέτοιο, παραβιάζουν το Σύνταγμα; Και όμως αυτά συνέβησαν –με μαζική συμμετοχή δικαστών- όταν η νυν πρόεδρος του Α.Π. ήταν πρόεδρος της συνδικαλιστικής ένωσης των δικαστών, ενώ απειλή λευκής απεργίας είχε διατυπωθεί και νωρίτερα, επί συνδικαλιστικής προεδρίας προκατόχου της, που έγινε εν συνεχεία υπουργός της Ν.Δ.
Να προσθέσω κάτι ακόμη, άσχετο με τα συνταγματικά; Όταν προ διετίας η κυβέρνηση είχε προτείνει να πάρουν οι δικαστές τα αναδρομικά τους σε 36 δόσεις, η νυν πρόεδρος του Α.Π. (τότε αντιπρόεδρος του Ακυρωτικού και πρόεδρος της συνδικαλιστικής οργάνωσης) είχε πει ότι επρόκειτο για «ταπεινά φιλοδωρήματα» των 150 ευρώ μηνιαίως. Φίλη μου είχε στείλει μέιλ με τον χαρακτηριστικό τίτλο «τι είναι αυτοί οι άνθρωποι, Δημήτρη μου; Που ζουν;».
Η τότε απάντησή μου ισχύει και σήμερα. Άνθρωποι σαν εμάς. Όπως έχει παλαιότερα λεχθεί (από αριστερά ή και «αναρχικά» χείλη), η φράση «έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη» μπορεί να διεκδικήσει εγκυρότητα μόνο αν είναι έγκυρη η φράση «έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική πολεοδομία» - ή εφορία ή ό,τι άλλο. Και αν τυχόν είναι εφικτό να αμφισβητηθεί ότι ισχύει εν προκειμένω το «εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω», δύσκολα πάντως μπορεί να αναιρεθεί η πικρή διαπίστωση πως με τέτοια δείγματα γραφής δεν μπορεί να διεκδικηθεί ανώτερο κύρος έναντι του μέσου μέλους της κοινωνίας. Μένει ως αποκλειστική πηγή κύρους η εξουσία της νόμιμης βίας. Ότι αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να σε στείλουν φυλακή.
Πολλοί δικαστές αισθάνονται αδικούμενοι από την εικόνα αυτή– και ευλόγως. Σε κάποιο βαθμό το δείχνουν ορισμένες από τις τελευταίες αντιδράσεις τους. Όμως η εικόνα που κυριαρχεί είναι, δυστυχώς, η συνολική, αυτή που «χτίζεται» σταδιακά και εκπέμπεται από κορυφής. Ας μη ξεχνάμε ότι φεύγοντας εκτός Ελλάδας στα μάτια ενός ξένου δεν είμαστε ο Δημήτρης ή ο Γρηγόρης, αλλά πολίτες του αναξιόπιστου κράτους που εσχάτως διοικεί ο Τσίπρας. Αυτό κι αν είναι άδικο.
Υ.Γ. Σε σχέση με τον ..πρωτότυπο τρόπο ανάγνωσης του Συντάγματος –και όχι μόνο- δεν μπορεί κανείς να μη θυμηθεί τη φράση του Θουκυδίδη (για τον εμφύλιο στην Κέρκυρα):» «καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν τῶν ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει». Ήτοι, ακόμη και τη συνηθισμένη έννοια των λέξεων τη διέστρεψαν κατά πως τους εξυπηρετούσε.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr